Το δημώδες «τα εν οίκω μη εν δήμω» μέχρι προσφάτως ήταν ένα υπερεκτιμημένο και κάπως πιασάρικο κλισέ, μέχρι που τα social media κι η υπερέκθεσή μας σε αυτά μας έκανε –κάποιους από εμάς τουλάχιστον– να αναθεωρήσουμε και την ουσία και το περιεχόμενο αυτής της φράσης.
Παντού κυριαρχούν τα καλοστημένα στιγμιότυπα. Ταξίδια σε εξωτικούς προορισμούς, τέλεια κορμιά, τέλειοι επαγγελματίες, τέλεια ζευγάρια που ζουν τον έρωτα μπροστά στα φώτα μιας selfie, τέλειες βραδιές με φίλους και πάει λέγοντας.
Εκεί κάπου ανάμεσα σε αυτήν την τελειότητα, υπάρχουν και κάποιοι άνθρωποι που ακολουθούν αυτές τις ζωές, βάζοντας τη δική τους σε δεύτερη μοίρα. Καταλήγουν να ζηλεύουν και να νιώθουν μειονεκτικά. Γιατί; Επειδή δεν κάνουν κάτι καλά; Επειδή κάπου υστερούν; Γιατί τέτοιες συμπλεγματικές συμπεριφορές;
Και θα ήταν δικαιολογημένο κάτι τέτοιο στην περίπτωση που όλη αυτή η εικονική πραγματικότητα ήταν πραγματικότητα. Αλλά είναι τίποτα από όλο αυτό το φαίνεσθαι απτό; Υπάρχει έστω κι ένα ψήγμα αλήθειας στο διαρκές marketing και στο πλασάρισμα της εικόνας μας στα μίντια; Ή όλο αυτό είναι μια τεράστια φούσκα που σκάει κάθε φορά που κλείνει η κάμερα, κάθε φορά που τελειώνει το ανέβασμα μιας φωτογραφίας;
Έχουμε καταντήσει να ζούμε σε δυο πραγματικότητες. Αναζητούμε τα 15 λεπτά διασημότητας του Andy Warhol. Δημιουργούμε σκηνικά, κάνουμε τους ενδυματολόγους και τους φωτιστές για να πουλήσουμε ένα και μόνο προϊόν, τον εαυτό μας. Μια τέλεια εικόνα, μιας τέλειας στιγμής, σαν εκείνη την παλιά διαφήμιση με το βούτυρο, αιχμαλωτισμένη σε μερικά πίξελ στη διάθεση μιας σωρείας πελατών, με τιμή κάποια likes και παραπάνω follow. Για να ικανοποιήσουμε ποιον;
Ίσως όλα γίνονται για εκείνο το φιλάρεσκο, εγωπαθές, πλάσμα που όλοι –άλλοι μεγαλύτερο κι άλλοι μικρότερο– κρύβουμε μέσα μας. Το πλάσμα εκείνο που τρέφεται με την αποδοχή των άλλων. Των ξένων άλλων. Αποζητάμε τα likes σαν να είναι η ανάσα που μας δίνει πνοή. Σαν να είναι αυτό που δίνει νόημα στην ύπαρξή μας.
Χάσαμε και το χειρότερο είναι ότι συνεχίζουμε να χάνουμε την ανθρώπινη πλευρά μας. Την επαφή τη φυσική με τους άλλους ανθρώπους. Γίναμε αντικείμενα προς πώληση στο βωμό της εμπορευματοποίησης των πάντων. Κι από πάνω έχουμε και τη λανθασμένη και βλακώδη πεποίθηση ότι το κενό της ζωής μας θα το καλύψει μια άψυχη συσκευή και μια οθόνη.
Υποτίθεται ότι το ίντερνετ θα ήταν αυτό που θα έφερνε κοντά τους ανθρώπους απ’ τα πέρατα της Γης. Το μόνο που έχει καταφέρει να μας προσφέρει, όμως, δεν είναι άλλο από απέραντη μοναξιά κι εγκεφαλική απραγία κι απραξία. Με ποια γαμημένη δύναμη περιμένουμε οι γύρω μας να καταβάλλουν την οποιαδήποτε προσπάθεια να μας γνωρίσουν; Απ’ τη στιγμή μάλιστα που όλα όσα έχουμε, όλα όσα μας συμβαίνουν κι όλα όσα είμαστε τα μοιραζόμαστε φορά παρτίδα. Να μάθουν τι; Αφού είναι όλα εκτεθειμένα! Κορμί, σκέψεις, στιγμές, όλα σε κοινή θέα!
Κλείσ’ τα όλα! Δώσε την ευκαιρία σε κάποιον να σε γνωρίσει από κοντά κι όχι απ’ τις πληροφορίες του προφίλ σου. Μίλα! Άκου τη φωνή σου και νιώσε το πρωτόγνωρο αίσθημα στο άκουσμα της φωνής του άλλου. Εκεί που προσπαθείς ακόμα να αποκωδικοποιήσεις το ύφος του, το χρώμα και τον τόνο στη φωνή του. Κι όχι τα emoticons και τα μηνύματά του σε μια φόρμα κοινωνικής δικτύωσης. Άσε κάτω το κινητό σου. Τι θα έκανες αν ζούσες τη μαγική εποχή των 80’s και των 90’s και δεν το είχες;
Άσ’ το κάτω το ρημάδι που έγινε αυτό smart και χάζεψες εσύ εντελώς. Μίλα στον τύπο που ξεροσταλιάζει δυο ώρες να σε κοιτάει στο μπαρ. Πιες ένα ποτό μαζί του. Δώσε του την ευκαιρία να σε φλερτάρει. Και πού ξέρεις; Μπορεί να καταλήξεις αντί να περνάς τα βράδια σου με το κινητό, να τα περνάς μαζί του. Αν όχι, μια γνωριμία κι ένας νέος φίλος δεν έβλαψαν ποτέ κανένα. Ένας νέος άνθρωπος στη ζωή μας είναι πάντα ένα πολύτιμο μάθημα. Μια συσκευή τι μπορεί να είναι; Εκτός από συσκευή αποχαύνωσης του ιδιοκτήτη της, φυσικά. Μονάχα ένα μέσο ανακύκλωσης πληροφοριών, χρήσιμων και μη, υπερφίαλων και σημαντικών.
Μη χάνεσαι και μην αναλώνεσαι. Μη σκορπίζεις τη φαιά ουσία της ύπαρξής σου σε πράγματα που μετά από ελάχιστες στιγμές δε θα έχουνε καμιά αξία. Άρπαξε τη ζωή απ’ τα μαλλιά. Είναι μικρή η άτιμη, περνάει σαν νερό και ποτέ δε μας είναι αρκετή. Βάλε πάθος, έρωτα και ζωή στις μέρες σου, ώστε να μπορείς να πεις και να φωνάξεις όταν έρθει το τέλος σου κι η επιστροφή σου στην ανυπαρξία ότι έζησες και δεν επιβίωσες απλά για όσο διάστημα σου δόθηκε.
Αυτή τη στιγμή είσαι πιο νέος από όσο θα υπάρξεις και πιο γέρος από όσο έχεις υπάρξει ποτέ, είναι ύβρις να πετάς έτσι τις στιγμές σου στα σκουπίδια. Ρούφα τη ζωή σαν να ζεις για τελευταία φορά. Αγαπά σαν να είναι να πεθάνεις αύριο. Τότε και μόνο τότε θα έχεις την ευκαιρία να γεμίσεις το κάθε κενό στη ζωή σου.
Η έγκριση του κόσμου είναι περιττή, όταν είναι να κάνεις αυτό που ζητά η καρδιά σου κι ό,τι λαχτάρα να γευτεί η ψυχή και το κορμί σου. Ποιος είναι, άλλωστε, τόσο αλάθητος κι ακέραιος που να μπορεί να δικάζει τους άλλους; Γιατί να αφήσεις μερικούς αγνώστους να κρίνουν την αξία σου και τη σημασία που έχεις στις ζωές των άλλων;
Ξεπέρνα τις οποίες αναστολές έχεις, ζεις μόνο μία φορά κι αν είναι να μετανιώνεις για κάτι, καλύτερα αυτό να είναι μια δυνατή εμπειρία που έζησες κι όχι το ότι πέρασες αδιάφορα από αυτόν εδώ τον κόσμο, πίσω από μια βιτρίνα με την επιγραφή: «Μην αγγίζετε, μη νιώθετε, μη ζείτε».
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη