Το παρόν κείμενο αποτελεί υποψηφιότητα για το διαγωνισμό διηγήματος με θέμα «Το πιο ερωτικό μου καλοκαίρι» που διοργανώνουν το pillowfights.gr και το travel agency 18-24.gr.

Γράφει η Αντιγόνη Παπαλαζάρου.

 
Από μικρή μου άρεσε να ταξιδεύω μακριά, να κλείνω τα μάτια και ν’ αφήνω το γνωστό κόσμο πίσω μου, έστω και για λίγο. Ξέρω πως η φυγή δεν είναι λύση όμως κάτι βράδια σαν το σημερινό για μένα αποτελεί μονόδρομο. Εδώ, σ’ αυτήν την ερημική παραλία, με το κύμα να χαϊδεύει τα πόδια μου και την άμμο ν ’αγκαλιάζει κάθε κύτταρό μου, αισθάνομαι να ξαναβρίσκω τον εαυτό μου.  

Από μακριά ακούγονται οι ήχοι του νησιού, τα γέλια, οι φωνές, η ευτυχία που φέρνει μαζί του το καλοκαίρι. Πέρυσι ήμουν κι εγώ εκεί, πλημμυρισμένη απ’ τη γαλήνη του έρωτά μου και νιώθοντας ικανή να κατακτήσω όλο τον κόσμο. Δυστυχώς όμως η θέρμη της καρδιάς δεν καθορίζεται απ’ τον καιρό. Κι έτσι βρέθηκα τώρα, Ιούλιο μήνα, με δυο νιφάδες χιόνι στην ψυχή μου.

Σαν σήμερα κλείνει ένας χρόνος από το πρώτο βράδυ που τον γνώρισα, σ’ εκείνο το πάρτι στην ακροθαλασσιά. Είχα χάσει τους φίλους μου μες στο πλήθος και το μυαλό μου ήταν θολό απ’ τις μπίρες. Με είδε που παραπατούσα και με πήρε παράμερα να καθίσω και να μου δώσει λίγο νερό. Συνήλθα γρήγορα και σηκώθηκα να φύγω, τρομαγμένη στη σκέψη πως βρέθηκα ξαφνικά μ’ έναν ξένο στις ξαπλώστρες που πηγαίνουν τα ζευγαράκια.

«Μη φύγεις, εγώ απλά να σε βοηθήσω ήθελα. Με λένε Μιχάλη». Τα πράσινα μάτια του φώτισαν το σκοτάδι και το χαμόγελό του έκρυβε ευγένεια, ειλικρίνεια. Εκείνο το λεπτό ξέραμε και οι δυο πως δε θα φύγω. «Εμένα με λένε Ελένη, συγγνώμη που γνωριζόμαστε κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες. Και σ’ ευχαριστώ. »

Σηκώθηκα από την ξαπλώστρα που καθόμουν και πήγα στη δικιά του, απορώντας και η ίδια με το πρωτόγνωρο θάρρος μου. Κάπως έτσι λοιπόν βρέθηκα το ξημέρωμα να συζητώ μ’ έναν άγνωστο για ώρες, αποκαλύπτοντάς του πτυχές του εαυτού μου που έκρυβα ακόμη κι απ’ τους δικούς μου ανθρώπους. Δεν κάναμε έρωτα, δε με φίλησε καν κι όμως εκείνες τις στιγμές έζησα την πιο σημαντική ένωση της ζωής μου.

Μιλήσαμε για τα όνειρα και τους μεγαλύτερους μας φόβους. Μου εξήγησε γιατί προτιμάει το θαλασσί χρώμα και γιατί δε θα ήθελε ποτέ να έχει μεγαλύτερο αδερφό. Του εξήγησα τα συναισθήματα που μου προκαλεί η θέα της θάλασσας και την αβεβαιότητά μου για το αν οι ψυχές περιπλανιούνται μετά το πέρασμά τους απ’ τη Γη ή αν χάνονται. Δεν έμαθα ούτε πόσο χρονών είναι, ούτε πώς λένε τους γονείς του, ούτε αν σπουδάζει. Όταν μιλάνε οι καρδιές, τέτοιες λεπτομέρειες περισσεύουν.

Την ώρα που χωρίσαμε, για να πάει ο καθένας σπίτι του, ο ήλιος αχνοφαινόταν στον ορίζοντα λούζοντας τη θάλασσα με τις πρώτες, ρόδινες ακτίνες του. Κανονίσαμε να βρεθούμε το επόμενο βράδυ στο ίδιο μέρος. Ολόκληρη εκείνη τη μέρα που περίμενα, η καρδιά μου κόντευε να σκάσει από ευτυχία όσο κι αν προσπαθούσα να σκέφτομαι λογικά και να λέω στον εαυτό μου ότι είναι αφύσικο να ενθουσιάζομαι τόσο για κάποιον που μόλις γνώρισα.

Από το βράδυ που ήρθε και για όλο το υπόλοιπο καλοκαίρι γίναμε αχώριστοι, φτιάξαμε έναν καινούριο κόσμο που χωρούσε μόνο τον έρωτά μας. Τα πρωινά ξυπνούσαμε νωρίς και εξερευνούσαμε κάθε κρυφό μέρος του νησιού, σνομπάροντας κάθε τυποποιημένη μορφή διασκέδασης, ξεχνώντας τι θα πει «beach bar, ξαπλώστρα και ρακέτες». Τα μεσημέρια πηγαίναμε με τους φίλους μας σε ταβερνάκια και η μέρα πάντα έκλεινε σ’ εκείνη την παραλία που πρωτογνωριστήκαμε.  Ό,τι ερωτεύτηκα περισσότερο στο Μιχάλη ήταν που δε φοβόταν να ξεδιπλώσει τον εαυτό του και να αγαπήσει, χωρίς να σκέφτεται τις συνέπειες. Ο έρωτάς του, είτε εκδηλωνόταν με λόγια, είτε με χάδια και φιλιά είχε πάντα ένα μοναδικό χαρακτηριστικό: τον ενθουσιασμό των μικρών παιδιών.

Κάποιο βράδυ βρεθήκαμε στην ακροθαλασσιά μόνοι μας πάνω σε μια μικρή ψάθα. Ένα γλυκό, ζεστό αεράκι φυσούσε κι εκείνος με κρατούσε αγκαλιά, μπλέκοντας τα δάχτυλά του στις άκρες των μαλλιών μου. «Κλείσε τα μάτια σου και φαντάσου εμάς, το μέλλον μας. Σε δυο χρόνια τελειώνω τη σχολή και θα έρθω να μείνω μαζί σου, Θεσσαλονίκη. Θα είσαι δικιά μου για πάντα, δε θα αφήσω να σε αγγίξει ποτέ κανένας άλλος. Και κάθε καλοκαίρι θα ερχόμαστε εδώ που αγαπηθήκαμε, όλα τα χρόνια, μέχρι τα βαθιά μας γεράματα». Άνοιξα τα μάτια και είδα το ολόγιομο φεγγάρι, την αυγουστιάτικη πανσέληνο να καθρεφτίζεται στη θάλασσα. Εκείνη τη στιγμή ήμουν ευτυχισμένη. Καθρέφτης έγινε η σελήνη κι είδα για λίγο μες απ’ τα μάτια του Μιχάλη. Εγώ, που πάντα έβαζα πάνω απ’ όλα τη λογική, στ’ αλήθεια πίστεψα ότι ο άνθρωπος αυτός, που τον ήξερα μόλις ένα μήνα, ήταν το γραμμένο μου.

Δυστυχώς, όμως, τα όνειρα κρατάνε μόνο λίγες στιγμές, όμορφες αναμνήσεις γίνονται, για να κάνουν τον χρόνο που περνάει αμείλικτα κάπως πιο υποφερτό κάθε φορά που τα φέρνουμε στη μνήμη μας. Την τελευταία μέρα του καλοκαιριού αποχαιρέτησα τον ερωτά μου, σχεδιάζοντας ενθουσιασμένη την επόμενη φορά που θα τον έβλεπα και θα κάναμε φθινοπωρινές βόλτες στα σοκάκια της πόλης που αγαπώ. Η μοίρα μας πρόλαβε. Εκείνο το πρωινό μια κατακόκκινη νταλίκα στέρησε τη ζωή στον άνθρωπο που μου έμαθε τη σημασία της.

Ένα χρόνο αργότερα κάθομαι μόνη μου εδώ, στην παραλία που τον γνώρισα. Είναι παντού τριγύρω. Τον νιώθω στο θαλασσινό αεράκι που μυρίζει απ’ το άρωμα του και στον απαλό ήχο των κυμάτων που η μελωδικότητα τους θυμίζει τη γλυκιά φωνή του. Τώρα που αναπόλησα την ιστορία μας αισθάνθηκα να ξεφεύγω για λίγο από την άβυσσο στην οποία βυθίστηκα όλο το χρόνο που πέρασε. Ο έρωτάς μου είναι ακόμα εδώ και είναι τόσο δυνατός που δεν μπορεί να τον νικήσει καμιά υπαρξιακή κατάσταση. Ο Μιχάλης μου είναι πάντα στην αγκαλιά μου να μου δίνει δύναμη να ζήσω, χαρίζοντάς μου ένα πανέμορφο δώρο: το πιο υπέροχο καλοκαίρι της ζωής μου, μαζί με τη συνειδητοποίηση –από πείρα και όχι θεωρητικά- πως πρέπει να ζούμε ακόμα και την πιο μικρή στιγμή πριν φύγει.

Από μακριά βλέπω τα γνώριμα, ρόδινα χρώματα της αυγής, καθώς ξημερώνει μια καινούρια μέρα. Αποφάσισα να μην επιστρέψω αύριο το βράδυ στην ίδια παραλία. Θα διεκδικήσω τη θέση μου στους ζωντανούς, θα προσπαθήσω να ενωθώ ξανά με τις χαρούμενες, καλοκαιρινές φωνές του νησιού που άκουγα αχνά όλο το βράδυ που πέρασε. Θα προσπαθήσω να γυρίσω καινούρια σελίδα και ποιος ξέρει, ίσως κάποτε στο πλήθος συναντήσω δυο πράσινα μάτια που θα με κοιτάζουν με περηφάνια για την απόφαση που πήρα. 

 

Το παρόν κείμενο αποτελεί υποψηφιότητα για το διαγωνισμό διηγήματος με θέμα «Το πιο ερωτικό μου καλοκαίρι» που διοργανώνουν το pillowfights.gr και το travel agency 18-24.gr.

 

Ψήφισε με like+share την ερωτική ιστορία της Αντιγόνης και χάρισέ της ένα ταξίδι για δύο, σε Σκιάθο, Σκόπελο ή Πάρο!