Υπάρχουν πολλά απαγορευμένα πράγματα στον κόσμο. Υπάρχουν ακόμη κι απαγορευμένες λέξεις και παράνομα συναισθήματα. Υπάρχουν λόγια που δε γίνεται να πεις και πράγματα που δεν επιτρέπεται να νιώσεις. Ειδικά, όταν αφορούν συγκεκριμένα πρόσωπα. Τότε είναι που τ’ αποφεύγεις, όπως ο διάολος το λιβάνι. Τότε είναι που πρέπει να τα διώχνεις και να παλεύεις μαζί τους.
Δεν κάνει να μιλήσεις. Δεν κάνει να βγάλεις προς τα έξω αυτό που έχεις μέσα σου και σε πνίγει. Σε πνίγει μέρα-νύχτα, χωρίς καμιά εξαίρεση, χωρίς καμιά χάρη. Δε γίνεται να πεις αυτά που νιώθεις, γιατί φοβάσαι τις συνέπειες, όσο ο άλλος φοβάται τις λέξεις σου. Τρέμεις, μήπως η αλήθεια σου τον τρομάξει κι αρχίσει να τρέχει μακριά σου.
Προτιμάς να μείνεις με κάτι λιγότερο απ’ αυτό που θες, να πιεστείς, προκειμένου να μη χαλάσεις την εικόνα σου ή για να μη χάσεις αυτό που νομίζεις πως έχεις. Δε θέλεις τσαλαπατημένους εγωισμούς και κουρελιασμένες αξιοπρέπειες. Δε θέλεις παρεξηγήσεις κι απορρίψεις. Δεν είσαι φτιαγμένος από τέτοιο υλικό, που να σε κάνει να αντέχεις σ’ αυτά.
Τις μετράς, λοιπόν, τις κουβέντες σου, τις μελετάς καλά τις κινήσεις σου. Μην τυχόν γίνει κάτι και φανερωθούν τα πραγματικά σου «θέλω». Μην τυχόν και πάει κάτι στραβά και καταλάβει εκείνος, αυτά που κρύβεις μέσα σου. Σωπαίνεις και συμβιβάζεσαι. Μόνο που πάνω στη μυστικοπάθεια που σε κυριεύει, ξεχνάς μια λεπτομέρεια. Μια τόση δα λεπτομέρεια, που μπορεί σε μια στιγμή να ξεσκεπάσει κάθε συναίσθημα, που επιδέξια έκρυψες κάτω από το χαλί.
Τα μάτια δε λένε ψέματα, ούτε καμουφλάρονται και για κακή σου τύχη δεν ελέγχονται. Όσες προσπάθειες και να κάνεις. Τα μάτια εστιάζουν πάντα εκεί που τα προστάζει η λαχτάρα της ψυχής. Φοράνε καθετί που νιώθεις και ξεστομίζουν κάθε λέξη που εσύ δεν τολμάς. Τα μάτια λένε όσα εσύ δε θα πεις ποτέ, είτε μεθυσμένος, είτε νηφάλιος. Δε σ’ αφήνουν να κρυφτείς ή να γλυτώσεις. Δε σου χαρίζονται.
Υπάρχουν απαγορευμένα συναισθήματα κι απαγορευμένες λέξεις. Ειδικά, όταν αφορούν συγκεκριμένα πρόσωπα. Κι επειδή το απαγορευμένο για κάτι ανθρωπάκια σαν εμάς λειτουργεί σαν τον πιο δυνατό μαγνήτη και το πιο ισχυρό αφροδισιακό, είναι λίγοι αυτοί που δεν έκαναν διαλόγους με τα μάτια.
Άσχημο να μιλάνε μόνο τα μάτια. Γιατί όχι μόνο δε ζεις αυτό που θέλεις, αλλά δεν ξαλαφρώνει και το μέσα σου, ότι κι αν αυτό κουβαλά. Είτε θυμό και πικρία, είτε βαθύ κι απόλυτο έρωτα. Όσο πιο βαθιά τα σπρώχνεις μέσα σου, τόσο πιο πολύ αυτά φωλιάζουν κάτω απ’ το δέρμα σου και γίνονται δεύτερη σάρκα. Κι αν δεις ποτέ τα μάτια σου να ξεχειλίζουν θάλασσες είναι γιατί δε χωράνε πια τόσα ανείπωτα.
Αν γουστάρεις να το πεις, αν κάτι σ’ ενοχλεί να το φωνάξεις. Αρκετά απωθημένα έχουμε ήδη, δε νομίζεις; Πού να βρούμε κι άλλο χώρο. Γιατί κάπως έτσι γεννιούνται κι αυτά. Έχουν για μάνες τις ευκαιρίες που έχασες, τις στιγμές που άφησες να σου γλιστρήσουν απ’ τα χέρια και τις φορές που σώπασες.
Να τολμάς, να μιλάς και να έχεις τον τσαμπουκά να ζεις. Να μην κρύβεσαι πίσω απ’ το δάχτυλό σου. Να έχεις τσαγανό να διεκδικείς, τα όσα θες. Να την αρπάζεις τη ζωή απ’ τα μαλλιά και να μη βασίζεσαι μόνο στις ματιές. Να πηγαίνεις κι ας σου βγαίνει και σε κακό.
Επιμέλεια κειμένου Ελευθερίας Ηλιοπούλου: Νάννου Αναστασία.