Το παρόν κείμενο αποτελεί υποψηφιότητα για το διαγωνισμό διηγήματος με θέμα «Το πιο ερωτικό μου καλοκαίρι» που διοργανώνουν το pillowfights.gr και το travel agency 18-24.gr.
Γράφει η Άννα Λούρη.
Η Αλεξάνδρα σχεδόν δεν έβλεπε μπροστά της. Από τη μια η ζέστη και από την άλλη τα δάκρυα δεν βοηθούσαν καθόλου την όρασή της. Γύρισε να κοιτάξει δίπλα της και παρατήρησε με απόλυτη αγάπη την καλύτερη της φίλη. Εδώ και τρεις μέρες βρίσκονταν στο νησί και παρόλο που ήθελε να κλάψει μέχρι να βγουν τα μάτια της, η Αριάδνη ήταν πάντα μαζί της. Εκείνη είχε επιμείνει να έρθουν εδώ από την αρχή.
Το μυαλό της όμως δεν την άφησε να ηρεμήσει. Είδε για άλλη μια φορά το ύφος του Αχιλλέα όταν του είπε να χωρίσουν ή τουλάχιστον να σταματήσουν ό,τι ήταν αυτό που είχαν.
Είχαν γνωριστεί τυχαία μέσω του Σωτήρη μια βραδιά στην Αθήνα και παρόλο που ο Αχιλλέας ήταν σε σχέση της έδειξε από τη αρχή το ενδιαφέρον του. Και ο Σωτήρης ήταν σε σχέση τότε αλλά για χάρη της Αριάδνης χώρισε. Δύο εβδομάδες αργότερα ο Αχιλλέας είχε ζητήσει από την Αλεξάνδρα να βγουν και εκείνη είχε δεχτεί. Η βραδιά εκείνη είχε συνεχιστεί και στο σπίτι του όπου και έμειναν μέχρι το μεσημέρι της επόμενη ημέρας. Από εκείνο το σημείο συνέχισαν να συναντιούνται είτε στο σπίτι του είτε στο δικό της, με μόνο λίγες ώρες πάθους να τους ενώνουν.
Μετά από ένα μήνα όμως η Αλεξάνδρα αποφάσισε να σταματήσει να λέει ψέματα στον εαυτό της.
Ο Αχιλλέας γύρισε στο πλευρό του και την κοίταξε. Παρατήρησε το όμορφο γεμάτο σώμα της και ένιωσε τον εαυτό του να μη θέλει να φύγει. Τότε η Αλεξάνδρα γύρισε προς το μέρος του και τον κοίταξε κι εκείνη. Με μια κίνηση σηκώθηκε από το κρεβάτι και κάθισε στην άκρη.
-Αχιλλέα δε νομίζω ότι μπορούμε να συνεχίσουμε.
Εκείνον τον έλουσε κρύος ιδρώτας. Την άγγιξε στην πλάτη απαλά και τη φίλησε στο λαιμό.
-Γιατί όχι; Αφού μια χαρά δεν περνάμε οι δύο μας;
-Η Χρύσα τι κάνει Αχιλλέα;
Μια μεγάλη παύση ακολούθησε τα λόγια της. Εκείνος απομακρύνθηκε από κοντά της και άρχισε αμίλητος να ντύνεται. Πριν φύγει όμως πήγε μπροστά της. Τη φίλησε στην αρχή τρυφερά και στην συνέχεια λίγο πιο άγρια θέλοντας να της δείξει ότι αυτό που ένιωθε για εκείνη ήταν διαφορετικό από αυτό που ένιωθε για την Χρύσα. Η Αλεξάνδρα όμως αποτραβήχτηκε. Σηκώθηκε όρθια μπροστά του και χωρίς να ενδιαφέρεται για τη γύμνια της του μίλησε.
-Άκουσε με λίγο Αχιλλέα, γιατί δε θα το πω δεύτερη φορά. Όταν συμφώνησα σε όλο αυτό πίστευα ότι δεν υπήρχε περίπτωση να νιώσω κάτι για σένα. Αλλά έκανα λάθος. Όχι μόνο δε μου αρέσει που το μόνο που κάνουμε είναι σεξ, αλλά κάθε φορά που σε βλέπω να είσαι μαζί της συμπεριλαμβανομένων των ατελείωτων τσεκιν σας, θέλω να σπάσω τον υπολογιστή. Οπότε θα παίξουμε ως εξής. Είτε θα σταματήσουμε εδώ και τώρα και δε θα ξανασυναντηθούμε ποτέ, είτε θα αποφασίσεις ποια από τις δύο μας θες. Δε γίνεται αλλιώς. Δεν μπορώ να το κάνω αυτό άλλο στον εαυτό μου.
Ο Αχιλλέας την κοίταξε αμίλητος. Και κατόπιν χωρίς να της πει απολύτως τίποτα έφυγε από το σπίτι.
Αυτή ήταν και η τελευταία φορά που τον είχε δει. Ούτε τηλέφωνο είχε πάρε ούτε μήνυμα είχε στείλει, όποτε εφόσον δεν είχε κάνει και εκείνος τίποτα είχε καταλάβει την απόφασή του.
-Ει ξύπνα, τη σκούντηξε η Αριάδνη. Μη μου πεις, πάλι τον Αχιλλέα σκεφτόσουν έτσι;
-Τι; Ούτε καν καλέ. Απλώς νύσταξα λίγο.
Η Αριάδνη την κοίταξε με ένα ύφος που της έλεγε ότι ήξερε ότι έλεγε βλακείες αλλά δε συνέχισε.
-Λοιπόν άντε να κάνεις ένα μπάνιο γιατί μετά θα βγούμε. Είμαστε εδώ και δυο μέρες εδώ και έχουμε κάτσει μέσα. Οπότε πήγαινε γιατί έχουμε να εξερευνήσουμε τη βραδινή Πάρο!
Η Αλεξάνδρα δεν έφερε αντίρρηση. Δεν έφτανε που ήταν μέσα στην μαύρη απελπισία όλη την ώρα, είχαν μείνει και μέσα με αποτέλεσμα η Αριάδνη να βαριέται την ζωή της. Έτσι αποφάσισε να σταματήσει. Έκανε ένα καυτό μπάνιο και στην συνέχεια, αφότου επέλεξε τι θα φορούσε έφτιαξε τα μαλλιά της και φρόντισε να μη φαίνονται τα γεγονότα των προηγουμένων ημερών πάνω της. Θα έβγαινε με την φίλη της, θα πέρναγε τέλεια και ξέχναγε τον Αχιλλέα και την απόρριψή του. Μόλις ετοιμάστηκε και παρατήρησε τον εαυτό της ευχαριστήθηκε απόλυτα με το θέαμα και γυρίζοντας προς το μέρος της Αριάδνης την έπιασε από τον αγκώνα και βγήκαν μαζί έξω.
Μετά από περίπου τρεις ώρες βόλτας στα σοκάκια της Χώρας της Πάρου βρέθηκαν σε ένα κλαμπ. Η μουσική έπαιζε δυνατά και αμέσως έφτιαξε τη διάθεση της Αλεξάνδρας. Αφότου πήραν ποτά, η Αριάδνη πήγε λίγο έξω να μιλήσει με τον Σωτήρη που από όλες τις ώρες διάλεξε να την πάρει τηλέφωνο εκείνη τη στιγμή και η Αλεξάνδρα έμεινε μόνη της. Άρχισε να χορεύει στον ρυθμό της μουσικής χωρίς να ενδιαφέρεται καθόλου για τα βλέμματα που της έριχναν άντρες και γυναίκες θαμώνες. Ήθελε να ξορκίσει τον Αχιλλέα από το μυαλό της και μια νύχτα απόλυτης διασκέδασης θα την βοηθούσε απίστευτα.
Ένιωσε δυο χέρια γύρω από την μέση της και ανοίγοντας τα μάτια της συνάντησε ένα ζευγάρι αντρικά μαύρα μάτια ακριβώς μπροστά της. Γύρισε το κεφάλι της και συνάντησε άλλο ένα, γυναικείο αυτή τη φορά και πανέμορφα πράσινο. Έτσι κι αλλιώς ήταν bisexual όποτε η προσοχή που της έδειχνε η κοπέλα πίσω της δεν την ενόχλησε καθόλου. Άρχισε να χορεύει ανάμεσα στο ζευγάρι και σχεδόν κατάφερε να ξεχαστεί. Δεν γύρισε το κεφάλι της όταν ο άντρας τη φίλησε αλλά όταν άνοιξε τα μάτια της είδε τα μάτια του Αχιλλέα να την κοιτάνε αντί για εκείνου του άντρα.
Με μια απότομη κίνηση αποτραβήχτηκε από το φιλί εκείνου του άντρα και κοίταξε γύρω της ψάχνοντας την Αριάδνη. Την είδε τελικά αλλά δεν ήταν μόνη της. Δίπλα της βρισκόταν ο Σωτήρης, με το αιώνιο βλέμμα της άγνοιας και φυσικά μπροστά του και κατευθυνόμενος προς το μέρος της Αλεξάνδρας ήταν ο Αχιλλέας. Ήταν θυμωμένος μαζί της αλλά δεν τη φόβισε καθόλου.
Με το που έφτασε μπροστά της την τράβηξε με δύναμη από τον αγκώνα και με γρήγορα βήματα την απομάκρυνε από το έκπληκτο ζευγάρι. Η Αλεξάνδρα προσπάθησε να ξεφύγει από την λαβή του, αλλά την έσφιγγε τόσο πολύ που δεν τα κατάφερε.
Με το που βρέθηκαν έξω την οδήγησε σε μια γωνία λίγο πιο σκοτεινή και την έσπρωξε προς τον τοίχο. Κατόπιν χωρίς να προλάβει να αντιδράσει τη φίλησε. Αλλά δεν ήταν τρυφερό. Ήταν εκδικητικό, αγριεμένο και σχεδόν βίαιο, αλλά η Αλεξάνδρα ήξερε ότι δε θα την έβλαπτε ποτέ. Ξεχνώντας κακώς τα γεγονότα της Αθήνας ανταποκρίθηκε στο φιλί του χωρίς να το σκεφτεί.
-Για λίγο καιρό σε αφήνω μόνη σου και κατ’ ευθείαν κάνεις βλακείες, της είπε έχοντας τα μάτια του ακριβώς απέναντι από τα δικά της.
-Δεν ήξερα ότι σε ενδιέφερε τι κάνω Αχιλλέα, του απάντησε ειρωνικά.
Εκείνος ξεφύσηξε σαν να ήταν κουρασμένος και τότε πρόσεξε η κοπέλα τους μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια του και σχετικά αδυνατισμένο σώμα του. Αρνήθηκε να απαλύνει την στάση της απέναντί του και ετοιμάστηκε να του πει να την αφήσει ήσυχη αλλά εκείνος την πρόλαβε. Και αυτό που της είπε την έστειλε στα ουράνια.
-Χώρισα, της είπε καρφώνοντας το βλέμμα του στο δικό της. Με το που έφυγα από το σπίτι σου εκείνη την νύχτα κατάλαβα τι έπρεπε να κάνω. Και το έκανα. Η Χρύσα το είχε καταλάβει ότι κάτι παιζόταν γιατί αυτή μου μίλησε πρώτη. Και έτσι τέλος. Πάει. Είμαι πλέον ελεύθερος, όχι βέβαια ότι θέλω να παραμείνω για πολύ ακόμη.
Η Αλεξάνδρα ήταν άφωνη. Δεν περίμενε ότι θα εξελίσσονταν έτσι τα πράγματα. Ο φόβος ότι κάποια στιγμή θα τον έχανε ήταν μέσα της αλλά δεν επέτρεψε στον εαυτό της να σκεφτεί έτσι αυτή την φορά.
Κοιτάζοντάς τον στα μάτια τύλιξε τα χέρια του γύρω από το λαιμό της και του χαμογέλασε.
-Καλά έκανες. Και να είσαι σίγουρος ότι δε θα μείνεις ελεύθερος για πολύ ακόμη, του είπε και τον φίλησε.
Εκείνος ανταποκρίθηκε με ζωντάνια και την αγκάλιασε από τη μέση σφιχτά.
Κρατώντας την από το χέρι μπήκαν ξανά μέσα στο κλαμπ και κατευθύνθηκαν προς το τραπέζι που είχαν. Βρήκαν την Αριάδνη και τον Σωτήρη να χορεύουν αγκαλιασμένοι σαν να μην υπάρχει αύριο και η Αλεξάνδρα χαμογέλασε για τη φίλη της. Παρήγγειλαν ποτά και διασκέδασαν μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες σαν κλασικοί εικοσάρηδες στις διακοπές τους και αδιαφορώντας πλήρως για το αύριο και τον έξω κόσμο που τους περίμενε.
Εξάλλου όταν έχεις κάτι τόσο ωραίο σήμερα γιατί ν’ ανησυχείς για το αύριο;
Το παρόν κείμενο αποτελεί υποψηφιότητα για το διαγωνισμό διηγήματος με θέμα «Το πιο ερωτικό μου καλοκαίρι» που διοργανώνουν το pillowfights.gr και το travel agency 18-24.gr.
Ψήφισε με like+share την ερωτική ιστορία της Άννας και χάρισέ της ένα ταξίδι για δύο, σε Σκιάθο, Σκόπελο ή Πάρο!