Από όλα μας τα όργανα το πιο πολυσυζητημένο, αυτό που δε χορταίνει επιθετικούς προσδιορισμούς, αυτό που θεωρείται αναπόσπαστο κομμάτι της αντίληψής μας όσο κι αναντικατάστατο χαρακτηριστικό όλων των περιγραφών, πάνω στο οποίο βασιζόμαστε για να μας δείξει ακόμα κι αυτά που δε φαίνονται και να μας δώσει εξηγήσεις και σε αυτά που δεν τολμάμε να ρωτήσουμε εαυτούς κι αλλήλους, είναι τα μάτια.
Απ’ τους πρώτους που ανακάλυψαν όλες αυτές τις θαυματουργικές κι απαράμιλλες ιδιότητές τους είναι οι ερωτευμένοι. Αυτοί για τους οποίους κάθε ζωτικό όργανο είναι συγχρονισμένο με τον χτύπο της καρδιάς τους. Οι άνθρωποι που πάνω στο αντικείμενο του πόθου τους έχουν εναποθέσει όλες τις ελπίδες του κόσμου να βαίνει καλώς. Όμως δεν ανακάλυψαν το τι μπορούν να κάνουν τα μάτια γιατί το διάβασαν κάπου και το εφάρμοσαν ή γιατί το είδαν να το κάνουν οι άλλοι και πέτυχε ή γιατί εξάντλησαν όλους τους άλλους τρόπους, όλα τα αλλά μέσα, για να πετύχουν κάτι και περίσσεψαν τα μάτια.
Για τους ερωτευμένους τα μάτια είναι ο μόνος δρόμος. Είναι η μόνη διαδεδομένη και συνάμα προσωπική μέθοδος συνεννόησης. Οι ερωτευμένοι, εκείνα τα πλάσματα που οι αισθήσεις τους είναι όλες αυξημένες κι ο ρυθμός του εγκεφάλου τους κι όσα προσλαμβάνει κι επεξεργάζεται αυτός αποδίδουν μόνο απ’ το βάθος του έρωτα, ξέρουν. Ξέρουν ότι τα μάτια θα πουν την αλήθεια. Αρκεί να ξέρεις να τα διαβάζεις, αλλά και πάλι αυτό δε χρειάζεται την εξάσκηση που όλοι νομίζουν. Χρειάζεται, όμως, τη θέληση που δεν έχει κανείς έως ότου ερωτευτεί.
Η αλήθεια είναι μία και δεν είναι ποτέ κρυμμένη σε προτάσεις, ρήματα, υποκείμενα, λέξεις όμορφες ή γρήγορες. Η αλήθεια κατοικεί στη σιωπή. Ζει κι αναπνέει στα βλέμματα της αγάπης, στις ματιές που κανένας μέσα στο πλήθος δεν κατάλαβε, παρά μόνο αυτοί οι δυο εκλεκτοί.
Γι’ αυτό και για την κάθε φορά στον κόσμο που ειπώθηκε το «να σου πω την αλήθεια», το μόνο που απαντήθηκε ήταν μια εκδοχή από λέξεις που είπαν να γεμίσουν την ώρα, όπως γεμίζει ένα μπουκάλι τρύπιο. Πριν οι λέξεις βγουν αλλά κι αφού ειπώθηκαν, μόνο το βλέμμα, μόνο η ένταση των ματιών, κράτησε την ουσία. Η οποία συνήθως μεταφράζεται σε κάτι που δεν περιγράφεται. Είναι αυτό το κάτι, εκείνο το τίποτα. Ένα πλάκωμα στο στήθος, ένα γουργουρητό στην κοιλιά, ένα ξύσιμο στο κεφάλι, ένας ιδρώτας στις παλάμες, ένα τρέμουλο στο στόμα. Πώς να τα αποδόσεις όλα αυτά; Κανένας δεν μπορεί κι ωστόσο κανένας δεν προσποιείται πως δεν τα ξέρει.
Όσοι ερωτεύτηκαν ακόμα θυμούνται την αίσθησή τους. Όσοι ακόμα είναι ερωτευμένοι γιατρεύονται κάθε μέρα από αυτά της συμπτώματα της αρρώστιας του έρωτα που δεν περνάει, μόνο χειροτερεύει με μια ματιά που θα τους ξεκουράσει απ’ τα μάτια του κόσμου, με ένα κοίταγμα όσης διαρκείας χρειάζεται μέχρι να ολοκληρωθεί η συνεννόηση, μέχρι να περαστεί το νόημα και σήμερα κι αύριο κι όσο χτυπάει η καρδιά τους.
Γιατί μόνο χωρίς να ειπωθεί τίποτα έχουν ειπωθεί όλα. Στη σιωπή έχουν γίνει οι μεγαλύτεροι διάλογοι κι οι εξομολογήσεις που φωνάζουν στην καρδιά όσων ξέρουν να βλέπουν με αυτή. Απ’ τους ερωτευμένους. Από αυτά τα σπανίως περίεργα πλάσματα που είναι ίδια κι απαράλλαχτα, όμως με αυτή τη σπάνια όραση που σου δίνει η καρδιά, αν την ακολουθήσεις.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη