Είναι αυτοί που δεν ενδιαφέρονται για το αν έχει μπαταρία το κινητό τους, αυτοί που δε θα το κοιτάξουν όσο θα είναι έξω κι ενίοτε και μέσα. Είναι αυτοί που θα χρησιμοποιήσουν αυτό κι οποιαδήποτε άλλη συσκευή τελευταίας τεχνολογίας για την απλή ψυχαγωγία που έχει να τους προσφέρει κι όχι για να προλάβουν το τελευταίο μοντέλο, ούτε για να συναγωνιστούν κάποιον άλλον ούτε καν για την ευκολία που προσφέρει, αφού πάντα είναι διατεθειμένοι να την θυσιάσουν ζώντας όλα αυτά, που δε θα συμβούν ποτέ μπροστά από οθόνες.

Αυτό δε σημαίνει ότι δεν τις ξέρουν, δε σημαίνει ότι το τεχνολογικό πεδίο γνώσης τους φτάνει μόνο μέχρι να βάλουν ένα καλώδιο στην πρίζα ή να πατήσουν μόνο το Enter στον υπολογιστή, αλλά το ακριβώς αντίθετο. Και ξέρουν τι σημαίνει τεχνολογία και ζουν μ’ αυτήν και την αγόρασαν για να τους εξυπηρετεί και την ακολουθούν και συγχρόνως δεν τους νοιάζει η ύπαρξή της. Πιο συγκεκριμένα, επέλεξαν να ζήσουν χωρίς να τους επηρεάζει η ύπαρξή της. Είναι αυτοί, λοιπόν, που απέχουν απ’ τα σόσιαλ μίντια.

Έτσι, απαλλαγμένοι απ’ την αγωνία του πόσα λάικ θα πάρουν, επιζητούν επιβεβαίωση στις χειραψίες όσων συναναστρέφονται, στα βλέμματα, στους τόνους της φωνής και τα υπονοούμενα. Ζητούν εξηγήσεις, πλάθουν στιχομυθίες, κάνουν αστεία ή δηλώσεις, διατηρούν την επαφή και την επικοινωνία με τον απέναντι λίγο ακόμη ζωντανή, όπως τότε, όπως πριν. Πριν τον ιντερνετικό μας εγκέφαλο.

Αλήθεια, αν κάποιος μας ζητούσε να περιγράψουμε τον εαυτό μας, θα τολμούσαμε να το κάνουμε χωρίς να βασίσουμε την περιγραφή μας στη φωτογραφία μας με τα περισσότερα λάικ; Κι εκείνη στην παλιά κορνίζα που ήμαστε μικροί και χαμογελάμε χωρίς φίλτρο, φλας ή κάμερα υψηλών προδιαγραφών και μεγάλων pixel, μιας εποχής που κανείς δεν τολμούσε να σκεφτεί ότι θα είχαμε κάμερες στην τσέπη, εκείνη η φωτογραφία δεν είμαστε εμείς; Oι φίλοι μας στο Facebook κι οι λοιποί ακόλουθοί μας ποιον απ’ τους δύο ξέρουν;

Αυτοί, λοιπόν, οι αποστάτες φίλοι που υπάρχει από ένας, αν όχι και παραπάνω σε κάθε παρέα, πριν φτάσουν στο άλλο άκρο κι αρχίσουν να κατηγορούν την τεχνολογία και τα παιδιά της για όλα τα δεινά του πολιτισμού, των σχέσεων και της κοινωνίας, όταν ισορροπήσουν στην αντικειμενική μέση των πραγμάτων —κάτι που θα πετύχουν ευκολότερα απ’ οποιονδήποτε άλλον που περιμένει λάικ ή κόκκινη ειδοποίηση— θα σου πουν ότι κανένας απ’ αυτούς τους φίλους δεν ξέρει καμιά απ’ τις δύο εικονιζόμενες εκδοχές μας, κυρίως γιατί κι εμείς οι ίδιοι ξεχάσαμε ποιοι είμαστε τώρα πια που οι χοτ τελευταίες τάσεις καθορίζουν τι πρέπει να γίνουμε.

Ύστερα θα σου εξηγήσουν πώς είναι να ζεις στο σήμερα χωρίς να κάνεις ό,τι επιτάσσει το σήμερα και πάνω εκεί που θα σου εξηγούν πως οι φίλοι στο Facebook δεν είναι πραγματικοί φίλοι αν δε μιλάτε έστω έξω, θα αναλογιστείς σοβαρά πώς κάτι που σου περιγράφεται από κάποιον άλλο ως πρόβλημα εσένα σου έχει γίνει αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητάς σου και σε κάποιες περιπτώσεις κρίνεται μέχρι κι η πορεία των επαγγελματικών σου απ’ αυτό, μιας κι όσο πιο ισχυρός είσαι στα σόσιαλ, τόσο πιο επιβλητικός είσαι στο γραφείο.

Μεταξύ μας, θα βρεθείς πολλές φορές στη θέση να θες να τους ειρωνευτείς ότι αυτή τους η αποχή γίνεται μόνο και μόνο για να το παίξουν διαφορετικοί σε μια εποχή έντονης μαζικοποίησης. Θα σου πουν ειλικρινά ότι πάντα σκέφτονται να ενδώσουν και να κάνουν ένα λογαριασμό από περιέργεια ή από ανάγκη, όμως ακόμη αντιστέκονται σ’ αυτό που οι άλλοι γκρεμίζουν κάθε μέρα νομίζοντας ότι το χτίζουν. Κι αυτό δεν είναι άλλο απ’ τη βασικότερη ανθρώπινη ανάγκη, την ανταπόκριση.

Είναι πιο σημαντική και απ’ την ανάγκη για νερό, ας πούμε. Γιατί ακόμη και να ποστάρεις ότι διψάς, άλλη σημασία θα έχει πάντα ν’ ακούς τη φωνή σου να φτάνει αληθινή και παρούσα στον απέναντι όταν το λες. Και κατόπιν, ένα αληθινό κι εξίσου παρόν ποτήρι νερό να έρχεται για να σβήσει τη δίψα σου απ’ αυτόν, που ήταν εκεί για ν’ ανταποκριθεί αληθινά.

Όμως αυτό μας το είχε πει κάποια στιγμή στο παρελθόν αυτός ο αποστάτης απ’ τα σόσιαλ φίλος, έτσι; Κι αφού μας το είπε ότι οι οθόνες δε μας ξεδιψάνε, εμείς γιατί ακόμη τις κοιτάμε;

 

Συντάκτης: Πέπη Νάκη
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου