Να είναι λες που μας έλεγε η μαμά από μικρά –όταν κλαίγαμε, θυμώναμε ή κλεινόμασταν μέσα στο δωμάτιο με τις ώρες– ότι φταίει το άλλο παιδάκι κι όχι εμείς; Ή μήπως να το πάθαμε μεγάλοι; Μήπως ως ενήλικες φτιάξαμε μια αποθήκη με δικαιολογίες για τον εαυτό μας; Να τις έχουμε να σκεπαζόμαστε το βράδυ απ’ την κακία του κόσμου.
Να μας προφυλάσσουν απ’ τις φωνές στο κεφάλι μας που τις περάσαμε για άλλων. Να λέμε με ευκολία κι ελαφρύ στέρνο «δεν έφταιγα εγώ». Να δικαιολογούμε το μαλάκα μέσα μας όταν ξεσπά εναντίον όλων. Όταν μαίνεται εναντίον του μαλάκα στους άλλους. Τόση ώρα το αναλύουμε κι ακόμα να σου έρθει η πηγή προέλευσης, ε;
Προφανώς το γιατί το κάνουμε είναι ένα άλυτο μυστήριο σαν τις σκιές στη λίμνη του Λοχ Νες. Χωρίς κανείς να έχει καταλάβει ακριβώς το σχήμα τους ονομάστηκαν τέρας της λίμνης, που πλατσουρίζει ανενόχλητο, τρομάζοντας τους αθώους τουρίστες και ντόπιους. Μόνο που εμείς δεν είμαστε τόσο αθώοι. Ούτε τόσο ανίδεοι.
Ξέρουμε, έστω και με την ενοχή να μας δέρνει, να βγάζουμε λάδι τον εαυτό μας στην κάθε ευκαιρία. Και να μην παρουσιαστεί θα την φτιάξουμε εμείς αν χρειαστεί. Γιατί είναι επιτακτικό. Το έχουμε ανάγκη, το ζητάμε απ’ τον εαυτό μας. Να δικαιολογήσει κι εν τέλει ίσως και να συγχωρέσει το μαλάκα μέσα μας.
Ζητάμε όπως το νερό την άφεση αμαρτιών για να απαλλαχθούμε απ’ το βάρος τους. Ύστερα, με μεγάλη ευκολία να βάλουμε σαν αναμάρτητοι τον πρώτο λίθο στην αποθήκη των δικαιολογιών μας. Τα χέρια που τον βάζουν, τα ίδια δείχνουν και τους άλλους. Αυτούς που πιστεύουμε ότι φταίνε. Ή μπορεί και να μην είναι μόνο η πεποίθησή μας. Όντως να φταίνε. Όμως η προτεραιότητά μας είναι λάθος. Αρχικά να δείξουμε σε μας τι έχουμε κάνει κι ύστερα στους άλλους. Πολλή δουλειά έπεσε σε αυτά τα χέρια και κανείς δε δουλεύει υπερωρίες πια.
Θες να σου τις πληρώσουν παραπάνω, σωστά; Θες έξτρα ένσημα αν κάτσεις να δουλέψεις λιγάκι παραπάνω με την πλευρά σου που δεν παίρνει και πολλά κομπλιμέντα. Θες αμειβόμενα βαρέα κι ανθυγιεινά αν κάτσεις πραγματικά να ασχοληθείς με τη μαλακισμένη σου διάσταση που οδύρεται σαν κακομαθημένο μαμμόθρεφτο, ώρες-ώρες. Θες έστω αναγνώριση, λες και δεν είσαι υποχρεωμένος να το κάνεις.
Ωχ, συγγνώμη, ξέχασα! Πρέπει πρώτα να το κάνουν οι άλλοι. Οι άλλοι που σαν ελεύθερο επαναστατικό πνεύμα, λες «παράτα τους, θα ζήσω τη ζωή μου». Όμως όταν έρχεται η ώρα της κρίσης ξαναπιάσ’ τους να έρθουν να λογοδοτήσουν. Βάλ’ τους και μέσα στο σπίτι αν χρειαστεί πάνω στην τραπεζαρία. Ό,τι χρειαστεί αρκεί να λογοδοτήσουν για το μαλάκα που μας σέρβιραν. Όσο ο δικός μας κρύβεται στην κουζίνα. Ή για του λόγου το αληθές πίσω απ’ το δάχτυλό του. Τα νέα έχουν ως εξής και κάτσε κι εσύ στην τραπεζαρία να πάει το αίμα κάτω να τα εμπεδώσεις. Όλοι τέτοιοι είμαστε.
Σταυρώνουμε τους άλλους μαλάκες για να αποφύγουμε εμείς τα καρφιά. Τρέχουνε για να τους πιάσουμε κι επιταχύνουμε μη μας πιάσουν εκείνοι. Και πριν βολευτείς και μου το πάρεις κι αυτό σαν δικαιολογία, να σε προλάβω. Πριν εφησυχάσεις που όλο το ανθρώπινο είδος μαλακίζεται, άρα ας το κάνεις κι εσύ, να σου πω πως ότι αυτό είναι το πρόβλημα.
Ότι αν μας προσέξεις καλά, είμαστε όλοι μια μάζα που έχει πάντα έτοιμο ένα μάτσο λόγια για τις μαλακίες των άλλων και μούγκα για τις δικές της. Στον πυρήνα μας, όμως, δεν είμαστε εναντίον τους, απλά είμαστε παρά πολύ υπέρ του εαυτού μας. Νομίζουμε ότι έτσι μας αγαπάμε πιο πολύ ενώ στην ουσία μας μαθαίνουμε πώς να μισούμε τους άλλους.
Τώρα, όμως, σήκω γιατί πολύ το αναλύσαμε. Βάλε παπούτσια και βγες έξω. Πάρε μαζί και τον μαλάκα σου και των άλλων. Μην ψάξεις, όμως, να τον βρεις σώνει και καλά μέσα τους μόνο και μόνο για να επιβεβαιωθείς για τη σκάρτη πλευρά τους. Στο λέω υπεύθυνα πως έχουν. Όπως κι εσύ.
Αν φανεί, φάνηκε. Και μέχρι να γίνει, βγάλε το σκασμό. Σώπαινε κι άκουγέ τους. Παρατήρησέ τους μια φορά αληθινά. Όχι για χάρη μιας καθωσπρέπει κατανόησης σε ευγενικό ανθρώπινο πλαίσιο. Αλλά για χάρη αυτής που θα σε κάνει να κατανοήσεις όλα τα αιτία του μαλάκα μέσα σου διαμέσου των άλλων.
Α! Και να σου πω! Πιο άνετα παπούτσια να βάλεις. Έχεις πολύ δρόμο.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη