Όταν ήρθε σπίτι για πρώτη φορά, ήθελες συνέχεια να τον κοιτάζεις. Τον χάζευες με τις ώρες, τον χάιδευες κι ήθελες να μπορείς να τον αγκαλιάσεις. Ήταν μικρός κι εύθραυστος, σου έμαθαν να τον προσέχεις, να είσαι εκεί γι’αυτόν πάντα, να τον φροντίζεις και να τον υπερασπίζεσαι. Κι εσύ, έτσι πηγαία κι αυθεντικά τον αγάπησες απ’ την πρώτη επαφή.
Όσο μεγάλωνε ο μικρός σου αδερφός η σχέση σας πέρασε σαράντα κύματα. Όμως ποτέ δεν κλονίστηκε. Κάποιες φορές σε εκνεύριζε, τον ζήλευες, είχε πιο εύκολα πράγματα που εσύ πάλεψες να αποκτήσεις, γιατί ερχόταν δεύτερος κι ήταν όλα πιο απλά, ήταν όλα ξαναειδωμένα. Πάντα όμως ήταν το μικρό σου, το χέρι που δεν έπρεπε ποτέ να αφήσεις μόνο, το κεφαλάκι που δεν έπρεπε να χάσεις απ’ τα μάτια σου στο πλήθος ή τις αλάνες.
Κάπου γύρω στα 16 έκανε μια έκρηξη και σε πέρασε στο μπόι. Ύψωσε ανάστημα, ύψωσε φωνή, ύψωσε και λίγο τείχος και κάπου τον έχασες. Αντί να πιστέψεις όμως πως πλέον δε σε χρειάζεται, μέσα σου μια αντιφατικά μεγάλη ένταση με σιγουριά μεγάλη σου έλεγε πως ακόμη και τώρα σε χρειάζεται. Μεγάλωσε μα είναι ακόμα ο μικρότερος αδερφός σου.
Εννοείται πως όσο τον βλέπεις μικρό και θέλεις να του δώσεις τα χάδια και την προστασία σου αυτός εκνευρίζεται και σε διώχνει. Δε χρειάζεται τη μεγάλη του αδερφή να τον νταντεύει, έχει πια μεγαλώσει.
Κι όντως μεγάλωσε. Μεγάλωσε ξαφνικά κι απότομα. Και τώρα τον βλέπεις δίπλα σου στο μπαρ. Αν δεν ήταν αδερφός σου θα τον περνούσες για άντρα ολόκληρο. Θα τον θαύμαζες, μπορεί και να σου άρεσε. Κάνει πράγματα που κάνουν οι μεγάλοι κι όχι τα παιδιά. Το μυαλό σου δεν το χωράει μα προσπαθεί να το χωνέψει. Κυκλοφορεί κορίτσια, χάνεται σε κρυφά ραντεβού και σιγά-σιγά απομακρύνεται απ’ το να είναι παιδί.
Το παίρνεις απόφαση και ξαφνικά ένας καινούριος κύκλος της ζωής κάνει την έναρξή του. Ο μικρός μας αδερφός μεγάλωσε και πλέον μας προσέχει αυτός. Στέκεται επάξια σαν άντρας στο πλευρό μας. Μας φροντίζει, μας πηγαίνει στο σπίτι, μας κρατάει ζεστές όταν κρυώνουμε και μας κάνει συντροφιά στις μαύρες μας. Παρέα στις μοναξιές μας.
Πλέον μοιραζόμαστε τα μυστικά μας πιο εύκολα, μας λέει και καμιά συμβουλή για τους άντρες. Κυνηγάει κι όποιον μας πονέσει, αν χρειαστεί. Ο μικρός πλέον προσέχει τη μεγάλη. Οι ισορροπίες αντιστράφηκαν. Και τώρα δεν τον πηγαίνουμε εμείς απ’ το χέρι. Μας παίρνει αυτός και μας κυκλοφορεί στις εξόδους. Μας συνοδεύει στο μπαρ και στα ξενύχτια, πίνουμε μαζί ποτά και χορεύουμε ως το πρωί.
Μέσα μας φουσκώνουμε από περηφάνια. Ξεχειλίζουμε τόση που μοιάζει με εκείνη της μάνας για το παιδί, με έναν πολύ περίεργο, αλλά όμορφο τρόπο. Είναι το καμάρι μας, ο άντρας της ζωής μας, ο μόνος που θα μας αγαπά όπως είμαστε για όσα χρόνια κι αν περάσουν.
Καμαρώνουμε να μας συνοδεύει, καμαρώνουμε να τον βλέπουμε να καίει καρδιές κι ανησυχούμε μη βρεθεί κάποια που θα ραγίσει τη δίκη του. Όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσες ισορροπίες κι αν αλλάξουν, στην καρδιά μας θα είναι πάντα ο μικρός μας. Και θα θέλουμε να κάνουμε τα πάντα για να είναι ευτυχισμένος, να μη συννεφιάσει ποτέ το χαμόγελό του.
Του κάνουμε τα χατίρια κι όταν γκρινιάζει, βλαστημάμε. Όταν φωνάζει μας τινάζει τα νεύρα στον αέρα. Όταν δε μας ακούει, τρελαινόμαστε. Όμως όταν μας κάνει αγκαλιά, μια τεράστια αγκαλιά που μας κλειδώνει σε ακινησία ευτυχίας και δεν είναι σαν την εύθραυστη πρώτη μας αγκαλιά, όλα ξαφνικά ξεχνιούνται και παίρνουν άλλο νόημα.
Γιατί είναι αυτή η αντρική αγκαλιά που ποτέ δε θα μας προδώσει. Θα περιμένει πάντα να ενώσει τα σπασμένα μας κομμάτια.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη