Μας αρέσει να πιστεύουμε όλα τα υπερβολικά. Όλα αυτά που ξεχειλώνουν, που περισσεύουν, που δε χωράνε να στριμωχτούν κάπου όπως όλα τα άλλα τα τακτοποιημένα, τα σχηματικά και νοηματικά εύπεπτα και δοκιμασμένα. Τα πιστεύουμε και η πίστη αυτή, ευλαβική με σταυρούς που άλλους τους κουβαλάμε, άλλους σχηματίζουμε και άλλους καρφώνουμε, μας τριγυρνάει μέσα τους σαν άλλους ήρωες μεγάλων μυθιστορημάτων.
Η κορυφαία ιστορία μας γράφεται πάνω σε γραμμές που δε χορταίνουν τις περιγραφές και τις αναπαραστάσεις. Εκεί που θεωρούμε λίγη και φτωχή την κάθε σελίδα που προσπαθεί να περιγράψει πώς νιώθουμε, πώς πηγάζει και πού χύνεται κι εκβάλλεται αυτό που νιώθει ο αποδέκτης της αγάπης μας. Αυτός που για να αξίζει θέλει αφιέρωση από όλους τους καταγεγραμμένους παλμούς της καρδιάς μας, σε μια ποσότητα, μια ταχύτητα, ένα πολύ. Γιατί όσο πιο πολύ τόσο πιο ήσυχα κοιμόμαστε πλάι στους χτύπους της καρδιάς του άλλου.
Έτσι, με την πολλή μας αγάπη νιώθουμε κι εμείς ότι φτάνουμε, ότι είμαστε αρκετοί για να τα βγάλουμε πέρα, μιας και κακά τα ψέμματα δεν ξέρουμε αν αντέχουμε και τις ήττες μέσα στην τόση πληθωρικότητα του ηρωισμού μας να κουβαλήσουμε και να υπερασπιστούμε το μεγάλο μας συναίσθημα. Όμως μια ήττα, ένα στραβοπάτημα, μια μετριότητα και ίσως και μια ποδοπατημένη προσδοκία είναι τόσο αναπόφευκτα όσο ο ήλιος το πρωί ακόμα και ανάμεσα από τα σύννεφα.
Δεν είμαστε ούτε κατά προσέγγιση τόσο σπουδαίοι όσο νομίζουμε και η φύση μας από μόνη της μας διαμορφώνει τη ροπή προς την αποτυχία. Το κορυφαίο σου συναίσθημα και η πολλή σου αγάπη δεν την αντέχουν. Γιατί νόμιζες ότι μπήκες σε αυτά σαν θεός χωρίς λάθη και με απαλές γωνιές και ροζ συνέπειες, όμως είσαι τόσο θνητός και τρωτός όσο και η πολλή σου αγάπη που τελικά θα χαλάσει από την ίδια την πολλή σου αγάπη. Δεν αποφεύγεται. Μην αναρωτιέσαι πώς να αποφύγεις τη στραβοτιμονιά, πώς να μάθεις να οδηγάς σε πατημένες ευθείες, απλά αναλογίσου γιατί τελικά τις χρειάζεσαι. Όλο αυτό το πολύ το φοβερό και τρομερό αίσθημά σου πώς και τα θέλει όλα τόσο ασφαλή; Πώς και ξεχαρβαλώνεται ο ρυθμός αυτής της βαθιάς καρδιάς που ξεχειλίζει από αγάπη στην κάθε τρομάρα που κρύβει το άγνωστο κάθε κλειστής ή καινούργιας πόρτας στην πορεία σας;
Γιατί βασίζεσαι σε κάτι που δεν κλείνεται μέσα στα χέρια σου. Δε χωράει στην παλάμη σου να το βάλεις στην τσέπη. Διογκώνεται όσο και οι ιδέες στο μυαλό σου. Κανένα μεγαλείο δε στεριώνει ούτε είναι για να ακουμπήσεις πάνω του και να φτιάξεις μέλλον και να φυτέψεις σπόρους. Οι μεγάλες αγάπες, οι τεράστιοι έρωτες και οι υπέρμετρες εκδηλώσεις τους είναι γιατί ξέρεις πόσος κόπος είναι ο ψύλλος στ’ άχυρα. Γιατί τόση είναι η αγάπη η σωστή. Υπάρχει και σωστός τρόπος να αγαπάς, άσε τα μεγάλα λόγια για λάθη και μόνιμα πληγωμένους κι ερωτευμένους για εκείνους που θέλουν να τα πουλήσουν. Υπάρχει η σωστή αγάπη και βρίσκεις τον σωστό τρόπο για να φτάσεις εκεί όταν εξαντληθείς και κατάκοπος ανακαλύψεις ότι η συγκομιδή και η ανταμοιβή σου και σήμερα από αυτή είναι το κεφάλι μιας καρφίτσας και όχι το μπαλόνι ενός αερόστατου.
Το δέρμα κάτω από τα νύχια σου όταν αγγίζεις το σώμα που πόθησες είναι αγάπη. Βρώμικο κι ελάχιστο αλλά σε άγγιξε. Ο ιδρώτας στα μαξιλάρια τα άπλυτα είναι αγάπη. Τόσο μικρή κηλίδα και όμως είδατε το ίδιο όνειρο. Η παρουσία είναι αγάπη. Ίσως σε πάρει ο ύπνος γιατί βαρεθείς, ίσως αργήσεις να φτάσεις, ίσως τσακωθείς γιατί δε σ’ αρέσει αλλά έφτασες ήσουν εκεί σε όλη τη διάρκεια και θα πας πάλι. Τα «έφαγες τίποτα;» είναι αγάπη κι ας έχεις χωνέψει ήδη. Μισό δευτερόλεπτο να το πεις, τόσο λίγο να αρθρώσεις, τόσο χορτάσαμε και οι δυο στη σκέψη ότι ο ένας ίσως πεινούσε. Τα «ήθελα να στο δείξω» είναι αγάπη. Ίσως να μη σε ενδιέφερε και να ήταν όντως κάτι αδιάφορο, πενιχρή αντίδραση. Όμως πόσο ενδιαφέρον έχουν τέσσερα μάτια αντί για δυο πάνω στα πράγματα;
Όσο και να το φωνάξεις στην ταράτσα μέχρι να σου σκιστούν οι πνεύμονες, όσο και αν το εκδηλώσεις στους αγνώστους για να ζηλέψουν οι γνωστοί, όσο και να πεις βαθιά και μεγαλειωδώς πάντα η πολλή σου αγάπη θα χαλάσει από το ίδιο της το πολύ. Γιατί το έχαψες ότι έτσι είναι το πολύ. Υπερμεγέθους, απλωμένο, να σκιάζει την υφήλιο. Ενώ δεν είναι τίποτα άλλο από το λίγο που φτάνει και περισσεύει σαν να ήταν ο κόσμος όλος και η ύλη του μαζί.
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Εφρεμίδη