Νομίζω πως θέλω να γυρίσω πίσω. Λέω νομίζω, γιατί και εγώ όπως και τόσοι άλλοι εκεί έξω, όσο αναζητάμε τη σιγουριά θέσης και στάσης, άλλο τόσο μας τρομάζει και έχουμε τα πόδια μονίμως προπονημένα για να την κάνουμε με την πρώτη ευκαιρία. Ίσως και με τη δεύτερη. Εξαρτάται πόσο γενναίοι θέλουμε να το παίξουμε. Τι γίνεται όμως τη στιγμή που κάνει μεταβολή κανείς και επιστρέφει; Για να γίνει σωστά η μεταβολή θα πρέπει να έχεις σταθεί επιτόπου. Όχι μόνο για να είναι πιο εύκολη και ομαλή, αλλά για να μειώσεις την απόσταση. Να μη χάνεις άλλο χρόνο. Ήδη σου πήρε καιρό -ένας θεός ξέρει πόσο- να καταλάβεις ότι θες να γυρίσεις. Θα σπαταλήσεις κι άλλο;
Όμως δε στάθηκες επιτόπου. Τη μια έτρεξες, την άλλη περπάτησες, την άλλη κολύμπησες, έκανες δρασκελιές και μπουσούλησες με μοναδικό στόχο να βρεθείς μακριά από ΄κεινο που άφησες. Να χαθείτε για να βρεις κάτι άλλο. Και να που τελικά όσο μακριά κι αν πήγες, όσες εμπειρίες κι αν έζησες, όση βαθιά χαρά και απρόσμενη λύπη κι αν άντεξες, τελικά βρίσκει κανείς κάτι ακριβώς στο σημείο που το έχασε. Ούτε βήμα παραπέρα. Εκεί θέλω να γυρίσω. Αλήθεια από πού ξεκινάει να ξαναχτίζει κανείς; Τα ίδια χαλάσματα πώς συναρμολογούνται σε κάτι καινούριο; Αφαίρεσε τη λέξη «καινούριο» και βρήκες την απάντηση. Ασχέτως της γενίκευσης ότι τίποτα δεν αποτελεί παρθενογένεση μιας και όλα τα έχουμε ζήσει -είτε στην κυριολεξία είτε στο μυαλό και στην καρδιά μας- εκατό φορές πριν τα αφιερώσουμε σε κάποιον, η αλήθεια είναι πως δεν ψάχνεις κάτι καινούριο εκεί που θες να γυρίσεις. Θες αυτό που είχες και να πιάσεις το νήμα ακριβώς εκεί που σταμάτησε πριν το βάλεις στα πόδια, πριν σε τυλίξει ολόκληρο και πνιγείς και το θεωρήσεις άλλη μια προσπάθεια να σε ζεστάνει κάτι μπλεγμένο γύρω σου.
Νομίζω πως τελικά δε θα το κάνω. Πώς θα ζήσω σαν μειονότητα; Είναι τόσοι λίγοι αυτοί που ακολούθησαν το ένστικτό τους για καλύτερη ζωή. Οι περισσότεροι πήγαν με το εγχειρίδιο. Νομίζω -χωρίς να είμαι σίγουρη- πως πρέπει να μελετήσω πάλι τις οδηγίες. Κάτι θα μου ξέφυγε για να θέλω να έρθω πάλι να σε βρω. Να κάτσω απλά να τα πούμε, να σου λέω πέντε και να καταλαβαίνεις είκοσι, να θέλω εκατό και να μου δίνεις διακόσια, γιατί με το πλεόνασμα μαθαίνω να μοιράζομαι. Να σκέφτομαι το αύριο και να ξέρω πως θα τα καταφέρουμε όπως και σήμερα.
Κι ας μη σε άφηνα να ‘χεις πρόσβαση στον εσωτερικό μου κόσμο, εσύ πάντα μου άνοιγες. Γι’ αυτό κυρίως δε μετρούσα το σήμερα. Για αυτό και σήμερα -όπου κι αν είσαι- να ξέρεις πως ακόμα δεν ξέρω πού να σταθώ. Με τραβάνε εξίσου και οι δυο άκρες της τραμπάλας, η μια με το εγχειρίδιο κι η άλλη με όσα λαχταρώ. Μια μόνιμα στρογγυλή τρύπα που μοιάζει τόσο με μηδέν με ρουφάει κι εγώ ρουφάω εξίσου αμέριμνα ποτά, ψέματα και καφέδες. Ξέρω πως δε μου χρωστάς τίποτα, αλλά μιας και δεν ξέρω να μετράω, βοήθα με αυτή η τρύπα να γίνει μηδέν. Τα σχήματα μοιάζουν, οι παρομοιώσεις περισσεύουν. Θα το κάνω κύκλο αυτή τη φορά ή τουλάχιστον θα παλέψω όσο μ’ αφήνει ο εγωισμός μου για να γίνει. Έμαθα πια ότι πας πολύ μακριά με αυτόν, αλλά πάντα μόνος. Και σε εκείνον τον κύκλο θα κλειστούμε -θα ρισκάρω να έρθω να σε πάρω από το σημείο που σε άφησα. Θα με μάθεις πώς ζουν όταν βρίσκουν τον έναν και θα σε μάθω να ζεις με δυο καρδιές.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.