«Απλά πείτε μας πότε να φιληθούμε. Ποζάρω σωστά έτσι;» Η φωνή της Σήλιας ήρθε στα αφτιά μου από μια απόσταση που δεν ήταν και τόσο μακρινή τελικά. Ήταν, όμως, αρκετή να ενισχύσει αυτή την αίσθηση που είχα απ’ την αρχή. Ήταν σαν να στεκόμασταν στη μέση ενός στημένου σκηνικού και μια κάμερα να τραβάει αυτή την αθάνατη «και ζήσανε αυτοί καλά» στιγμή.
Η Σήλια και ο γαμπρός της, περίμεναν ακόμα οδηγίες απ’ το φωτογράφο κι είχαν παγώσει τα χαμόγελά τους για χάρη του φλας, σε μια προσπάθεια να παγώσουν το χρόνο. Αυτά τα λεπτά που ο χρόνος ξοδεύτηκε σε νυφικά χείλη θα σφραγίσουν την αθανασία της σκηνής. Πώς γίνεται κάτι που ακόμα καλά-καλά δεν άρχισε και σε έβαλε στα πιο επίσημά σου ρούχα να υπόσχεται τόση ευημερία για το υπόλοιπο της ζωής σου; Τι είναι αυτό που θα σε κρατήσει μέχρι ο θάνατος να σας χωρίσει;
Υποθέτω θάνατος από θάνατο διαφέρει κι όσο και αν δε μας αρέσει η λέξη, μόνο οι ιστορίες μακριά απ’ την αθανασία, μακριά απ’ το «για πάντα των ερωτευμένων» έχουν κάτι να πουν. Τις περισσότερες φορές αυτές είναι που προβλέπουν το τέλος του καθενός μας. Όμως η αρχή μας δε δίνει δεκάρα για το τέλος, υο «ζήσανε αυτοί καλά» μας ή το «δεν έζησε κανείς καλύτερα, αλλά τι να γίνει».
Λογικά μέχρι τώρα θα έπρεπε να το είχα δει. Φοράμε τα πιο επίσημά μας ρούχα γιατί μέσα σε αυτά απαγορεύεται να τσαλακωθούμε, να κλάψουμε, να λερωθούμε, να κάνουμε πίσω, να πούμε λόγια που δεν προβλέπονται στα μυστήρια του Ευαγγελίου. Το κολάρισμά τους είναι μια μόνιμη υπενθύμιση του ρόλου που έχουμε στην ιστορία. Η πραγματική εκδοχή μιας ιστορίας είναι η πιο σύντομη. Κάποιες φορές είναι μόνο μία λέξη. «Εσύ». Τελεία. «Εμείς». Τελεία. «Κανείς». Τελεία.
Όταν λέμε σε κάποιον ότι είναι η ζωή μας εννοούμε αυτή που μας έχει απομείνει. Όση πέρασε πριν από αυτόν θα πέφτει πάνω του κάθε μέρα που θα ζει μαζί μας αυτή που έρχεται. Και δέχεται να ζήσει με αυτό το μποτιλιάρισμα πάνω του γιατί ξέρει. Ξέρει απ’ το πρώτο φιλί ότι το «για πάντα» δεν είναι τίποτα άλλο από συνδυασμός σωστών συμφωνιών.
Άλλωστε, τα κοστούμια και τα ακριβά τούλινα φορέματα σηκώνουν όλο αυτό το κλίμα συναλλαγής με φόντο τα εικονίσματα. Τελεία. Κάπου ανάμεσα στον πυρετό των διαπραγματεύσεων –είτε υψηλός είτε χαμηλός– θα συναντήσεις τον εαυτό σου, αυτό που θες να γίνεις, θα συναντήσεις τους άλλους και την προβολή τους πάνω σου, θα συναντήσεις εμένα, και το πιο τρομακτικό από όλα: το χθες.
Έχω ζήσει όλες τους τις ιστορίες. Έχω παρευρεθεί σε όλες τις επισημότητες. Έχω χειροκροτήσει, ντυθεί ακριβά, έχω τσουγκρίσει ποτήρια, έχω χορέψει σε στενά παπούτσια. Σε έχω δει στα μάτια όλων. Προβληθήκαμε παντού. Σε έχω ράψει σε όλες τις φόδρες. Σε έχω περπατήσει σε όλα τα βήματα. Αυτή που είμαι όταν είμαι μόνο μαζί σου παρακαλάει μια μέρα να μην έχει χρόνο για τίποτα από όλα αυτά. Να έχει τη δίκη της ιστορία που θα της τρώει όλο το χρόνο. Να μην προλαβαίνει να ζήσει των άλλων.
Κάπου στο δρόμο καθυστερεί αυτή η ιστορία όμως. Ίσως το νόημά της δεν ήταν σπουδαίο και χάθηκε. Ίσως να ήταν αβάσταχτα σπουδαίο κι ο κόσμος να μην το άντεχε και κόβει τη συνύπαρξή τους κάθε φορά που πάει να φτάσει. Όμως τι είναι σπουδαίο; Λες να ‘ναι το ότι τα παράτησα και περνάμε καλά που με νικάνε κάθε βράδυ; Μπα, μάλλον είναι πιο σπουδαίο που ούτε και σήμερα φάγαμε μαζί. Ξέρω το συναίσθημα του πιάτου σου δίπλα μου πριν έρθει κι η ακύρωσή του είναι το μόνο μου ταίρι.
Όπως ο Θάνος για τη Σήλια. Με κάλεσαν στη φωτογράφιση του γάμου γιατί είμαι υπόδειγμα αισθητικής. Τους απάντησα ότι δεν έχει και πολύ γούστο να περιμένεις κάτι που δεν έρχεται. Η Σήλια με κοίταξε στα μάτια και μου ζήτησε να ξεχωρίσουμε τα δώρα της τελετής. Και το έκανα. Άλλωστε, έχω όλο το χρόνο του κόσμου που δεν τον έχει πάρει αυτό που περιμένω για να το κάνω.
Ανάμεσα σε κούτες και φλας και καφέ που κρύωσε και τις ματιές της Σήλιας, περίμενα θαύματα. Πυραύλους να χτυπήσουν στο παράθυρο κι οι φλόγες τους να φτιάξουν νέο κόσμο με κανόνες μόνο της Κυριακής μετά τη λειτουργία κι εξωγήινα συναισθήματα να καταλαμβάνουν τη Γη. Τη δική μου Γη.
Δεν αγαπάμε πραγματικά κάποιον αν δεν ξεφορτωθούμε αυτό που είμαστε γι’ αυτόν. Αν δεν απαλλαγούμε απ’ το τι σημαίνουμε για τη ζωή κάποιου που τυχαία βρέθηκε στη δική μας. Αν δεν αφήσουμε εκεί που την βρήκαμε όλη αυτή τη ζωή που μας τάζει ο νέος μας ρόλος. Είναι η ζωή των άλλων. Όλων των άλλων που πείσαμε την ύπαρξή μας να τα θέλει γιατί έτσι γίνεται. Είναι όλες οι ιδέες που καταπίνουμε για να βρούμε ποιοι είμαστε.
Δεν είναι ο ίδιος, είναι αυτός ο άλλος που σου είπαν. Που μου είπαν. Που του είπαν. Και θέλουμε να μας πει ο άλλος ποιοι είμαστε. Να του πούμε κι εμείς. Αγαπιόμαστε άρα είμαστε υποχρεωμένοι να το κάνουμε. Αγαπιόμαστε άρα θα μείνει ο τίτλος μας και μετά από μας. Ματαιοδοξία που κάνει σπουδαία όλα τα ψέματα.
Γι’ αυτό αν είναι να μείνεις μόνο εσύ, χωρίς την ιδέα σου και τις ζωές που φέρνει (γιατί δεν έχει τι άλλο να κάνει) να ξέρεις ότι είμαι μόνο όσα δε σου αρέσουν. Είμαι μόνο εγώ κι έχω μαγειρέψει.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη