Είναι πολλές οι φορές στη ζωή μας που νιώθουμε πως κάποιοι άνθρωποι μας απογοητεύουν. Η εκτίμηση αυτή, όμως, καθώς και ο τρόπος σκέψης που τη συνοδεύει είναι λάθος, καθώς δε μας απογοητεύουν οι ίδιοι οι άνθρωποι, αλλά οι προσδοκίες που έχουμε από εκείνους. Είναι ιδιαίτερα πολύπλοκες στην ανάλυση κάποιες καταστάσεις, ενώ σε ένα πιο επιφανειακό επίπεδο είναι απλές και ξεκάθαρες. Το συναίσθημα είναι που θολώνει το τοπίο και η διαύγειά μας παραγκωνίζεται. Και η αλήθεια είναι πως σχεδόν κανείς δεν έχει γλιτώσει από αυτό, καθώς όλοι έχουμε βρεθεί σε μια κατάσταση που νιώθουμε κάτι έντονο για κάποιον, αλλά το συναίσθημα δεν είναι αμοιβαίο.
Τα σημάδια της μη αμοιβαιότητας μπορεί να είναι ανεπαίσθητα, αλλά είναι καθοριστικά. Αν τα αναγνωρίζαμε έγκαιρα ίσως να μπορούσαμε να αποφύγουμε αυτό το συναισθηματικό αδιέξοδο, μα έλα που δεν είναι πάντα ξεκάθαρο κι εφικτό αυτό. Κάπου εδώ ξεκινάει η σύγχυση και το χάος! Εσύ αφήνεσαι, νιώθεις, παρασύρεσαι, γοητεύεσαι, ερωτεύεσαι, το ζεις. Και μπορεί να υπάρχει ερωτική έλξη, ακόμα και σεξουαλική χημεία, δεν υπάρχει όμως σύνδεση. Κι αυτού του είδους η μοναξιά, το να αισθάνεσαι δηλαδή ότι δεν υπάρχει αντίκρυσμα σε όσα αισθάνεσαι, είναι βαθιά πληγωτικό. Γίνεσαι ευάλωτος και ανεβάζεις τον άλλον άνθρωπο σε ένα βάθρο ψηλό, δίνεις ενέργεια και χρόνο στη σχέση αυτή καθοδηγούμενος από αυτά που νιώθεις εσύ, αλλά η άλλη πλευρά απλώς απολαμβάνει αυτά που εσύ μοιράζεις απλόχερα.
Είναι ευχάριστο συναίσθημα για την πλευρά που δεν επενδύει συναισθηματικά να είναι αποδέκτης τρυφερότητας, φροντίδας, αφοσίωσης, αγάπης. Οι σχέσεις, όμως, έχουν και χαρακτηριστικά «εμπορικού χαρακτήρα» όπως η ανταπόδοση και είναι απόλυτα φυσιολογικό να αποζητάς να λάβεις κι εσύ πίσω κάτι απ’ όλα αυτά που χαρίζεις, ειδάλλως πνίγεσαι στο παράπονο κι απογοητεύεσαι. Ίσως βέβαια να συμβαίνει αυτό, όμως να μην είναι στη μορφή και το ύφος που μπορείς να κατανοήσεις, ή να διαχειριστείς. Κι από μια λανθασμένη μετάφραση, μπορείς να βρεθείς να αισθάνεσαι ότι τα δίνεις όλα, αλλά δεν παίρνεις τίποτα πίσω, θυματοποιείσαι, κουράζεσαι, χάνεις την αντικειμενικότητά σου και τελικά, βρίσκεσαι σε τέλμα.
Το παραπάνω παράπονο, μπορεί μόνο να σταματήσει να μας βαραίνει μόνο αν φτάσουμε στο στάδιο να κατανοήσουμε ότι δεν μπορούμε να υποχρεώσουμε ή να «σπρώξουμε» κάποιον να μας αγαπήσει. Αυτό είναι κάτι που ή θα έρθει φυσικά κι αβίαστα ή δε θα προκύψει. Δεν είμαστε φτιαγμένοι όλοι οι άνθρωποι να αγαπάμε τους ίδιους ανθρώπους και είναι αδύνατον να έχουμε την απαίτηση να μας αγαπήσουν όλοι, αλλιώς θα χανόταν η αξία και η μαγεία του ιδανικού αμοιβαίου έρωτα. Υπάρχει, φυσικά, και το ενδεχόμενο ο τρόπος και η συμπεριφορά του άλλου να ήταν τέτοια που η ερμηνεία τους να οδηγούσε σε διαστρεβλωμένη πραγματικότητα, να άλλαξε κάτι στην πορεία ή απλά να βλέπαμε ό,τι ήθελε η ερωτευμένη καρδιά μας να δούμε. Όποιος κι αν είναι ο λόγος, ό,τι κι αν προέκυψε στην πορεία, όσο κι αν προσπαθήσουμε να το αναλύσουμε, το πρόβλημα επικεντρώνεται επάνω μας και σε εμάς καταλήγει.
Δε μας αγαπούν πάντα όσοι αγαπάμε, και το καταλαβαίνουμε αυτό με τον πιο σκληρό τρόπο. Όμως, έπειτα από αυτό, καταλαβαίνουμε πως δεν υπάρχει κάποιος γρίφος, κάποια εξίσωση που χρειάζεται να λύσουμε. Ό,τι αισθάνεται κανείς, πηγάζει αβίαστα και προκύπτει σε στιγμές, σε τομές του χρόνου. Και δεν υπάρχει κανένας λόγος, ούτε σκοπός για να το πολεμήσουμε, αλλά χρειάζεται αντίθετα να το αγκαλιάσουμε. Εξάλλου, έχουμε σχεδιαστεί για να βιώνουμε όλα τα συναισθήματα· το μόνο που μαθαίνουμε στην πορεία, είναι να τα αντιμετωπίζουμε με αξιοπρέπεια και θάρρος.
Και στην τελική είμαστε ελεύθεροι να αγαπάμε όποιον θέλουμε για όσο θέλουμε κι όπως θέλουμε!