Ας υποθέσουμε ότι έχετε ένα επίτευγμα για το οποίο είστε περήφανοι για τον εαυτό σας: ένα πτυχίο, ένα καλό business deal, μια εξαιρετική αγορά. Θα θέλατε να μοιραστείτε τα νέα σας και τη χαρά σας με φίλους και οικογένεια. Λογικό. Ας υποθέσουμε τώρα ότι ένα πλούσιο άτομο, γνωστό σας πρόσωπο, διαδικτυακός φίλος ή celebrity επιδεικνύει με περηφάνια τα δικά του επιτεύγματα μέσα από τα πλούτη του. Πώς θα σας έκανε να νιώσετε αυτό; Στο ερώτημα «Γιατί μας ξενερώνει το να μας επιδεικνύει ένα άτομο τα πλούτη του;» η επιστήμη έχει την απάντηση.

Αρχικά, καλό θα ήταν να κατανοήσουμε την ψυχολογία αυτών των ατόμων και να διερωτηθούμε «γιατί κάποιος νιώθει την ανάγκη να επιδείξει τα πλούτη του;» Σύμφωνα με τον Hanan Parvez, ψυχολόγο και ακαδημαϊκό συγγραφέα, εξωτερικά μπορεί να φαίνονται “cool” ανώτεροι κι αξιοθαύμαστοι λόγω της περιουσίας που διαθέτουν. Η πραγματικότητα απέχει από αυτήν την εικόνα, καθώς μια σειρά από λόγους που καταγράφει ο ψυχολόγος σε άρθρο του (psychmechanics.com) οδηγεί τους ανθρώπους σ’ αυτή την ανάγκη για επίδειξη πλούτου. Η ανασφάλεια αποτελεί τον πιο συνηθισμένο λόγο. Πηγάζει από την ανάγκη ενός ατόμου να αποδείξει ότι είναι σημαντικό, καθώς πιστεύει ότι οι άλλοι δεν τον θεωρούν καθόλου σημαντικό.

Πολλοί άνθρωποι επιλέγουν να καυχηθούν σε δύσκολες καταστάσεις, θέλοντας να πείσουν τον εαυτό τους αλλά και ν’ αποδείξουν στους άλλους, ότι για παράδειγμα η επιχείρησή τους τα πάει περίφημα, ενώ μπορεί να βρίσκεται ένα βήμα πριν την καταστροφή. Σε άλλες περιπτώσεις, ενήλικες προσπαθούν ν’ αναπαράγουν τις ευνοϊκές εμπειρίες που έζησαν ως παιδιά.  Αυτό συμβαίνει συνήθως με το νεότερο ή το μοναδικό παιδί που μεγαλώνοντας, επιλέγει επώνυμα ρούχα, γρήγορα αυτοκίνητα, ακριβές συσκευές τεχνολογίας κι άλλα, που του επιτρέπουν να προσελκύσει την προσοχή των ανθρώπων. Τέλος, οι άνθρωποι που καυχιούνται συνεχώς, αναζητούν την αποδοχή από τους άλλους. Ένας άνθρωπος θα κάνει επίδειξη μόνο μπροστά από εκείνους που προσπαθεί και θέλει να εντυπωσιάσει για να κερδίσει την αγάπη και την αποδοχή τους.

Όλη αυτή η προσπάθεια που καταβάλλουν κάποιοι άνθρωποι για επίδειξη πλούτου ερμηνεύεται διαφορετικά από το «κοινό» που αποτελεί και τον αποδέκτη των μηνυμάτων. Πρόσφατες έρευνες κατέδειξαν πως τα άτομα που καυχιούνται ή υπερηφανεύονται για τα ακριβά τους υπάρχοντα, μπορεί να δυσκολευτούν ν’ αποκτήσουν φίλους. Τα αποτελέσματα μελέτης που δημοσίευσε το περιοδικό Social Psychological and Personality Science, έδειξαν πως το 66% των ανθρώπων, όταν έχουν επιλογή μεταξύ δύο, τείνουν να επιλέγουν ένα πολυτελές αυτοκίνητο παρά ένα συνηθισμένο, όταν όμως αφορά καινούργιες φιλίες, οι περισσότεροι άνθρωποι προτιμούν να είναι φίλοι με το άτομο στο φθηνότερο όχημα. Το πείραμα είχε την ίδια επίδραση και με τους ανθρώπους που επέλεξαν να φορέσουν ακριβό ρολόι αντί για ένα πιο φθηνό. Ένας από τους ερευνητές, ο Dr. Stephen Garcia εξήγησε πως όταν αποφασίζουμε τι θα φορέσουμε, ουσιαστικά επιδιώκουμε να φαινόμαστε καλύτεροι από τους άλλους. Κανείς όμως δε θέλει να επισκιάζεται κι όταν καυχόμαστε για τον πλούτο ή τα ακριβά υπάρχοντά μας, είναι πιθανόν να το κάνουμε αυτό. Συμπερασματικά, μ’ αυτό τον τρόπο κάνουμε τους ανθρώπους να είναι λιγότερο ενδιαφερόμενοι να συνάψουν την οποιαδήποτε φιλία μαζί μας.

Ακόμα μία μελέτη που αποδεικνύει πώς επηρεάζονται οι ερωτικές σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων από την επίδειξη πλούτου, διεξήχθη από τα Πανεπιστήμια του Michigan και Buffalo στις ΗΠΑ. Οι άντρες δείχνουν μεγαλύτερη τάση να προβάλλουν φανερά τον πλούτο τους σε σχέση με τις γυναίκες κι αυτό προκύπτει από τον στερεοτυπικό ρόλο τους από τα παλαιότερα χρόνια ως «πάροχοι». Η πράξη αυτή υποδηλώνει όμως και τις προθέσεις τους για μια επιθυμητή σύναψη σχέσης. Στα ερωτηματολόγια δόθηκε το σενάριο και η περιγραφή δύο αντρών όπου ο ένας επιλέγει ένα καινούργιο, λιτό αυτοκίνητο ενώ ο δεύτερος ένα μεταχειρισμένο και ξοδεύει τα υπόλοιπα χρήματά του στην ενίσχυση και τον καλλωπισμό του αυτοκινήτου. Οι συμμετέχοντες έδωσαν χαμηλή βαθμολογία στον άντρα με το φανταχτερό αυτοκίνητο, ενώ, ο άντρας που έκανε την λιτή αγορά αυτοκινήτου σκόραρε πολύ υψηλότερα, λαμβάνοντας κορυφαίες βαθμολογίες ως καλός πιθανός σύντροφος και κατάλληλος για πατέρας κι οικογένεια. Σύμφωνα τους Daniel Kruger και Jessica Kruger, όταν ένας άντρας ξοδεύει τα χρήματα του σε εντυπωσιακά αυτοκίνητα, οι άνθρωποι ερμηνεύουν (διαισθητικά) αυτή τη συμπεριφορά ως ένδειξη ότι ενδιαφέρεται περισσότερο για προσωρινές σχέσεις παρά για μια μακροχρόνια, ουσιαστική δέσμευση. Η πιο πάνω μελέτη δικαιολογεί και πάλι γιατί οι άνθρωποι απωθούνται και «ξενερώνουν» από την επίδειξη πλούτου και την υπεροχή των ανθρώπων που σκέφτονται και ενεργούν με πρακτικό τρόπο.

Την αρνητική αντίδραση των ανθρώπων στην επίδειξη πλούτου, καταγράφει και η καθηγήτρια Irene Scopelliti του City University London σε έρευνά της. Εξηγεί πως μια τέτοια συμπεριφορά, μπορεί να μας γυρίσει σε «μπούμερανγκ» καθώς «Οι περισσότεροι άνθρωποι συνειδητοποιούν ότι δε νιώθουν την απόλυτη χαρά όταν είναι οι παραλήπτες της αυτοπροβολής κάποιου άλλου.» Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι όταν εμείς οι ίδιοι ασχολούμαστε με την αυτοπροβολή, τείνουμε να υπερεκτιμούμε τις θετικές αντιδράσεις των άλλων και να υποτιμούμε τις αρνητικές τους αντιδράσεις. Υπογραμμίζει επίσης, πως οι συνέπειες χειροτερεύουν όταν υπάρχει απόσταση μεταξύ των ανθρώπων που μοιράζονται τα επιτεύγματά τους διαδικτυακά και του αποδέκτη τους, γεγονός που μπορεί να μειώσει την ενσυναίσθηση του ατόμου που αυτοπροβάλλεται όσο και να μειώσει το ποσοστό χαράς του παραλήπτη. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποτελούν το πιο απτό παράδειγμα των πιο πάνω, καθώς αύξησαν κατακόρυφα τις ευκαιρίες των χρηστών για αυτοπροβολή.

Η αλήθεια είναι πως η επίδειξη πλούτου είναι μια προσπάθεια του μυαλού μας να βελτιώσει την εικόνας μας προς τα έξω. Για να προσπαθούμε να τη βελτιώσουμε μέσω της αυτοπροβολής, τότε σημαίνει πως πιστεύουμε ότι υπάρχει κάποιο πρόβλημα μ’ εμάς. Κάνοντας επίλογο με μια ατάκα του Hanan Parvez που αξίζει να απομνημονεύσετε: «Αν είστε πραγματικά καταπληκτικοί κι αν πιστεύετε ότι οι άλλοι σας θεωρούν καταπληκτικό, τότε δε θα χρειαστεί να το αποδείξετε.»

 

Συντάκτης: Μαρία Χρίστου-Πιερίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου