Υπερανάλυση: ανάλυση υπέρ του δέοντος, που ξεπερνά τα χαοτικά της όρια. Φωλιάζει μέσα σε άλογα περιθώρια κι αποτελεί τάση ασφάλειας και δείγμα ανασφάλειας. Θύματά της άπαντες και κανείς, ανάλογα με τη μεριά που στέκεσαι. Κάποιες φορές είσαι κι εσύ θύμα της και σ’ αγκαλιάζει η παρηγορητική της θηλιά. Είσαι ολίγον τι σκλάβος της, όμως νιώθεις σιγουριά μπρος στον άυλο αφέντη σου. Κίνητρο για ακόμη μια φορά ο φόβος, αιώνιος φταίχτης και μάστερ στη δικαιολόγηση των άβολων στιγμών μας. Φόβος, αδυναμία, ατολμία στο ρίσκο κι η υπερανάλυση έχει όλες τις λύσεις. Απλώς σκέψου με πάθος.
Σκέψου σαν να μην υπάρχει αύριο, σαν να προσπαθείς να πλάσεις νοητά όλα τα πιθανά σενάρια. Άτιμη ζωή, ποιο σενάριο σκαρώνεις και θες να προβάλεις πάλι, αφήνοντάς μας αδιάβαστους; Κατά πόσο είναι ο αυτοσχεδιασμός το φόρτε μας; Ανήκουμε μάλλον στα κουτάκια των σκέψεών μας, τα ελεγχόμενα. Πόσο πιο ξεκάθαρα να το θέσουμε πια; Ξεκάθαρα, δυνατή λέξη που αναζητούμε κι έχουμε την ανάγκη της. Έχουμε την ανάγκη, να μας δοθεί απ’ άλλους. Το «ξεκάθαρα» κάνει εξορκισμό σ’ όλα τα πιθανά εφιαλτικά ενδεχόμενα. Γιατί είναι πάντα μαύρα;
Μέσα από ποια διόπτρα φοβική προσπαθούμε να τα οραματιστούμε. «Πιστεύω εις έναν Θεό, Πατέρα, Παντοκράτορα» κι εις ένα μέλλον λευκότερον, αμήν. Όμως, οι προσευχές μας πιάνουν τόπο όταν είμαστε ξεκάθαροι απέναντί τους. Προσευχή ν’ απαλλαγούμε από οτιδήποτε φορτικό και κουραστικό, κάθε που κουράζουμε κι εμείς οι ίδιοι τους εαυτούς μας, όταν παγιδευόμαστε οικειοθελώς σε καλούπια φοβικά. Ο τρόμος δεν είναι ποτέ καλός σύμβουλος, η πολλή η σκέψη βλάπτει, ίσως και περισσότερο από τα τσιγάρα, μια καρκινογόνα υπερανάλυση απειλεί την υγεία μας και τα αυτοάνοσα καραδοκούν. Έπειτα, μας χτυπά την πόρτα κι η κούραση του περίγυρού μας, «Φίλε μας ζάλισες» λένε και φεύγουν. Αντίο, αν δε σας ξαναδούμε θα σας σκεφτόμαστε, το μόνο σίγουρο: εσάς κι ό,τι μπορεί να πήγε λάθος.
Κατάρα τα λάθη και τα σκεφτόμαστε κι αυτά. Σκέψη υπερτροφική, αυτοκαταστροφική και παρασιτική, κολλάει πάνω μας σαν βδέλλα η ανασφάλεια της υπερανάλυσης. Σκέφτεται και ζητά αποδείξεις από τα θύματά της. Οι άνθρωποί μας περνάν’ ανακριτήριο δίπλα μας και κατηγορούνται άσκοπα κι άθελά μας. «Πες μου πόσο μ’ αγαπάς και σε τι ύψος βγαίνει πια αυτός ο ουρανός. Πες μου, αλλιώς θα σκέφτομαι αν το εννοείς! Κι αφού το πεις, κατά πόσο το εννοείς; Βρε μπας και μας δουλεύεις;» Ας το σκεφτούμε λίγο πιο διεξοδικά.
Κι οι σκέψεις έχουν διάρκεια και παίρνουν χρόνο και γερνάνε μαζί μας, ή γερνάνε εμάς. Εμείς σεναριογράφοι ή σύγχρονες Πυθίες μαντεύουμε το μέλλον. Το μέλλον στο κεφάλι μας έχει ένα μαύρο πλάνο γι’ αυτό και μας προβληματίζει. Δεν έχουμε σημάδια, φόβο έχουμε, και μας πήρε η μαυρίλα και μας πλάκωσε. Ταφόπλακα σκέψεων μάς σκεπάζει και το χώμα είναι ασήκωτα βαρύ.
Ο θάνατος ο πνευματικός καταφθάνει όταν τον προσκαλέσεις. Και τελικά, ζεις ποτέ αληθινά όταν φοβάσαι τη ζωή; Δεν είναι ζωή η πολλή η σκέψη. Η υπερανάλυση κάθε στιγμής, κάθε πνοής και βήματος φυσάει διακριτικά το καντήλι σου και το νήμα της ζωής τεντώνει. Μπρος στη θέα μιας τεντωμένης κλωστής, πόσο κουραστικό να σκέφτεσαι διαρκώς όλα όσα φοβάσαι. Τι κάνουμε μπρος στην πιθανότητα ενός αυθόρμητου βήματος, βήμα ανεξαρτησίας κι απελευθέρωσης από τα δεσμά της ανασφάλειας; Η σκλαβιά έχει αρνητικό απόηχο σε κάθε της μορφή, άρα θεωρητικά, το καλωσορίζουμε. Από την άλλη όμως, ας το σκεφτούμε λίγο. Και λίγο ακόμα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου