Εσύ το ζήτησες κι εμείς το γράψαμε!

Στην ολοκαίνουρια στήλη του pillowfights φιλοξενούμε τις δικές σας ιδέες γι’ άρθρα. Συντάκτες κι αναγνώστες πιο κοντά από ποτέ.

Διάβασε, απόλαυσε και ζήτα!

Το θέμα ήταν μια ιδέα της Ειρήνης.

 

Και τι ζητάς; Έναν άγγελο απ’ αυτούς που δεν είναι στον ουρανό, έναν άγγελο που δεν πετά και φεύγει μακριά, έναν άγγελο απ’ αυτούς που τα φτερά τα ‘χουν στα μάτια και σε κάθε βλέμμα τους σε γαληνεύουν, σε ζεσταίνουν και σου δίνουν δύναμη για το πιο όμορφο ταξίδι του κόσμου, τη ζωή.

«Μπαμπά», ψέλλισες κάποτε κι εσύ όπως κι όλα εκείνα τα γλυκά μωρά με τα ακαταμάχητα γελάκια και τα κόκκινα μαγουλάκια, μιμούμενος απλά ήχους, που όμως κρύβουν μέσα τους αγάπη, βιολογικούς δεσμούς αδιάσπαστους, μοναδικούς. «Μπαμπά», είπες μεγαλώνοντας και πάλι με μια μπάλα ή μια κουκλίτσα στο χέρι για να παίξετε μαζί, με μια αλλόκοτη ζωγραφιά  που είχες φτιάξει για εκείνον, με το ποδήλατο που με τόσο κόπο κατάφερες να ισορροπήσεις, με τους άριστους βαθμούς στο σχολείο κι εκείνο το περήφανο βλέμμα. «Μπαμπά», φώναξες κι αργότερα, με εκείνες τις εφηβικές σου απορίες, με εκείνα τα απροσδιόριστα νεύρα, τα ξαφνικά κλάματα, με εκείνους τους πρώτους έρωτες, με τον κόσμο που απλωνόταν ολόκληρος μπροστά σου δελεαστικός, αλλά και τρομακτικός μαζί.

Ο μπαμπάς λείπει, δουλεύει, ταξιδεύει ή ταξίδεψε για πάντα. Ο μπαμπάς δεν μπορεί γιατί δε θέλει ή γιατί όσο κι αν θέλει, δε γίνεται. Ο μπαμπάς δεν έμαθε να σε αγαπά ή δεν έμαθε να το δείχνει ή δεν πρόλαβε να σ’ αγαπήσει. Έφυγε επειδή δεν ήθελε να μείνει ή επειδή δεν ήθελε η ζωή να τον κρατήσει άλλο εδώ. Και τώρα θα κλοτσήσεις μόνος την μπάλα στον τοίχο, δε θα τον ακούσεις να λέει πως εσύ είσαι η κουκλίτσα του, θα ντραπείς, θα στενοχωρηθείς ή θα θυμώσεις όταν η δασκάλα στο σχολείο θα ζητήσει να γράψεις μια μικρή έκθεση για τις στιγμές με τον μπαμπά σου, θα βιαστείς να μεγαλώσεις για να γίνεις εσύ ο άντρας που δεν ήταν εκείνος ή θα ψάξεις απεγνωσμένα για μια άλλη αγκαλιά, ασφαλή κι ολόδική σου.

Θα παραστρατήσεις, επειδή δεν ήταν εκεί για να σου πει «πρόσεχε», για να σου πει «όχι», για να σου δείξει το δρόμο που εσύ τώρα χάνεις ή θα γίνεις πιο προσεκτικός, γιατί το χρωστάς σε εκείνη τη μάνα, που δε λύγισε ποτέ, που δεν της αξίζει άλλη στενοχώρια, που ξαγρυπνά ανήσυχη και μόνη, που ζει για σένα και μόνο.

Θα σηκώσεις το βλέμμα στον ορίζοντα και θα σου ξεφύγει ένα ακόμη μελαγχολικό και γεμάτο παράπονο «γιατί ρε πατέρα;» ή θα κλειδώσεις τα «γιατί» σε εκείνο το συρτάρι μαζί με τις φωτογραφίες του και θα πας παρακάτω. Θα ανυπομονείς για τη στιγμή που θα γίνεις εσύ ο πατέρας που δεν ήταν εκείνος για σένα, ο πατέρας που θα στηρίζει το παιδί του να μην πέσει απ’ το ποδήλατο, που θα δακρύσει με τους άριστους βαθμούς του, ο πατέρας που θα μιλά για έρωτα, σεξ, προστασία, απογοήτευση, ο πατέρας που φοβάται, αλλά δε φοβίζει και πάνω απ’ όλα δε φεύγει, ή δε θα γίνεις ποτέ πατέρας, γιατί δε θες να απογοητεύσεις κανέναν όπως απογοήτευσε εκείνος εσένα.

Και τι ζητάς, Ειρήνη; Ζητάς ειρήνη. Στο μέσα σου. Να μη μισείς κανέναν. Να μη μισείς εκείνον τον πατέρα που έφυγε ή που έλειπε, ούτε το Θεό, τη μοίρα, τη ζωή που στον πήρε. Να κρατήσεις εκείνες τις όμορφες στιγμές μαζί του που έζησες, που θυμάσαι, που είδες σε βιντεοκασέτες και φωτογραφίες, που σου περιέγραψε η μαμά σου, που δεν έζησες, αλλά που φαντάζεσαι ότι θα ζούσες αν εκείνος ήταν εδώ. Να συμφιλιώσεις το παιδικό σου παράπονο με εκείνον τον εφηβικό σου θυμό κι εκείνη την ενήλική σου απογοήτευση και να προχωρήσεις. Να προχωρήσεις όπως εσύ θες κι όπως εσύ θεωρείς ότι σου αξίζει.

Συντάκτης: Εβίτα Λυκούδη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη