Μια μαυρόασπρη ταινία γυρισμένη με δύο μόνο ηθοποιούς και μία μόνο τοποθεσία, το σπίτι του ζευγαριού, αρκούν για να αναπαραστήσουν μια ολόκληρη σχέση. Η ταινία του Netflix, Malcolm & Marie, μας παρουσιάζει αβίαστα μέσα σε μιάμιση ώρα περίπου την ερωτική σχέση ανάμεσα σ’ αυτούς τους δύο πολύ διαφορετικούς ανθρώπους, που μέσα σε μια ολόκληρη νύχτα αναλύουν τον έρωτά τους. Όσο αλλοπρόσαλλο και μπερδεμένο ζευγάρι κι αν μοιάζουν, την ίδια στιγμή η χημεία που εκπέμπουν καθηλώνει. Η ταινία ξεκινάει με τους πρωταγωνιστές τη στιγμή που επιστρέφουν από την πρεμιέρα της νέας ταινίας του Μάλκολμ. Αυτός φανερά ευχαριστημένος από το αποτέλεσμα και κάπως μεθυσμένος, δεν μπορεί να κρύψει τη χαρά του, ωστόσο αυτή έχει έναν ελαφρύ εκνευρισμό στο πρόσωπό της ο οποίος θα γίνει και η αφορμή για να τους βρει το ξημέρωμα. Μετά από κάμποση ώρα θριάμβου, ο Μάλκολμ αντιλαμβάνεται τον προβληματισμό που υπάρχει και ρωτάει να μάθει τι συμβαίνει. Η Μαρί προσπαθεί να αποφύγει τη συζήτηση. Όσο η ώρα περνάει εντούτοις καταφέρνει να σπάσει τη σιωπή της και να του υπενθυμίσει ότι παρά το γεγονός ότι ευχαρίστησε τους πάντες στο λόγο του, δεν αναφέρθηκε καθόλου σ’ εκείνη. Αυτό το μικρό γεγονός θα γίνει η πρόφαση για μια νύχτα όπου το ζευγάρι θα συζητήσει, θα τσακωθεί και κυρίως θα ερωτευτεί ξανά πριν τους βρει το ξημέρωμα.
Από την κουζίνα, στην κρεβατοκάμαρα μέχρι και στο μπάνιο, το ζευγάρι κρατάει την έντονη αυτή αντιπαράθεση και βγάζει όσα κράταγε καιρό. Κάτι το οποίο ίσως να σου ακούγεται γνώριμο μιας και δεν είμαστε λίγοι όσοι έχουμε ζήσει κάτι αντίστοιχο. Μέσα λοιπόν από τους διαλόγους αλλά και τη σκηνοθεσία που εστιάζει όλη της την προσοχή στις συνομιλίες τους, μας κάνει να ταυτιστούμε και να αντιληφθούμε το μεγαλείο της κάθε σχέσης αλλά και την ανάγκη να εστιάζουμε στο παρόν. Επικεντρώνεται στο μοναδικό φορτίο του κάθε ανθρώπου, με το οποίο μπαίνει σε μια σχέση και δεν το αποχωρίζεται κατά τη διάρκειά της. Στην περίπτωση της ταινίας, η Μαρί μπαίνει στη σχέση με έναν παλιό εθισμό, ενώ ο Μάλκολμ με ένα έντονο παρελθόν με προηγούμενες σχέσεις. Όποιο όμως φορτίο κι αν είχαν να τους ακολουθεί, μπήκαν και έφτιαξαν αυτήν τη σχέση και επέλεξαν να μην αφήσουν το παρελθόν να γίνει ο τοίχος που θα τους εμποδίσει από το να προχωρήσουν. Κι από αυτό μπορούμε όλοι μας να μάθουμε πράγματα!
Γνωρίζοντας ένα νέο άνθρωπο, δε θα έπρεπε να κρίνουμε ποτέ τη βαλίτσα με το παρελθόν που έχει μαζί του. Για την ακρίβεια, δε θα έπρεπε καν να ανοίξουμε το φερμουάρ να δούμε τι περιέχει αν δε μας το ανοίξει μόνος του. Πριν από εμάς είχε τη δική του ζωή, φίλους, δυσκολίες, προβλήματα και πάει λέγοντας. Ποιος άλλωστε δεν έχει; Πολλές φορές όμως ξεχνάμε αυτήν την κατά τα αλλά σημαντική λεπτομέρεια και απαιτούμε από τον σύντροφο μας να διαγράψει τα πάντα πριν από εμάς. Κρατιόμαστε απ’ το παρελθόν σαν πεισμωμένα πεντάχρονα και αρνούμαστε να το βάλουμε εκεί που πρέπει. Έχουμε την τάση να κοιτάμε τις προηγούμενες σχέσεις ή καταστάσεις του άλλου και να κρίνουμε. Κουβαλάμε κατ’ αυτόν τον τρόπο τη βαλίτσα στις πλάτες μας, χωρίς να αφήνουμε καν να ακουμπάει στα ροδάκια. Και τελικά βρισκόμαστε κι εμείς στην ίδια θέση αφού κι άλλος κρατάει τη δική μας βαλίτσα.
Δεν αντιλαμβανόμαστε το γεγονός ότι το παρελθόν το δικό μας, του συντρόφου μας και του κάθε ανθρώπου, είναι αυτό που μας οδήγησε με μαθηματική ακρίβεια στη στιγμή και την κατάσταση του παρόντος. Σκέψου απλά, πως αν άλλαζες ένα έστω τόσο δα μικρό βηματάκι, το παρόν σου θα ήταν τελείως διαφορετικό. Το γνωστό φαινόμενο της πεταλούδας, το οποίο εμπεδώσαμε και πάλι μέσα από μια οθόνη.
Όπως και στην ταινία έτσι και στη ζωή, θα έπρεπε να βασιζόμαστε στον άνθρωπο που έχουμε τώρα κοντά μας, στην κατάσταση που είναι αυτήν ακριβώς τη στιγμή που μιλάμε. Η Μαρί είναι αυτή που είναι, λόγω των δυσκολιών που πέρασε. Κι αντίθετα ο Μάλκολμ είναι αυτός που είναι γιατί μέσα από τις πολλές του σχέσεις κατάλαβε τι έψαχνε. Θα έπρεπε λοιπόν να αγκαλιάζουμε το παρελθόν του κάθε ανθρώπου με τον ίδιο τρόπο που θέλουμε και οι άλλοι να κάνουν για εμάς. Θα έπρεπε να φτιάχνουμε το τώρα της σχέσης, να βλέπουμε πώς είναι το ταίρι μας με εμάς στο παρόν του κι όχι στο «πριν» του!
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη