Έχεις αναρωτηθεί πού αναζητάς το ρομαντισμό; Ζούμε σε μία εποχή που κυριαρχεί η φράση «περνάω καλά» και δίνουμε περισσότερο σημασία στην ηχώ της λέξης «σχέση» παρά στον ορισμό και την έννοιά της. Έχουμε αποκόψει κάθε επαφή με τα πραγματικά μας συναισθήματα γιατί έτσι μας έχει επιβάλλει η σημερινή κοινωνία κι η νοοτροπία που αυτή ακολουθεί.
Κάθε ευαισθησία και συναισθηματική μας ανάγκη έχουν κρυφτεί στα πιο σκοτεινά σοκάκια αυτού του κόσμου, σαν να είναι κάτι απρόσιτο και παράνομο. Εσύ πώς αναζητάς τον ρομαντισμό; Δε σου μάθανε, παιδί μου, πως δεν είναι της μόδας πια; Τι προσπαθείς να διασώσεις κι από τι, όταν εμείς οι ίδιοι, εκούσια, φτάσαμε εδώ που φτάσαμε;
Παντρέψαμε τις σχέσεις με τα ρολόγια και τους δώσαμε ορισμό αρχής, μέσης και τέλους. Πρωτοστάτες τα ρολόγια στις σχέσεις, ό,τι θέλουν αυτά μας κάνουν. Και δε θέλουν τίποτα άλλο παρά κύκλους. Χωρίζουν, βρίσκουν άλλους και ξαναπαντρεύονται. Και θα βάλω τα ρολόγια σαν δείκτες του χρόνου, όπως έχουμε βάλει τις σχέσεις δείκτες της ζωής. Άλλωστε δεν είπες ποτέ τη σχέση σου, ζωή σου; Σ’ αυτήν ακριβώς τη φράση αναφέρομαι. Πόσο κράτησε όμως αυτή η «ζωή» σου; Μία βδομάδα, ένα μήνα;
Τα κάναμε όλα παροδικά και τους δώσαμε αξία, ενώ αφήσαμε τα μόνιμα, τα σταθερά σε μία άκρη. Τους βάλαμε ταμπέλα «δεδομένα» και τα παρατήσαμε στους δρόμους να κυκλοφορούν χωρίς επίβλεψη. Τόσο σίγουροι για τους εαυτούς μας. Κι η κοινωνία τους δείχνει με το δάχτυλο και γελάει. Γιατί όποιος επιμένει στα συναισθήματά τους είναι χαζός. Γιατί δεν έχει νόημα να παλεύεις να κρατήσεις κάτι απ’ τη στιγμή που υπάρχουν τόσα άλλα εκεί έξω να γευθείς. Τόσες άλλες τσίχλες να δοκιμάσεις.
Ναι, μάλιστα. Τσίχλες. Αυτό είναι πλέον οι σχέσεις. Βγαίνουν σ’ ό,τι γεύση θες, σ’ ό,τι χρώμα γουστάρεις, ακόμη και το μέγεθος τους είσαι σε θέση να επιλέξεις. Κι οι πιο extreme δοκιμάζουν παραπάνω από μία ταυτόχρονα. Για λίγο όμως πάντα. Μέχρι να φύγει η γεύση κι ο ενθουσιασμός της αρχής. Μέχρι να βαρεθείς και να φύγεις. Είδες πόσα κοινά, λοιπόν, έχουν μία σχέση και μία τσίχλα;
Ακόμα και στο περιτύλιγμα μοιάζουν. Φαίνονται όμορφες και νόστιμες και μόλις τις βάλεις στο στόμα σου, μόλις πάρεις γερή δόση, καταλαβαίνεις αν άξιζε ή όχι τα λεφτά που έδωσες. Και τις περισσότερες φορές δεν άξιζε. Κι αν αναρωτήθηκες ποτέ γιατί, η απάντηση είναι πως έδωσες λίγα για να τις πάρεις. Το φθηνό δεν είναι πάντα καλής ποιότητας, σωστά;
Δίνουμε τα πάντα για να πάρουμε και κάπου εκεί έχει χαθεί το νόημα του ρομαντισμού. Σου «αγόρασα» αυτό για να μου «αγοράσεις» κι εσύ κάτι παρόμοιο, κάτι της ίδιας αξίας. Όχι μικρότερης. Ποτέ μικρότερης. Θα φανείς πολύ λίγος. Και τα λίγα δεν είναι για μένα, δε μου φτάνουν. Οι βόλτες στις ακρογιαλιές, τα ηλιοβασιλέματα, οι ουρανοί γενικότερα, τ’ αστέρια. Πόσο κλισέ! Πόσο old fashion! Τι να σου κάνει μία βόλτα; Τι να σου χαρίσει; Αναμνήσεις; Τι είναι αυτές, πιάνονται;
Υλιστές. Αυτό είμαστε πλέον. Μόνο στα υλικά και τα χειροπιαστά δίνουμε αξία. Τα συναισθήματα τα βάλαμε σε κουτάκια και τα κλειδώσαμε. Μα ο ρομαντισμός δεν έχει να κάνει με τα υλικά, ξέρεις. Αντιθέτως. Ο ρομαντισμός είναι η έμφαση στα συναισθήματα. Είναι οι στιγμές που νιώθεις αγάπη κι ενθουσιασμό και δεν μπορείς να τα τιθασεύσεις. Κι όλα αυτά τα νιώθεις μέσα από ματιές κι αγγίγματα. Μέσα από ευαισθησίες κι αδυναμίες. Κι όλα αυτά μόνο εάν αφεθείς στο να το ζήσεις. Μόνο εάν παραθοδείς ολότελα σ’ αυτά. Διαφορετικά καταντάει παροδικό, ένα είδος ενθουσιασμού χωρίς ουσία. Άλλη μία τσίχλα.
Αρπάξτε τις στιγμές και ζήστε τις. Με κάθε δυνατό συναίσθημα, με όλο σας το είναι. Αφεθείτε, χαρείτε, πληγωθείτε, ζήστε. Αλλά τι σας λέω, δεν είναι της μόδας. Κρατήστε αυτό το προστατευτικό προσωπείο που φτιάξατε και κρυφτείτε καλά πίσω απ’ αυτές τις ασπίδες που έχετε κερδίσει. Πίσω απ’ τις ασπίδες του εαυτού σας. Ο ρομαντισμός ανήκει σε αυτούς που έχουν κερδίσει τον εαυτό τους.
Επιμέλεια κειμένου Μαρίας Διακουράκη: Ελευθερία Παπασάββα.