Όταν κάποιος σε σημαδεύει με ένα όπλο στο κεφάλι ο περιβάλλων χώρος είναι σαν να αλλάζει. Υποσυνείδητα θέλεις παραπάνω πράγματα απ’ το να σωθείς απλά. Θες να κοιτάξεις γύρω και να νιώσεις ότι σε καταλαβαίνουν, ότι σε ακούνε, ότι σε νιώθουν. Κυρίως γιατί είσαι υποκριτής. Μιας κι εσύ είσαι αυτός που κρατάει το όπλο.
Τα ερωτηματικά κυριαρχούν. Γιατί το κάνουμε αυτό; Γιατί πάντα φαίνεται ευκολότερο να σώσουμε τους άλλους κι όχι τον εαυτό μας; Γιατί είναι πάντα ευκολότερο να δώσουμε άφεση στους άλλους; «Αγάπα τον εαυτό σου πριν από οποιονδήποτε άλλον». Σωστά; Αλλά αυτή η αγάπη κάτι πρέπει να σημαίνει που να υπερισχύει όλων των άλλων.
Έτσι καταλήγεις να πηγαίνεις πίσω για να βρεις απαντήσεις αντί για μπροστά. Πίσω σε ένα καιρό που το να χάσεις ένα συναίσθημα ή να μείνει κενή η θέση ενός ανθρώπου έμοιαζε με γενοκτονία στην ενδοχώρα σου και διώχνοντας τον εχθρό απ’ έξω λίγο-λίγο κι ίσως χωρίς να το καταλάβεις, έφτιαξες τον εχθρό μέσα. Αυτόν που δεν είναι ποτέ έτοιμος να πολεμήσει, να απαντήσει, να αγαπήσει. Τα κακά νέα είναι ότι δεν είσαι ούτε κι εσύ. Τα ακόμα χειρότερα νέα είναι ότι δε χρειάζεται ποτέ να είσαι έτοιμος για το οτιδήποτε ενώ εσύ χάνεις τον χρόνο σου στην προετοιμασία ενός πράγματος, που θέλει μόνο εσένα κι όχι την προηγούμενη προπόνησή σου.
Τα ερωτηματικά ακόμα ανάβουν. Θα μπορούσες να μετρήσεις όλα τα πρόσωπα στη ζωή σου; Και για πόσα από αυτά το έχεις μετανιώσει; Θα μπορούσες να μετρήσεις τις περασμένες αγάπες όπως τα αστέρια; Να διαπιστώσεις απλά ότι υπήρξαν χωρίς να αφήσεις την επιρροή τους μέσα σου να γίνει αιτία καμίας πράξης σου; Τι είσαι αν όχι οι ίδιες σου οι σκέψεις; Κι αν αυτές οι σκέψεις θα μπορούσαν να σου σώσουν τη ζωή σου, αλλά και κάποιου άλλου που θέλει να μπει σε αυτή; Αν αυτές σε οδηγήσουν στο να ανταλλάξεις αμοιβαία συναισθήματα και να σε κατανοήσουν για το υπέροχο άτομο που είσαι κι όχι για αυτό το καταστροφικό στο οποίο μετατρέπεσαι;
Κοιτάς τον ουρανό και προσπαθείς να ενώσεις τις γραμμές στο σύμπαν ανάμεσα σε αυτό που υπάρχει τώρα και σε αυτό που θέλεις να γίνει. Νιώθεις τόσο μικρός και τόσο μεγάλος και σημαντικός την ίδια στιγμή. Παίρνεις μια βαθιά ανάσα και καθώς το στήθος σου αφήνεται το αντιμετωπίζεις. Ήταν φόβος απ’ την αρχή. Ήσουν πρόθυμος να το μεταμφιέσεις στην εξάντληση απ’ τα περασμένα, στον εχθρό που δεν μπορεί να σου υποσχεθεί το αύριο. Όμως, απλά φοβάσαι.
Κι ας είμαστε ειλικρινείς, κάθε που αποφασίζεις να πας εκείνο το βήμα μπροστά εύχεσαι να ήσουν από εκείνους τους ονειροπόλους ριψοκίνδυνους που μιλάνε στο φεγγάρι για έρωτες και μεθυσμένοι τους ζούνε. Νιώθεις καλά για μια στιγμή που εσύ νίκησες αυτή τη βαρύτητα που σε ήθελε να αεροβατείς στον ουρανό μαζί τους και περπατάς στη γη. Κατά βάθος, όμως, τους μοιάζεις κυρίως όταν νιώθεις ότι ο έρωτας δεν μπορεί να ευδοκιμήσει ανάμεσα στα ραντεβού που αναβάλλεις με το να τον ζήσεις, όταν ξέρεις ότι μόνο αφήνοντας ελεύθερο τον ανέτοιμο, φοβισμένο και ταλαιπωρημένο εαυτό σου θα πάψεις κάποια στιγμή να τον αποκαλείς έτσι.
Τα ερωτηματικά ποτέ δε φεύγουν. Ξέρεις από πού να ξεκινήσεις; Μπορείς να τα αφήσεις όλα στην άκρη; Γίνεται να προσποιηθείς ότι όσα περισσότερα ξέρεις τόσο περισσότερο σε αγαπάς; Καταλαβαίνεις ότι αγαπώντας σε σωστά εσύ πρέπει να σου πεις ότι δεν πειράζει που δεν έχεις απαντήσεις, που δεν τα ξέρεις όλα, που φοβάσαι και να τα μάθεις και που δεν είσαι καν έτοιμος ούτε να ρωτήσεις κάποιες φορές;
Ας είμαστε ειλικρινείς και πάλι. Η απάντηση σε όλα είναι ότι δεν υπάρχει απάντηση. Κι αν υπάρξει ποτέ, μόνο ο έρωτας μπορεί να τη δώσει. Αυτός που σε πιάνει στα πράσα να παλεύεις με τη φασαρία των ερωτήσεων και κάνει τους πάντες να βγάζουν τον σκασμό σημαδεύοντας με το όπλο στην καρδιά. Χωρίς καμία προπόνηση στο στόχο.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη