Κι άντε όλα τ’ άλλα να τα υποστείς, να τ’ αντέξεις. Να συμβιβαστείς με όλα τα στραβά και τα λάθος της κατάστασης.
Την εκνευριστική σιωπή που διαρκεί μέρες. Που αρχίζει και δεν ξέρεις αν και πότε θα τελειώσει. Αυτή τη ρουφιάνα τη σιωπή που σε κρατάει ξάγρυπνο τα βράδια, που έχει κάνει το κινητό προέκταση του χεριού σου. Να τη δεχτείς.
Το αλλόκοτο φέρσιμο που από τη μία σε απογειώνει και από την άλλη σε κάνει ένα με το πάτωμα. Την εξίσου αλλόκοτη συμπεριφορά που τη μια στιγμή σε κάνει να πιστεύεις ότι είναι όλα όσα θέλεις και την αμέσως επόμενη πώς είναι ακριβώς το αντίθετο και δεν έχει καμία σχέση με αυτά. Να την αντέξεις και αυτή.
Τα ανεξέλεγκτα νεύρα που σου προκαλεί αυτός ο άνθρωπος, χωρίς λόγο και αιτία, απλά και μόνο με την παρουσία του. Γιατί αυτή η ίδια παρουσία σε κάνει να καταλάβεις πόσο δανεική είναι και ότι δεν μπορείς να τον έχεις πραγματικά και ουσιαστικά. Γιατί ακόμα και αν είναι δίπλα σου, δεν είναι μαζί σου. Να το υπομείνεις και αυτό.
Αυτό όμως που δεν μπορείς να σηκώσεις, που δεν μπορείς να συγχωρήσεις είναι εκείνο το φιλί που σου στερεί καθώς φεύγει. Δεν απαιτείς να μείνει, το ξέρουμε. Και δε ζητάς τίποτα περισσότερο από αυτό που ήδη υπάρχει. Ούτως ή άλλως όλα αυτά για τα όποια ώρες γκρινιάζεις στους φίλους σου, αποτελούν παράγοντες που σε κάνουν να γουστάρεις τόσο.
Αλλά το ρημάδι το φιλί της καληνύχτας είναι αλλιώς και το έχεις ανάγκη. Δε σε νοιάζει αν θα μείνει ή θα φύγει. Όπως δε σε νοιάζει και να βαφτίσεις αυτό που «έχετε». Εσύ θέλεις μόνο το φιλί το τελευταίο.
Γιατί όταν αδειάζει το κρεβάτι σου και μένεις πάλι μόνος, θα ‘θελες το φιλί της καληνύχτας να σου καίει τα χείλη. Να σε κάνει να θέλεις κι άλλο και να μη χορταίνεις. Γιατί κάθε φορά που περνάει την πόρτα σου, δεν ξέρεις αν θα ξανάρθει και το τελευταίο πράγμα που θέλεις να θυμάσαι είναι η γεύση τoυ φιλιού.
Και κάπου εδώ αφού σε έχω σχεδόν υπνωτίσει με ρομαντικές ιδέες και σκέψεις για τα φιλιά τα τελευταία, έρχομαι φουριόζα να σου πω και μια μεγάλη αλήθεια γι’ αυτά: Τα φιλιά (και ειδικά της καλήνυχτας) αξίζουν όταν δίνονται απλόχερα κι όχι όταν τα ζητιανεύεις.
Άνοιξε λοιπόν, το μυαλό σου και ύστερα την πόρτα σου και πέτα τον άνθρωπο αυτό έξω με όλη την αγένεια που κουβαλάς. Και βγες να κυνηγήσεις και να βρεις αυτά που πραγματικά σου αξίζουν και θέλεις. Κι αντιμετώπισε τη ζωή σου με τσαμπουκά. Γιατί ο συμβιβασμός είναι και ήταν ανέκαθεν η χειρότερη αρρώστια.
Επιμέλεια Κειμένου Ελευθερίας Ηλιοπούλου: Σοφία Καλπαζίδου