Είναι κάποιοι άνθρωποι που τους αρέσει η δροσιά, εκεί, επάνω στο καλάμι που έχουν καβαλήσει. Είτε ανέβηκαν μόνοι τους είτε βάλαμε εμείς την πλατούλα μας για σκαλοπάτι να ανέβουν. Το αποτέλεσμα είναι ότι είναι εκεί πάνω και μας γνέφουν με βασιλικό χαιρετισμό.

Κάνουν αισθητή την παρουσία τους, θέλεις-δε θέλεις. Στην αρχή θα προσπαθήσουν να σε εντυπωσιάσουν, να σε κερδίσουν. Κι αυτό είναι εντάξει, διότι για όλους μας η πρώτη εντύπωση είναι σημαντική. Αλλά, στην περίπτωσή τους, σαν να υπάρχει μια αίσθηση υπερβολής. Απ’ την πρώτη κιόλας στιγμή. Θέλεις η χειραψία; Θέλεις η εμφάνιση; Αυτό το «κάτι» που δε σου κολλάει. Έρχεται η ώρα να μιλήσει και δε σταματάει. Πρέπει να κόψεις χαρτάκι αναμονής, όπως στην τράπεζα, για να πάρεις σειρά να πεις μια κουβέντα. Δεν είναι η πολυλογία, όμως, αυτό που σε ενοχλεί, είναι που γράφει στο κούτελο «Εγώ είμαι και σας έχω όλους, γατάκια.» Είναι αυτή η υποτίμηση.

Κι αν τους συναναστραφείς λιγουλάκι παραπάνω από όσο θα ‘θελες ή θα άντεχες, θα καταλάβεις ότι είναι φουλ παπατζήδες. Δηλαδή, η σαλτσούλα μπαίνει απαραιτήτως και σε μεγάλη δόση σε κάθε ιστορία που θα διηγηθούν -και θα ‘ναι πολλές αυτές οι ιστορίες, συνήθως γεμάτες κατορθώματα και με αφήγηση τίγκα στο καμάρι. Ψάχνεις τις αλήθειες με τον μεγεθυντικό, ενώ φιγουράρουν τα ψέματά τους, κάνοντας το τόσο άλλο τόσο.

Παράδειγμα. Το γεγονός: Πρώτο ραντεβού. Πήγαν για φαγητό. Ok! Η παπάτζα: «Καλά, ήρθε και με πήρε με την αμαξάρα του, ένα αμάξι άλλο πράγμα. Στο καλύτερο εστιατόριο της Παραλιακής πήγαμε. Με κοιτούσε μες στα μάτια. Του έτρεχαν τα σάλια, σας λέω.» Κάπως έτσι πάει η ιστορία. Εν τω μεταξύ, τα μόνα σάλια που παίζει να του έτρεχαν πρέπει να ήταν για τα σουβλάκια που είχαν παραγγείλει.

Καλά, δε, απ’ την άλλη, όταν είναι να σου μιλήσουν για το δράμα τους, άσ’ το. Μιλάμε, λες κι εσύ δεν έχεις ζήσει πρόβλημα. Χώρισες, σε απολύσανε κι έσπασες και το χέρι σου; Σιγά, το δικό τους ζόρι είναι σημαντικότερο, θα κάτσεις, θα σκάσεις και θα ακούσεις. Και πρέπει και να συμβουλέψεις. Βασικά όχι απλά να συμβουλέψεις, να βρεις λύση πρέπει, κι άμεσα. Αλλά όχι οποιαδήποτε, η λύση πρέπει να ‘ναι συμφέρουσα, να περιλαμβάνει αυτό που θέλουν ν’ ακούσουν. Μην τολμήσεις να πεις καμία αλήθεια που πονάει. Όχι. Θα σπάσεις το κεφάλι σου να βρεις αυτό που τους βολεύει. Θεωρούν ότι όλος ο κόσμος γυρίζει γύρω από ‘κείνους. Η αλήθεια είναι ότι όλος κόσμος γελάει με εκείνους αλλά εν πάση περιπτώσει.

Μην το παίρνεις πάντως προσωπικά. Έτσι λειτουργούν, έτσι έχουν μάθει, μάλλον, να λειτουργούν. Να χειρίζονται τους ανθρώπους προς όφελός τους. Να τρέφονται απ’ το χειροκρότημα, σαν τους ηθοποιούς. Δε γεννήθηκαν έτσι. Ίσως κάποτε να ένιωσαν παραμελημένοι. Ο μόνος τρόπος να τους δώσουν προσοχή ήταν να κλάψουν δυνατά, ή να φωνάξουν, ή να θυμώσουν. Κάπως να τραβήξουν το ενδιαφέρον μέσα απ’ την υπερβολή. Και συνήθισαν. Είναι οικείο πια για εκείνους.

Φαίνονται να ‘χουν τρελή αυτοπεποίθηση, να μη φοβούνται τίποτα. Στην πραγματικότητα παλεύουν με τις ανασφάλειές τους, με την ανάγκη τους για αποδοχή. Θέλουν να γίνουν αρεστοί και ταυτόχρονα να πετύχουν τους στόχους τους με οπουδήποτε κόστος. Δεν έχουν καμία διάθεση να αλλάξουν, γιατί απλά θεωρούν ότι δεν κάνουν λάθη. Φοράνε τις ωραίες μάσκες τους, που αρμόζουν σε κάθε περίσταση και πράττουν χωρίς να σκέφτονται τις παράπλευρες απώλειες. Πόσο κουραστικό είναι να μην είσαι ο εαυτός σου;

Τώρα εσύ έχεις δύο επιλογές: Ή θα πάρεις τα κουβαδάκια σου και θα πας σε άλλη παραλία ή θα αλλάξεις στάση απέναντί τους. Θα χρειαστεί να χαλάσεις πολλά χατίρια, αλλά με αλλαγές έχουν κερδηθεί πολλά ματς στην παράταση.

Αν είσαι εσύ που έχεις τη μύγα, παρακαλώ, επίστρεψέ την. Κοίτα να χτίσεις αληθινές σχέσεις με τους γύρω σου. Δε χρειάζεται να ‘ναι πολλοί. Όπως είπε κι ο Frank Ocean, “Work hard in silence, let your success be your noise” κι άσε αυτά που ήξερες.

 

Συντάκτης: Κατερίνα Παπαδοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη