Είναι σχεδόν αναγκαίο να ζει κάνεις τη ζωή του με πάθος και να εκφράζεται για όλα εκείνα που πιστεύει κι αγαπά. Τι θα ήμασταν άλλωστε αν δεν μπορούσαμε να παθιαζόμαστε με μικρά πράγματα, ανθρώπους, μουσικές και τραγούδια; Τι θα ήταν κάνεις αν ζούσε τη ζωή του χωρίς αυτό το έντονο κι επίμονο συναίσθημα που κατακλύζει το μυαλό, τη ψυχή και το σώμα; Ίσως χωρίς να ήμασταν ένα τίποτα, ένα ον που απλώς υπάρχει, ένα ρομπότ αν το προτιμάτε καλύτερα. Η δύναμη του πάθους για όσα αγαπάμε, στην τελική, είναι που μας οδηγεί καμιά φορά προς την επίτευξη των ονείρων μας και των στόχων μας. Ωστόσο, αυτό το πάθος που πηγάζει από μέσα μας γίνεται ταυτόχρονα καύσιμο και φρένο! Είναι δηλαδή εκείνο που μπορεί να γίνει ένας μεγάλος μαγνήτης πάνω μας που έλκει ή διώχνει μακριά τους ανθρώπους.
Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε δικές μας μικρές απολαύσεις με τις οποίες παθιαζόμαστε και δίνουμε την ψυχή μας για να τις έχουμε. Παθιαζόμαστε με τη δουλειά μας, τη μουσική, τη γυμναστική, τη μαγειρική, τον έρωτα, την επαφή, τις τέχνες κι ένα σωρό άλλα, ο κάθε ένας για δικούς του λόγους, ο κάθε ένας σε διαφορετικές δραστηριότητες και καταστάσεις. Κι όσο πιο πολύ παθιαζόμαστε εμείς οι ίδιοι με κάτι, άλλο τόσο τείνουμε να ερωτευόμαστε ανθρώπους που παθιάζονται και δίνουν όλο τους το είναι για όλα εκείνα που νοιάζονται κι αγαπούν. Γιατί άραγε να ερωτευόμαστε τέτοιους ανθρώπους;
Κάπου είχα διαβάσει ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο θελκτικό από έναν άνθρωπο που έχει την ικανότητα να παθιαστεί με κάτι και μάλλον θα συμφωνήσω. Οι άνθρωποι που παθιάζονται για όλα εκείνα που αγαπούν, φανερώνουν ανθρώπους που δεν παραιτούνται εύκολα όσες δυσκολίες κι αν αντιμετωπίσουν, ανθρώπους που δε φοβούνται να εμπλακούν συναισθηματικά, ανθρώπους που μένουν «πιστοί» απέναντι σε αυτά που πιστεύουν κι αγαπάνε ακόμα κι όταν όλα κι όλοι είναι εναντίον τους.
Έτσι λοιπόν, το πάθος τους για οτιδήποτε δικό τους γίνεται μαγνήτης που μας τραβάει ανεξέλεγκτα κοντά τους. Ελκόμαστε, όχι μόνο από την ενέργεια που επιδεικνύουν, αλλά από το γεγονός ότι κάνουν το πάθος τους στάση ζωής. Ελκόμαστε από τον τρόπο με τον οποίο ανακαλύπτουν τις ροπές τους. Και ταυτόχρονα εκπέμπουν έναν ερωτισμό που δεν περιμένει να ξεπροβάλει επειδή μας γνώρισαν ή μας ερωτεύτηκαν και τους ερωτευτήκαμε, αλλά επειδή ούτως ή άλλως βρίσκει το μυαλό τους δρόμους να εκδηλώνεται, ακριβώς διότι νοηματοδοτούν τη ζωή τους με όσα πραγματικά τους ταιριάζουν και δε στέκονται μίζεροι και μισοί.
Όμως είναι αναπόφευκτο, μερικές φορές να μισούμε τους ανθρώπους αυτούς για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Τι εννοώ μ’ αυτό; Ότι είναι χιλιάδες οι φορές που ίσως να πιάσαμε τους αυτούς μας να μην μπορούν να καταλάβουν γιατί κάποιοι άνθρωποι ή ακόμα κι οι άνθρωποί μας παθιάζονται τόσο πολύ με μια ιδεολογία, με ένα κίνημα, με μια στάση ζωής. Αποστρεφόμαστε από το να τους βλέπουμε να δίνουν την ψυχή και το σώμα τους σε οτιδήποτε εμάς μας φαίνεται περίεργο ή λάθος και συχνά δεν καταβάλουμε προσπάθεια να κατανοήσουμε το πάθος τους.
Από την άλλη πάλι θα έλεγε κανείς ότι μπορεί τέτοιοι άνθρωποι να μας φοβίζουν. Αν εμείς οι ίδιοι δεν έχουμε ποτέ νιώσει εκείνο το έντονο συναίσθημα για το όποιο μιλάμε, τότε είναι πολύ πιθανόν να μας δημιουργεί ένα στρες που προκύπτει από τη σύγκριση αυτός που έχει βρει αυτό που αγαπά μέσω της απόφασής του να εκτεθεί σε αυτό. Κι είναι δύσκολο να αγαπήσεις κάτι το οποίο σε κάνει να βλέπεις τις ελλείψεις σου.
Τελικά, καμιά φορά είναι εφικτό να αγαπήσουμε και να μισήσουμε έναν άνθρωπο για τον ίδιο ακριβώς λόγο: για το πώς αγαπάει αυτά που αγαπάει. Ίσως ηα απάντηση βρίσκεται στον φόβο και κατά πόσο αυτός δημιουργεί κίνητρο. Εγώ πάλι, θα κρατήσω αυτό που πολύ όμορφα διατύπωσε κάποτε ο Βολτέρος, «τα πάθη για τον άνθρωπο είναι ό,τι ο άνεμος για τα ιστιοφόρα. Παρ’ όλο που μπορεί να τον καταστρέψουν, δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς αυτά».
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου