Συχνά-πυκνά, μπαινοβγαίνουν στα σπίτια μας παρέες, φίλοι απ ‘τα παλιά, κολλητοί του μπαμπά και της μαμάς -που πλέον έχουμε γίνει οικογενειακοί φίλοι-, μαζί με τα παιδιά τους, τα αδέλφια τους κι όλο το σόι. Κάπως έτσι, συνάπτονται σχέσεις γερής και τίμιας φιλίας ανάμεσα σε οικογένειες. Και τα τραπέζια πάνε κι έρχονται μαζί με τα αστεία, τα πειράγματα και τα παιχνίδια. Πάντοτε υπάρχει και προσεγμένο σπιτικό φαγητό απ ‘τις νοικοκυρές μαζί με το καλύτερο ποιοτικό κρασί για να πάει καλά η ημέρα.
Είναι καθιερωμένο τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα και μόνο μία λέξη μπορεί να χαρακτηρίσει τις στιγμές εκείνες. «Ευτυχία». Ναι, είναι ευτυχία να περιτριγυρίζεσαι από άτομα που σε νοιάζονται και σε κάνουν να χαμογελάς. Σε ένα απ ‘τα συνηθισμένα τραπέζια λοιπόν, την ώρα που παίζεις σαν μικρό παιδί με τους μικρότερους μπαίνει μέσα ένας εκλεκτός καλεσμένος της άλλης οικογένειας με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά -κάτι τέτοια χαμόγελα εύκολα μπορεί κανείς να τα ερωτευτεί άθελά του. Γι ‘αυτό συνιστάται προσοχή.
Μπορεί να είχατε συναντηθεί κάπου τυχαία, να κουτουλήσατε στον δρόμο, να γνώριζες ποιος είναι και με τι ασχολείται, αλλά ποτέ ξανά δεν είχες παρατηρήσει από κοντά το υπέροχο, λαμπερό κι αισιόδοξο χαμόγελο. Ποτέ ξανά δε σου είχε κινήσει το ενδιαφέρον εκείνο το άτομο ούτε από κοντά, αλλά ούτε κι από μακριά.
Δεν είναι κάπως τρελό? Τα ξαφνικά βέβαια είναι τα καλύτερα όπως λένε κι η αλήθεια είναι πως ήταν περίεργα αιφνιδιαστικό, σαν από μηχανής Θεός που ήρθε να σου ομορφύνει κι άλλο την ημέρα. Πάνω στην κουβέντα, σου θυμίζει εκείνους τους παλιούς ανθρώπους που είχαν τιμή, μεγαλείο, χαρακτήρα και παράδοση στην πλάτη τους. Εκείνοι οι άνθρωποι σου άρεσαν πάντα και μόνο αυτούς εκτιμούσες. Είναι αληθινοί και καθώς πρέπει με σεβασμό κι αξίες.
Αναζητούσες στο βλέμμα αυτό μια αλήθεια κάθε φορά, σε κάθε γιορτή και τραπέζι που συνευρισκόσασταν. Κάτι σαν να έκρυβε όμως. Κάτι μυστήριο πλανιόταν στον αέρα σας. Μπορεί κανείς να αντικρίσει στα μάτια του κάτι το διαφορετικό απ ‘τα υπόλοιπα και τα συνηθισμένα. Δεν έχουν πράσινο χρώμα μήτε γαλάζιο. Είναι μαύρα, μαγικά. Κι έτσι μετά το χαμόγελο αυτό εστιάζεις σε εκείνα που πραγματικά, είναι τόσο όμορφα. Αυτά τα μάτια, πετάνε σπίθες πάνω σου, σε φέρνουν κοντά του ανεξήγητα. «Γι’αυτές τις αλλαξοματιές ζούμε», σκέφτεσαι. Επιμένει τόσο έντονα και το αποδεικνύει ξεκάθαρα όταν κολλάει και χάνεται στο δικό σου πρόσωπο.
Έχει κερδίσει ήδη την εκτίμηση και τον θαυμασμό σου. Αναρωτιέσαι ποιος ήταν ο τελευταίος άνθρωπος που θαύμασες ποτέ και το μυαλό σου κολλάει, μπερδεύεται. Κοκκινίζεις απ ‘την ντροπή σου όταν συνειδητοποιείς όλα αυτά που σκεφτόσουν τόση ώρα. Τι μπορεί να κάνει το μυαλό, αναρωτιέσαι. Μπορεί να σε τιθασεύσει σε σημείο που δε φαντάζεσαι ή να ομολογήσει τη φανερή αλήθεια σου, χωρίς να το καταλάβεις. Είχες το δικαίωμα όμως να σκεφτείς και να αναλογιστείς έτσι, αφού ο ίδιος σου το χάρισε απλόχερα με τις ματιές φωτιά.
Απ’ την άλλη, εσύ επιλέγεις να κρατήσεις το συναίσθημα ανομολόγητο και να μείνεις μακριά, το ίδιο κι η απέναντι πλευρά. Στην τελική, είναι το καλύτερο που μπορεί να συμβεί ώστε να μη χαλάσει κάτι όμορφο και φυσικά να μην καταστραφεί μια φιλία κι επαφή χρόνων που θα φέρει σε άβολη θέση εσάς και τις οικογένειές σας.
Οι οικογένειες πρέπει να είναι ενωμένες χωρίς να σπάσει κάποιο κομμάτι της χρόνιας αγάπης. Αν ήταν ξεκάθαρο και σίγουρο, φυσικά και θα μπορούσε να δημιουργηθεί κάτι όμορφο. Όμως όταν δεν είναι, καλύτερα να μην παίζεις με τη φωτιά και πόσο μάλιστα με κάτι τόσο σημαντικό, την οικογένεια.
Επιμέλεια Κειμένου Ευαγγελίας Μικέ: Πωλίνα Πανέρη