Άρνηση. Θυμός. Διαπραγμάτευση. Κατάθλιψη. Αποδοχή. Αν είχαν δίκιο, τουλάχιστον τώρα θα ήξερες σε ποιο στάδιο βρίσκεσαι. Τα πέντε στάδια της θλίψης, λένε. Του πένθους, τα ονόμασαν αρχικά. Του χωρισμού, τα είπαν άλλοι. Της θλίψης πάλι κατέληξαν να λένε κι έτσι είμαστε όλοι ευχαριστημένοι. Ευχαριστημένοι που έχουμε διαγνωστεί με θλίψη κι όχι απλά χωρισμό; Ποιος να ξέρει, μπερδεμένα πράγματα σου ακούγονται. Σε τελική ανάλυση, όλοι άνθρωπο χάσαμε. Όσο ισοπεδωτικό κι αν ακούγεται αυτό. Άσε που στου χωρισμού το πένθος ξέρεις πως ο άλλος είχε την επιλογή. Απλώς δεν ήθελε. Απλώς δε σε ήθελε. Πόσο απλά είναι όλα όταν δε θες. Πόσο περίπλοκα για αυτόν που ήθελε, όμως…
Και πάμε, λοιπόν, στη σειρά με την οποία υποτίθεται πως βιώνεις ένα-ένα τα στάδια αυτά. Άρνηση. Ακόμα αρνείσαι πως έχει φύγει οριστικά. Ένα μικρό κομματάκι σου, που επιλέγεις να παραμερίζεις, θέλει αυτό να ‘ναι προσωρινό κι όταν δει τι θα μπορούσατε να έχετε, θα σε ζητήσει πάλι. Είναι εκείνο το κομματάκι που έχει ακόμα αποθηκευμένες συνομιλίες, αλλά σε φάκελο κρυφό στο κινητό. Για να προσποιείσαι πως δεν υπάρχει, προσπερνάς. Κι απλά όταν σε πιάνει νοσταλγία, παράπονο, απογοήτευση –όπως πας θα φτιάξεις τα δικά σου στάδια της θλίψης–, τότε ανοίγεις δειλά-δειλά τον φάκελο αυτό για να θυμηθείς πως κάποτε σε έλεγε «μωρό μου», κάποτε σου έστελνε «μου λείπεις». Και μετά θυμάσαι πως τώρα δε σου λέει πια τίποτα. Κι έτσι γρήγορα και σπασμωδικά κλείνεις τον φάκελο, και τον κλειδώνεις ξανά καλά, λέγοντας στον εαυτό σου πως μια μέρα θα βρεις τα κότσια να τον διαγράψεις. Μια μέρα…
Και ξάφνου προσπερνάς δυο στάδια και πας στην κατάθλιψη, γιατί το κομματάκι εκείνο εξοντώνεται απ’ το υπόλοιπο εγώ σου, που ξέρει καλά πως ακόμα κι αν ο άλλος ποτέ αμφισβητήσει την επιλογή του, θα προτιμήσει να ζήσει με την αμφιβολία παρά να επιστρέψει. Πως η ξεροκεφαλιά, η αλαζονεία κι ο εγωισμός του δεν πρόκειται ποτέ να του επιτρέψουν να αναιρέσει τις επιλογές του. Ακόμα κι αν αυτές σημαίνουν πως διώχνει από τη ζωή του έναν άνθρωπο που λέει πως αγαπάει. Και κλείνεσαι και δε μιλάς, εσύ που πάντα τα λες όλα στους ανθρώπους σου, που μοιράζεσαι μαζί τους την κάθε σημαντική κι ασήμαντή σου σκέψη, το καθετί που νιώθεις. Κι αυτοί αναρωτιούνται και καταλαβαίνουν πως ίσως αυτή τη φορά τα πράγματα να ’ναι λίγο αλλιώς, να θες κι εσύ τον χρόνο σου για να περάσεις το στάδιο αυτό αλλά και τον χώρο σου για να ζήσεις το δικό σου το μελό μέχρι το κόκκαλο, μέχρι να το βγάλεις από πάνω σου το ρούχο αυτό.
Θυμός. Πόσες φορές ευχήθηκες ο θυμός σου να διαρκούσε. Μα δεν μπορείς. Κι αν για μια στιγμή θέλεις να βρίσεις αυτόν που κάποτε βάφτιζες έρωτα, να τον προσβάλεις, να τον πονέσεις, δεν το πετυχαίνεις. Γιατί η πουτάνα η αγάπη είναι πράγματι πάνω απ’ όλα. Κι εσύ δεν το λες μονάχα. Τον αγαπάς τον άνθρωπο αυτό. Κι όσο κι αν πιέζεις τον εαυτό σου να θυμώσει, να πεισμώσει, να προσποιηθεί πως εκείνος δεν υπάρχει πια, γιατί σε αδίκησε, σε μείωσε, σε πλήγωσε με το γάντι, δε γίνεται ποτέ αυτό. Προσπαθείς με τον θυμό να βρίσκεις λόγους να τον προσπεράσεις –να τον ξεπεράσεις ούτε λόγος– αλλά είναι που πάντα υπερνικούσαν τα αισθήματά σου για εκείνον. Εκείνα που σε κάνουν να ντρέπεσαι και λίγο που είσαι άνθρωπος, που λυγίζεις, που εκφράζεσαι, που κλαις, που σήμερα θες να τον χτυπήσεις και που αύριο ξέρεις πως θα αποζητάς εκείνη την αγκαλιά πάλι.
Η διαπραγμάτευση για ‘σένα δεν είναι στάδιο. Ήτανε όλη η γνωριμία σου με αυτόν τον άνθρωπο. Μια διαπραγμάτευση, ένας συμβιβασμός. «Δε θέλεις να σε αγαπώ τόσο; Εντάξει, θα σε αγαπώ λιγότερο.» Ή, τουλάχιστον, αυτό θα βλέπεις εσύ. Κι εσύ θα του τα έκανες όλα τα χατίρια και θα υπέκυπτες. Πρώτα γιατί ποτέ σου δεν μπόρεσες να αρθρώσεις το «όχι» στη θέα εκείνου του προσώπου, στον ήχο της φωνής του και μετά επειδή ένιωθες πως είχες στα χέρια σου κάτι μοναδικό και θα έκανες πίσω αν αυτό θα σήμαινε πως δε θα το χάσεις.
Το μόνο στάδιο που αποζητούν όλοι, τελικά, είναι η αποδοχή. Αναρωτιέσαι πότε θα ’ρθει εκείνη η στιγμή που θα πεις «τελείωσε» και θα το πιστεύεις. Πότε θα πείσεις τον εαυτό σου κι όχι τους άλλους. Που θα πάρεις το κινητό στο χέρι, θα διαβάσεις μια τελευταία φορά τα μηνύματα, θα δεις μια τελευταία φορά τις φωτογραφίες και μετά με χαμόγελο θα τα αποχωριστείς οριστικά.
Και καταλήγεις πως δεν είναι στάδια. Τρενάκι του τρόμου είναι. Δεν ξέρεις ποιο ανεβοκατέβασμα έρχεται μετά, πόσο θα σε τρομάξει, αν θα ‘ρθουν κι άλλα εφέ μαζί. Κραυγές, σκοτάδι και τα σχετικά, ξέρεις, μην τα ξαναλέμε.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη