Ο ένας σπάνια εκφραζόταν. Ο άλλος, παρεξηγούσε σιωπές. Πόσο παρεξηγήσιμες όμως μπορεί να γίνουν οι σιωπές ακόμα κι όταν τα μάτια «ουρλιάζουν».
Η μία πλευρά, άνθρωπος με τα λόγια του μετρημένα αλλά τις πράξεις του ηχηρές. Το βλέμμα του έβγαζε φωτιές, το χάδι του τρυφερό και η αύρα του να εκπνέει ασφάλεια και σιγουριά. Αναζητούσε εκείνο το άλλο άτομο με τον δικό του μοναδικό τρόπο και με ένα πάθος αδάμαστο, γεμάτο ορμή και πάθος, διανύοντας πολλά χιλιόμετρα για να συναντηθούν. Τα λόγια που έλεγε, όμως, τα μετρούσε και με το παραπάνω.
Η άλλη πλευρά παραληρούσε σε κάθε χάδι, αφήνονταν με έναν τρόπο παράλογο και με μια δόση αφέλειας. Έχοντας απόλυτα γοητευτεί με τον τρόπο σκέψης της άλλης πλευράς και κρατώντας έναν τρόμο εσωτερικά, για τον τρόπο έκφρασης που διέφερε τόσο. Είχε εθιστεί στην εγκεφαλική έλξη, στο βλέμμα, το υπονοούμενο. Αυτό το βλέμμα· έξυπνο, πονηρό, παιχνιδιάρικο και έτοιμο να παρασύρει ανά πάσα ώρα και στιγμή. Δεν αναζητούσε τα μεγάλα λόγια και τις πολλές φαμφάρες. Είχε μάθει να διαβάζει το χαμόγελο, τις εκφράσεις, τους τρόπους και παρόλο που δε γνωρίζονταν πολύ καιρό ήταν σαν να ήξεραν ο ένας τον άλλο από πάντα.
Ήταν όμως κάποιες στιγμές που πλημμύριζε από συναίσθημα και ζοριζόταν να το εκφράσει, σαν κάτι να στεκόταν εμπόδιο. Εκφράζονταν απλόχερα, αλλά οι σιωπές που λάμβανε πίσω δεν άφηναν περιθώρια να μιλήσει γι’ αυτά που ένιωθε. Έφταναν τα λόγια στην άκρη της γλώσσας αλλά δίσταζε να τα αφήσει να ακουστούν. Οι σιωπές σφάλιζαν και τα δυο στόματα, κι απορούσε αν ήταν στάση ζωής ή απλά δεν ένιωθε και τόσα τελικά. Άρχισε να αμφιβάλει μήπως διαβάζει με λάθος τρόπο αυτά τα βλέμματα και μήπως, όλα αυτά που έβλεπε τα έβγαζε από το μυαλό. Οι απόλυτες σιωπές κρύβουν παγίδες τελικά και γεννούν αμφιβολίες, αναμφίβολα.
Κανείς δεν μπορεί να διαψεύσει πως οι πράξεις είναι αυτές που μετράνε και τα λόγια ξεγράφονται. Είναι όμως και κάποιες στιγμές που τα λόγια δηλώνουν την πρόθεση όσων θα έρθουν να υπογράψουν οι πράξεις. Είναι η ανθρώπινη φύση μας τέτοια, που μας ωθεί να αναζητούμε λίγα λόγια, είτε για επιβεβαίωση είτε για να καλύψουμε και την ακουστική μας ανάγκη, καθώς και τα αυτιά θέλουν το «χάδι» τους. Ο εγωισμός είναι αυτός που μας κάνει να σιωπούμε ή μήπως οι ανασφάλειες μας; Ίσως να είναι και ο φόβος να εκτεθείς στα μάτια του άλλου.
Κι αν αναρωτιέσαι τι έγινε με το ζευγάρι την ιστορίας, ίσως θα χρειαστεί να μαντέψεις. Εγώ, θα πω πως θέλει μαγκιά να ανοίξεις το στόμα σου και να πεις «σ’ έχω ερωτευτεί» μόνο και μόνο για το βγάλεις από μέσα σου κι όχι γιατί περιμένεις μια αντίστοιχη απάντηση από τον άλλον.
Ο έρωτας, τις θέλει τις κουβεντούλες του, αυτό είναι το συμπέρασμα. Αφήστε τις σιωπές για τους χωρισμούς. Και στην τελική, αφού «νιώθεις» άνοιξέ το το ρημάδι και πες το- δεν έχεις να χάσεις απολύτως τίποτα! Άντ’ αυτού έχουμε φτιάξει έναν κόσμο που όλοι στεκόμαστε παθητικά σε μια γωνία και περιμένουμε από τον άλλον να πάρει το παιχνίδι στα χέρια του, ξεκινώντας την αναζήτηση ενός θησαυρού δίχως χάρτη. Αυτό, ίσως είναι κάπως μίζερο, απογοητευτικό κι άκρως παρεξηγήσιμο. Βολικό το καβούκι, αλλά για πόσο θα μείνετε μέσα σε αυτό για να προστατεύεστε; Είναι η στάση ζωής σας αυτή; Καλώς. Μην εκφράζετε αυτά που νιώθετε. Θα μυρίσουμε τα νύχια μας!