Μάγκας τεράστιος ο εγωισμός. Δεν έχει αφήσει άνθρωπο για άνθρωπο ανέγγιχτο. Σε άλλους φωλιάζει κι ευδοκιμεί για πάντα. Σε κάποιους εμφανίζεται σαν πυροτέχνημα, έκρηξη αστραπιαία κι αναπάντεχη. Σε άλλους κατευνάζεται μετά κόπων και βασάνων, μετά μανίας συγκρατείται σαν ζώο ανήμερο που το κλειδώνουν στο κλουβί. Σε άλλους υποχωρεί με προσπάθεια κι υπομονή. Όμως μεγάλο θα είναι ψέμα αν λεχθεί πως κάποιος, κάπου, κάποτε, γεννήθηκε και πέθανε χωρίς τον εγωισμό μια φορά στη ζωή του να γνωρίσει.
Εμείς οι δυο εγωιστές πολύ δεν ήμασταν. Ήμασταν όμως όσο έπρεπε για να καταστραφούμε. Υπήρξε το τέλειο τάιμινγκ, το τάιμινγκ εκείνο που ύψωνε τον δικό μου εγωισμό όταν εσύ αποφάσιζες να λυγίσεις κι αντιστρόφως θέριευε τον δικό σου όταν αποφάσιζα να τσαλακωθώ στο πιο ταπεινό κουρέλι για να επιβιώσουμε.
Μάγκας κι αθάνατος ο εγωισμός. Δε λέει να μας αφήσει ούτε τώρα που μας χώρισε. Δεν διανοείται να μας χαρίσει άφεση αμαρτιών, να μας λυτρώσει απ’ τη φωτιά του. Έχει βαλθεί να μας κάψει τα σωθικά να κάψει μαζί κι ό,τι καλό απέμεινε μέσα μας από αυτά που ζήσαμε. Ακόμη και τώρα, ακόμη και τη στιγμή που ηττηθήκαμε κατά κράτος, που είμαστε στο πάτωμα αιμόφυρτοι, εκείνος μας κλωτσάει ακριβώς επάνω στις πληγωμένες μας μεριές.
Παιδί του λατρεμένο το «μία σου και μία μου». Εμείς το γνωρίσαμε καλά αυτό το παιδί. Είναι ύπουλο και πονηρό. Εκμεταλλεύεται την οργή σου ακριβώς τη στιγμή που πρέπει και σε καθοδηγεί σε λαχταριστούς πειρασμούς που υπόσχονται την ηδονή της εκδίκησης. Καταφέρνει το ξεδιάντροπο να σε κάνει να ξεχάσεις πως εκδικούμαστε μονάχα ανθρώπους που μισούμε, όχι όσους αγαπάμε και μας αγαπούν.
Προχωρώ, προχωράς. Σε πονώ, με πονάς. Σ’ αγνοώ, μ’ αγνοείς. Σε ξεχνώ, με ξεχνάς. Χώρισαν οι ζωές μας κι ακόμα τραβάμε το σχοινί στα άκρα. Το λες και παράνοια αν σκεφτείς ότι το σχοινί έχουμε καταφέρει καιρό να το κόψουμε. Μανία και λίγα λέω. Αυτό δείχνει πως ξεχάσαμε; Πως έχουμε προοδεύσει; Πως εξελίχθηκαν οι ζωές μας κι επιτέλους κοιτάμε το καλό μας;
Αν δεν απατώμαι αυτό δε λέγεται πρόοδος, αλλά μιζέρια σκέτη. Οπισθοδρόμηση κανονική. Ένα βήμα μπρος κι εκατό πίσω. Και πρόκειται για κόπο, πρόκειται για φθορά αυτό το ένα βήμα μπρος. Γιατί θέλουμε να κλείσουμε τα μάτια και να πιστέψουμε πως είναι ουσιώδες, όμως βαθιά μέσα μας τη βλέπουμε την οπισθοδρόμηση, τα μετράμε τα πισωγυρίσματα. Και μαθηματικά δε βγαίνει πορεία προς τα εμπρός όταν προσθέτεις ένα και μειώνεις εκατό.
Λαμβάνουμε αποφάσεις και προχωράμε σε κινήσεις που βάζουν ανάμεσά μας αποστάσεις χιλιομέτρων που δε διανύονται. Χτίζουμε τοίχους. Ποιοι εμείς! Εμείς που κάποτε πασχίσαμε να φτιάξουμε μια γέφυρα επικοινωνίας. Να γεφυρώσουμε το χάσμα μας.
Κι αναρωτιέμαι πόσο καιρό θα χαραμίσουμε. Αναρωτιέμαι πόσα εμπόδια ακόμη θα μας βάλουμε. Αναρωτιέμαι γιατί φοβάμαι πως δε θα μας φτάσει ο χρόνος. Δε θα αρκούν οι μέρες για εμάς. Θα συνεχίσουμε να περπατάμε προς αντίθετη κατεύθυνση με την πλάτη όμως γυρισμένη σ’αυτήν, κοιτάζοντας ο ένας τον άλλο στα μάτια. Θα χαραμίσουμε τα χρόνια μας να νομίσουμε πως προχωράμε ενώ στ’ αλήθεια δε θέλουμε να αντικρίσουμε τον προορισμό που βαδίζουμε.
Και τρέμω πως όταν θα έρθει η ευλογημένη εκείνη ώρα που αντί να περπατάμε ανάποδα θα τρέξουμε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου η απόσταση θα είναι τεράστια, ο χρόνος δε θα φτάσει. Θα παραπατήσουμε στα λάθη που κάναμε όσο περνούσε χωριστά ο χρόνος, θα λιποψυχήσουμε γιατί συνηθίσαμε χώρια, θα πέσουμε πάνω στα τείχη που χτίσαμε.
Προχώρα εσύ, να προχωρήσω εγώ, να πετύχουμε τους ηλίθιους σκοπούς μας. Κάνε πως ζεις, να κάνω πως ζω, να υποκριθούμε πως ζούμε ενώ μέσα μας κάθε μέρα αργοπεθαίνουμε.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη