«Μαζί σου δεν ησυχάζω ποτέ. Σα δρομέας σε αγώνα δρόμου παλεύω να κόψω το νήμα. Τα βράδια δεν μπορώ να κοιμηθώ, στριφογυρίζω στο κρεβάτι, το κεφάλι μου πάει να σπάσει και το στομάχι μου σφίγγεται. Το πρωί σηκώνομαι με πονοκέφαλο, πονάω, κάθε μου κομμάτι ματώνει. Δεν ξέρω το λόγο, όχι δεν έκανες κάτι, δε φταις εσύ.
Τριακόσιες εξήντα πέντε ημέρες το χρόνο, ο ίδιος αγώνας στο τερέν. Με τραβάς σα μαγνήτης, δε με αναγνωρίζω πια, είναι απίθανο. Κάτι πάει λάθος με εσένα, δε σκέφτομαι σωστά.
Τι νιώθεις άραγε; Είναι αμοιβαίο, πόσο θα κρατήσει; Ερωτήματα που όσες φορές και να μου τα απαντήσεις δεν είναι αρκετές.
Σχεδόν σε φοβάμαι, όχι απλά σε φοβάμαι, τρομάζω στην ιδέα πως αύριο θα φύγεις. Τρομάζω όμως και όταν είσαι εδώ.
Σε θέλω κομμάτι μου, αναπόσπαστο και αδιαίρετο. Δικό μου. Κτήμα μου και ιδιοκτησία. Ναι και να σε έχω όμως πάλι δε μου φτάνει.
Είμαι ευτυχισμένη και δυστυχισμένη ταυτόχρονα, διχάζεις το είναι μου. Αν δεν ήταν έτσι όμως, δεν ξέρω αν θα σ’ αγαπούσα τόσο, αν θα είχε νόημα.»
Οι εραστές που μας τρομάζουν δεν έχουν ταυτότητα. Δεν έχουν όνομα, πρόσωπο και συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Είναι οι άνθρωποι εκείνοι που μας προκαλούν διφορούμενα συναισθήματα. Ρώσικη ρουλέτα, χωρίς εγγύηση για το ποιον θα βρει η σφαίρα.
Μέσα στο μυαλό σου το απόλυτο χάος, δεν είναι απαραίτητο πως στο προκαλούν εκείνοι με τη συμπεριφορά τους, δεν είναι ότι υπάρχει κάποια τακτική εκ μέρους τους. Δεν είναι προμελετημένο το έγκλημα.
Παγιδεύεσαι στα συναισθήματά σου, στο κενό μεταξύ πραγματικότητας, προσδοκίας και φαντασίωσης. Έτσι λοιπόν μαριονέτα στα χέρια τους και έρμαιο των συναισθημάτων σου δεν απολαμβάνεις τις στιγμές. Δεν ησυχάζεις λεπτό.
Σαδομαζοχιστικές σχέσεις. Σε πληγώνει το ίδιο το συναίσθημά σου τις περισσότερες φορές. Το μέγεθός του και η ανασφάλειά σου που πασχίζει να το διατηρήσει εσαεί.
Πιθανόν τα ίδια να αισθάνεται και ο εραστής σου και δύσκολα να επέλθει νηνεμία.
Όταν όμως μιλάμε για έρωτα, ποιος θέλει ηρεμία; Στις συμβατικές με ηρεμία σχέσεις εμένα πάντως κάτι μου βρωμάει.
Όταν ο άλλος παύει να σου δημιουργεί ρωγμές, όταν η σιγουριά ελλοχεύει σε κάθε σου βήμα. Όταν όλα είναι στρωμένα με ροδοπέταλα και ροζ καρδούλες, κάτι δεν πάει καλά. Αν δεν υπάρχει ένταση και πάθος, το παιχνίδι είναι από χέρι χαμένο.
Τα συναισθήματα δεν εμφιαλώνονται, τρέφονται από την υπερβολή. Η έντασή τους εκδηλώνεται πολλές φορές και με πόνο και με υστερίες και με καυγάδες. Σίγουρος και ήρεμος δεν είσαι ούτε με τον εαυτό σου, πώς να είσαι με κάποιον που γουστάρεις τρελά και θες απεγνωσμένα;
Βέβαια υπάρχουν και κατηγορίες ανθρώπων που προκαλούν τα παραπάνω στους εραστές τους, όχι απαραίτητα εσκεμμένα και με πρόθεση. Σκωτσέζικο ντους, μια κρύο μια ζέστη. Δεν εκδηλώνονται ξεκάθαρα, αφήνουν ενδεχόμενα ανοιχτά. Δεν μπορείς να προβλέψεις την επόμενη κίνηση. Αδυνατείς να καταλάβεις αν είναι ευτυχισμένοι, δυστυχισμένοι, τι κρύβουν, τι κουβαλούν μέσα τους και μέχρι που θα πάει η βαλίτσα.
Ή πού δε σε γουστάρουν αρκετά και κατά βάθος το ξέρεις και εσύ και είσαι στην πρίζα, μονίμως παλεύοντας με χίλια δυο τερτίπια να κλέψεις κάτι παραπάνω από το λίγο τους. Ή που αρνείσαι να δεχτείς τη διαφορετικότητα τους, γιατί ενδεχομένως σαν προσωπικότητες να εκδηλώνονται έτη φωτός διαφορετικά από εσένα.
Ψυχοφθόρα κατάσταση, συνεχώς στα όρια. Αν ωστόσο οι άνθρωποι λειτουργούσαν με όσα τους έλεγε η λογική τους, που σε αυτή την περίπτωση θα κραύγαζε: « run Lola run» να σώσεις ό, τι σώζεται, θα ήταν ακόμη στα δέντρα να τρώνε μπανάνες.
Μετωπική με τον άλλον, με όσα περιμένεις, με όσα νιώθεις. Ο έρωτας δε θέλει λογική , δε βαστάει ζυγαριές και μπλοκάκια. Είναι αιμοδιψές συναίσθημα και συγγενεύει με την τρέλα και τη παράνοια.
Όπως και να έχει: Αφήστε ρε παιδιά τα σίγουρα και τραβάτε εκεί που τα πόδια σας τρέμουν.