Πολλές φορές θα έχει τύχει να συζητάτε με τους γονείς ή παππούδες σας και επάνω στην κουβέντα να ξεστομίζουν φράσεις του τύπου «εγώ στην ηλικία σου είχα τρία παιδιά». Σαστίζεις προς στιγμή. «Τώρα, τι στο καλό να σημαίνει αυτό;» σκέφτεσαι. «Ότι άργησα να κάνω παιδιά κι οικογένεια; Ότι έχασα το τρένο; Είμαστε σε κάποιο κρυφό διαγωνισμό για το ποιος θα τεκνοποιήσει πρώτος και δεν το ξέρω;» Όχι αγαπημένοι μου, οι εποχές αλλάζουν μαζί με τον τρόπο ζωής μας, έτσι αλλάζει κι η ηλικία απόκτησης του πρώτου παιδιού.
Επίσημα στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat, αναφέρουν πως η μέση ηλικία των γυναικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) που φέρνουν στον κόσμο το πρώτο τους παιδί, αυξήθηκε σταδιακά μέσα στα χρόνια, καταλήγοντας στον μέσο όρο τα 29.3 έτη για το 2018. Ικανοποιήσαμε την περιέργειά μας μαθαίνοντας πως τα κράτη μέλη με τις υψηλότερες μέσες ηλικίες γυναικών κατά τη γέννηση του πρώτου τους παιδιού το 2018 ήταν η Ιταλία (31,2 ετών), η Ισπανία (31,0) και το Λουξεμβούργο (30,9). Ο μέσος όρος για την Ελλάδα είναι τα 30.4 έτη και την Κύπρο τα 29.8 έτη. Σε μια προσπάθεια να εξηγήσουμε και να αποκαλύψουμε τους λόγους, καταλήξαμε στο συμπέρασμα πως λίγο το ένα, λίγο το άλλο, στο τέλος όλοι οι λόγοι είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι μεταξύ τους.
Ένα παιδί που έρχεται στον κόσμο, χρειάζεται από τους γονείς του να παρέχουν τουλάχιστον τα απαραίτητα για την υγεία, τη σίτιση και γενικά τη φροντίδα του. Αυτό μεταφράζεται ως ένα μηναίο κονδύλι, που προστίθεται στον προϋπολογισμό των γονέων ή σε πολλές περιπτώσεις του μονογονέα. Η έλλειψη πόρων, το χαμηλό εισόδημα, η έλλειψη οικονομικής ανεξαρτησίας και γενικά οι οικονομικές δυσκολίες, η αστάθεια και αβεβαιότητα που αντιμετωπίζει μια χώρα συνεπώς και οι πολίτες της, αποτελούν ένα αποτρεπτικό παράγοντα για ένα ζευγάρι που σκέφτεται πως «μόλις σταθεροποιηθώ οικονομικά θα ήθελα να αποκτήσουμε ένα παιδί». Λόγω της ύφεσης της αγοράς εργασίας κι άλλων κοινωνικο-οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν, πολλοί νεαροί άντρες και γυναίκες είναι εξαρτώμενοι από τους γονείς τους και διαμένουν στο πατρικό τους ακόμη και μετά την ηλικία των 30.
Χρόνιες έρευνες που διεξάγονται στην Ευρώπη έχουν επίσης δημοσιεύσει το εξής ενδιαφέρον στατιστικό· άνθρωποι με υψηλό μορφωτικό επίπεδο (πτυχίο, μεταπτυχιακό, διδακτορικό, κ.ο.κ) τείνουν να αναβάλουν την απόκτηση παιδιού, ενώ εκείνοι με χαμηλότερου επιπέδου μόρφωση επενδύουν στην απόκτηση απογόνων σε νεαρότερη ηλικία. Από τη δεκαετία του 1980 που άρχισαν να θεσμοθετούνται οι γυναικείες σπουδές στην ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα, μέχρι σήμερα οι γυναίκες έχουν διανύσει ένα μακρύ δρόμο για την εκπαίδευσή τους. Τις τελευταίες δεκαετίες οι έχουμε περισσότερη και καλύτερη πρόσβαση στην εκπαίδευση απ΄ ό, τι παλαιότερα κι αυτό φαίνεται από το ολοένα κι αυξημένο μορφωτικό επίπεδο. Αν το πτυχίο απαιτεί περίπου 4 χρόνια μελέτη, ακόμη 1-2 το μεταπτυχιακό και ιδανικά για το διδακτορικό 4-6 χρόνια, αφήνουμε σ’ εσάς να κάνετε τα μαθηματικά. Οι σπουδές απαιτούν σοβαρή επένδυση χρόνου και αφοσίωση για μελέτη, για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
Συνδεδεμένη με τη μόρφωση είναι και η καριέρα, τομέας στον οποίο υπάρχουν περισσότερες προσδοκίες τα τελευταία χρόνια. Για παράδειγμα, αν κάποιος ολοκληρώνει τις σπουδές του στην ηλικία των 25 με 30 ετών, τότε είναι που αρχίζει το «κυνήγι» στην αγορά εργασίας. Η επιθυμία για επαγγελματική ανέλιξη και μια επιτυχημένη σταδιοδρομία, τις περισσότερες φορές δεν περνάει από μονοπάτι στρωμένο με ροδοπέταλα αλλά απαιτεί αφοσίωση, συνεχή προσπάθεια και ωράριο που ξεπερνά τα συνηθισμένα όσο αναβαίνει στη βαθμίδα. Την εργασία, αυτή που με τη σειρά της θα φέρει την οικονομική ασφάλεια κι ανεξαρτητοποίηση, θα εντοπίσετε αν ανατρέξετε στον λόγο νούμερο 1.
Προς υπεράσπιση των ατόμων, που πολλές φορές έρχονται σε δύσκολη θέση όταν ερωτηθούν «Εσύ πότε θα κάνεις παιδί;», απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί πρώτα απ’ όλα η επιλογή συντρόφου. Όχι απλά «ενός συντρόφου» αλλά του συντρόφου που θεωρούν πως θα μπορούν να βασιστούν επάνω του για τη δημιουργία οικογένειας. Επιπλέον. τα στατιστικά των τελευταίων χρόνων (στην Ελλάδα) δείχνουν πως η θεσμός του γάμου περνάει από μια κρίση, με τον αριθμό των θρησκευτικών και πολιτικών γάμων να μειώνεται συνεχώς. Η κ. Άρτεμις Τσίτσικα, (Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Εφηβικής Ιατρικής ΕΚΠΑ), αναφέρει: «η τεκνογονία συνδέεται με το θεσμό του γάμου στην ελληνική οικογένεια. Τη νοοτροπία, δηλαδή, του «αν δεν παντρεύεσαι, δεν κάνεις παιδιά». Εφόσον αυτή η νοοτροπία ακόμη καλά κρατεί στην ελληνική κουλτούρα και κοινωνία, σχέσεις χωρίς γερά θεμέλια ή την προϋπόθεση γάμου, δύσκολα καταλήγουν στην τεκνοποίηση, πόσο μάλλον σε νεαρή ηλικία.
Μπορεί η ηλικία απόκτησης του πρώτου παιδιού να θεωρείται περισσότερο προσωπική υπόθεση, όμως το κράτος στο οποίο κατοικεί ένα ζευγάρι παίζει καθοριστικό ρόλο όχι μόνο στη γέννησή του, αλλά και στην επέκταση μιας οικογένειας από 3 σε 4 και 5 άτομα (δείκτης γονιμότητας). Κάποια κίνητρα ή μέτρα στήριξης που προσφέρει το κάθε κράτος, επηρεάζουν το αίσθημα ασφάλειας που αναζητούν οι υποψήφιοι γονείς πριν τεκνοποιήσουν. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που μεταξύ άλλων, η Γαλλία καθώς και σκανδιναβικές χώρες όπως η Δανία και η Σουηδία χαρακτηρίζονται από υψηλότερο δείκτη γονιμότητας (αποκτούν περισσότερα παιδιά) σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Κίνητρα όπως επιδόματα τέκνων, δωρεές από το κράτος ολοκληρωμένων πακέτων για νεογέννητα (που περιλαμβάνουν κρεβάτι, ρουχισμό, πάνες, πετσέτες και άλλα), εγγυήσεις γυναικείας απασχόλησης όπως και τη χορήγηση πατρικών αδειών, συνδυασμένα με ένα οργανωμένο και προσβάσιμο σύστημα υγείας είναι ελκυστικοί παράγοντες για τεκνοποίηση.
Έχοντας αναφέρει όλα τα πιο πάνω, το να φέρεις στον κόσμο ένα ανθρώπινο πλάσμα φέρει τεράστια ευθύνη που δε θέλουν όλοι να αναλάβουν κι αυτό είναι αποδεκτό. Πρόσφατες έρευνες που εντοπίσαμε αναφέρονται σε ένα’ νέο φαινόμενο, εκείνο της «τελικής ατεκνίας» κι υποστηρίζουν πως μία στις τέσσερις γυναίκες που γεννήθηκαν μετά το 1970 δε θα τεκνοποιήσει ποτέ. Η απόκτηση παιδιού ή όχι, είναι μέρος της ανθρώπινης ελευθερίας, επιλογή. Το πότε θα επιλέξει ένα ζευγάρι να αποκτήσει το πρώτο του παιδί είναι ακόμη πιο περίπλοκο απ΄όσο φανταζόμασταν, όμως ευχόμαστε η επιλογή να γίνεται πάντοτε για όλους τους σωστούς λόγους!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου