Η σχέση με το σώμα μου, αυτός ο άγνωστος, είναι ίσως ένα από τα πιο μπερδεμένα και δύσκολα πράγματα που είχα να αντιμετωπίσω από πολύ μικρή ηλικία. Θεωρούσα πάντα ότι το «σωστό» και το πρέπον είναι να έχει κανείς ένα κατά τ’ άλλα λεπτό σώμα για να θεωρείται άξιος, αρεστός και θελκτικός. Ωστόσο, πότε μου δεν μπόρεσα να προσδιορίσω από πού μου καρφώθηκε ένας τέτοιος συνειρμός και γιατί στα χρόνια που θα ακολουθούσαν θα έβαζα ως στόχο στη ζωή μου να χάσω κιλά για να αρέσω. Έπρεπε, βλέπετε, να φτάσω σε μια μεγαλύτερη ηλικία για να καταλάβω ότι αυτό που για κάποιο παράταιρο κι ανεξήγητο λόγο κατέγραψα στο φτωχικό κι εφηβικό μου μυαλό, δηλαδή ότι ένα λεπτό χωρίς περιττά κιλά σώμα ισούται με τον έρωτα, την αγάπη, τις σχέσεις και την έλξη, δεν είναι η αλήθεια!
Εντούτοις, όλα κρύβονται, ξεκινούν και τελειώνουν μέσα μας. Κανείς άλλος δεν έχει αυτή τη μαγική ικανότητα να μας κάνει να πιστέψουμε στον εαυτό μας από εμάς τους ίδιους. Και κανένας δε θα έχει ποτέ τόση δύναμη που να μας κάνει να μάς δούμε με άλλα μάτια αν δεν το θέλουμε εμείς. Η εικόνα που έχουμε εμείς οι ίδιοι για εμάς είναι ακριβώς η ίδια με εκείνη που προβάλουμε κι εν τέλει αφήνουμε τους υπόλοιπους να δουν. Είναι εκείνη που δε μας καθορίζει φυσικά, αλλά εκείνη που επιλέξαμε εμείς να πιστέψουμε για μας. Εφόσον λοιπόν δεν αισθάνομαι καλά με το σώμα μου, για παράδειγμα, προβάλλω ακριβώς αυτό και φέρω στους άλλους την αύρα εκείνη που δε δηλώνει σε καμία περίπτωση αυτοπεποίθηση και σεβασμό προς εμένα. Αντίθετα όσο δεν αγαπώ, δέχομαι κι αποδέχομαι, δε θα μπορέσει και ποτέ να το κάνει κανείς άλλος για μένα.
Οι άνθρωποι έχουμε αυτή την περίεργη συνήθεια να εστιάζουμε στα εξωτερικά εκείνα στοιχεία -είτε επειδή κάποιοι άλλοι μας προκάλεσαν την ανασφάλεια, είτε εμείς οι ίδιοι σε εμάς- που δε θεωρούμε αγαπημένα. Κάθε φορά που κοιταζόμαστε στον καθρέφτη για μερικά δευτερόλεπτα μπορεί να μας αρέσει αυτό που βλέπουμε, αλλά μόλις μείνουμε εκεί για λίγα παραπάνω λεπτά αρχίζουμε να καταγράφουμε ένα ένα όλα εκείνα που δε μας ευχαριστούν. Κι αυτό κουβαλάμε και παίρνουμε μαζί μας, μια βαλίτσα γεμάτη τούβλα κι ανασφάλειες. Ασήκωτη, βαρετή και πάντα γεμάτη με αρνητικά σχόλια που ειπώθηκαν από εμάς για εμάς. Ασυναίσθητα αδειάζουμε το περιεχόμενο της βαλίτσας μας μέσα στις σχέσεις μας φιλικές και μη, ερωτικές ή όχι.
Πόσο δύσκολο είναι τελικά να αγαπήσουμε τον εαυτό μας; Πόσο πολύπλοκο, αν θέλετε καλύτερα, να καταλάβουμε τι ρόλο παίζουμε κι εμείς σ’ αυτό κι όχι οι γύρω μας; Είναι γεγονός ότι η πληροφορία γύρω από το πώς πρέπει να είμαστε, τι μαλλιά πρέπει να έχουμε, ποιο σώμα, ποια ρούχα και ποια ρουτίνα είναι ατελείωτη. Κι είναι τόσο εύκολο κι απλό να πέσουμε στην παγίδα της εποχής και να θέλουμε να ακολουθήσουμε όλες τις υποτιθέμενες τάσεις που παρουσιάζουν την αψεγάδιαστη εικόνα που χρειάζεται να έχει κανείς. Αυτή η κατά κάποιο τρόπο πίεση δεν έρχεται μόνο από το influencing. Δυστυχώς κάποτε είναι πολύ πιο κοντά μας και μπορεί να προέρχεται ασυναίσθητα από τους γύρω μας, το σύντροφο, τους φίλους ή ακόμα και την οικογένειά μας.
Θα τολμήσω να πω ωστόσο ότι αν αυτή η πίεση για την εικόνα μας έρχεται από την ερωτική μας σχέση ίσως να τσακίζει λίγο περισσότερο την αυτοπεποίθησή μας. Μέσα από τις ερωτικές μας σχέσεις έχουμε την ανάγκη να είμαστε αλλά και να νιώθουμε ποθητοί. Κι όταν αυτό δε συμβαίνει μα πατρονάρεται η ατομικότητα για να χωρέσει σε κριτήρια, κάτι μέσα μας σπάει. Είναι εκείνο το «αν δεν αλλάξεις θα χωρίσουμε», που μπορεί να μη λέγεται ευθέως, αλλά λέγεται κάθε μέρα μέσα από μικρές κι έμμεσες προσβολές. Κανείς δε θα έπρεπε να έχει τέτοια δύναμη πάνω μας. Με όρους ώστε να μας ελκύει ο άλλος δε χτίζει κάνεις σχέσεις. Πόσο μάλλον όταν είναι μόνο για την εικόνα του κι όχι το μυαλό του, την ενέργεια και την αύρα που έχει.
Κάπως έτσι και χτίζοντας με γερά θεμέλια τη σχέση που έχουμε με τον εαυτό μας δε θα επιτρέψουμε σε κανέναν να μας υποδείξει πώς πρέπει να είμαστε. Δουλειά μας είναι να κάνουμε τα κορμιά και τα μυαλά μας ευτυχισμένα, να μείνουμε πιστοί προς την εικόνα μας και να την αγαπήσουμε βελτιώνοντάς τη συνεχώς για τη δική μας ικανοποίηση. Κι αυτό ξεκινάει με τη συγχώρεση για όλες τις φορές που δεν το κάναμε.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου