Μια καλή εικόνα για να περιγράψει πώς θα θέλαμε την κατάσταση είναι η σειρά που περνάνε τα ψώνια στο σούπερ μάρκετ. Περνάνε ένα-ένα με τη σειρά που τα ‘χουμε τοποθετήσει κι αφού έχουν κοστολογηθεί και φανεί ποια είναι, μπαίνουν τακτοποιημένα στις σακούλες και τα πάμε σπίτι. Τα χρήσιμα μπαίνουν πάντα στα πιο προσβάσιμα ντουλάπια, να ανοίγουμε και να τα ‘χουμε κατευθείαν στη διάθεσή μας, γιατί ίσως είναι πολυχρηστικά, ίσως αναγκαία στην καθημερινότητα, ίσως αναγκαία σε εμάς προσωπικά. Τα λιγότερο λειτουργικά –αυτά που παίρνουμε για ώρα ανάγκης ή για να υπάρχουν– τα τοποθετούμε συνήθως πιο πίσω σε ντουλάπι ή συρτάρι κι ενίοτε τα πετάμε όπου να ‘ναι, αρκεί να ‘χουμε το κεφάλι μας ήσυχο ότι κάπου τα βάλαμε.

Έτσι θέλουμε να προκύπτουν κι όσα μας συμβαίνουν. Έτσι θα θέλαμε να μπορούμε να τα ταξινομούμε και να τα ορίζουμε και σίγουρα να αποφασίζουμε και για το πόσο θα μας επηρεάσουν, όπως αποφασίζουμε για το αν οι χαρτοπετσέτες ή το ρόλο κουζίνας θα μπει πρώτο στο ντουλάπι αυτόν τον μήνα.

Κι εννοείται πως ποτέ δεν είναι έτσι. Ποτέ δε θα γίνει έτσι με όσα απαρτίζουν τη ζωή μας. Με όσα την επηρεάζουν και παίρνει λίγο απ’ το σχήμα τους, λίγο απ’ τη διάρκειά τους, λίγο απ’ την αντίδρασή μας, για να εδραιωθούν ή να χαρακτηριστούν προσωρινά και μάταια. Συνήθως, ο κανόνας –και τον σκεφτόμαστε έτσι γιατί έχει συμβεί τόσες φορές που καθιερώθηκε– είναι ότι είτε θα μας συμβαίνουν όλα μαζί είτε τίποτα απολύτως.

Κατά γενική ομολογία, ο οργανισμός μας κάνει μεταπήδηση απ’ την πλήρη αδράνεια και τις επιπτώσεις της νωθρότητας, την άγονη πλήξη που όλα είναι μια ευθεία γραμμή, στον κατακλυσμό πληροφοριών και συνωστισμό γεγονότων, στο ασταμάτητο σφυροκόπημά τους και την επιτακτική άμεση ανάγκη διαχείρισης από εμάς όλων την ίδια στιγμή, με νεύρα και διακυμάνσεις γεγονότων και ψυχισμού, σαν καρδιογράφημα από ξεκούρδιστο μηχάνημα. Έτσι, συνήθως παρακαλάμε για τη μέση της κατάστασης, αλλά σπανίως υπάρχει -κι αν υπάρχει, δεν είναι η μέση. Αν μας φαίνεται νορμάλ και διαχειρίσιμο, είναι μόνο στην αρχή κι είτε θα τελειώσει εκεί είτε θα εκδηλωθεί στον χρόνο του μαζί με τα υπόλοιπα σε συνδυασμό πάντα.

Καμία φορά, ο λόγος που εξηγεί αυτό το «όλα ή τίποτα» είναι αυτός που δεν μπορεί να δώσει κανείς εξήγηση, εκατομμύρια χρόνια τώρα. Γιατί έτσι είναι η ζωή. Η δική σου κι όσων ξέρεις, σημαντικοί ή ασήμαντοι. Γιατί έτσι βιώνεται η εμπειρία του να ζεις. Είτε σαν μεγαλείο ασταμάτητης ροής, είτε σαν ένα σταματημένο ρολόι που δεν παίρνει μπρος. Κι αφού έτσι είναι η ζωή, είναι γιατί έτσι είμαστε κι εμείς. Οποιαδήποτε ανώτερη δύναμη –συμπαντική ή μη– υπάρχει εκεί έξω που διαμορφώνει τα πράγματα, σίγουρα δε μας έκανε μέτριους. Δε μας έκανε να στεκόμαστε στη μέση, ψάχνοντας μόνιμα ισορροπίες για να καταφέρουμε να τη βγάλουμε και σήμερα κι αύριο. Μας έκανε σπουδαίους, τον καθένα με τη δική του διάπλαση, κι αυτή μας η ιδιότητα μόνο στα άκρα εκφράζεται κι εκφράζει κι εμάς. Στο απόλυτο «τίποτα» και στο εντελώς «τα πάντα».

Άλλωστε, αυτό θέλουμε∙ να ζούμε και να ρουφάμε κι απ’ τους άλλους. Είτε τα πάντα τους είτε το τίποτά τους. Δε ζήτησε ποτέ κανείς μας τη μέση, το διαχειρίσιμο με βάση τους κανόνες που λένε τα βιβλία ή οι λογικές των παγκόσμιων μέτρων και σταθμών. Γιατί η μέση έχει ίδια απόσταση απ’ το τέλος κι ίδια κι απ’ την αρχή και δε φτιαχτήκαμε για να ζούμε με υπολογισμένα τα μέτρα και τα σταθμά, αλλά για να τα κάνουμε δικά μας κι ενίοτε να μας αναγνωρίζουν κι από αυτά και μόνο γιατί τα κατακτήσαμε.

Άρα αυτό το «όλα μαζί ή τίποτα» στην εξέλιξη των γεγονότων, είτε μας βρίσκει απροετοίμαστους είτε υποψιασμένους για το πότε θα σκάσει, είναι η φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων -όσο βέβαια φυσιολογικοί μπορούμε να ‘μαστε κι εμείς, ο καθένας μέσα στη μοναδικότητα και τον κόσμο του. Είμαστε όλα τα χαρτιά της κουζίνας κι οι χαρτοπετσέτες του κόσμου και κανένα μαζί την ίδια στιγμή.

 

Συντάκτης: Πέπη Νάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη