Το παρόν κείμενο αποτελεί υποψηφιότητα για το διαγωνισμό διηγήματος με θέμα «Το πιο ερωτικό μου καλοκαίρι» που διοργανώνουν το pillowfights.gr και το travel agency 18-24.gr.

 

Γράφει η Μαρία Κωστούλα.

 

Με τον Μάνο γνωριζόμασταν λίγο καιρό πριν γίνουμε ζευγάρι. Όλα ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 2010. Αποφασίσαμε μια παρέα οχτώ ατόμων, δύο ζευγάρια κι άλλοι τέσσερις να πάμε διακοπές όλοι μαζί στο σπίτι μια φίλης μας στην Κέρκυρα. Ένα βράδυ εκεί που ήμασταν όλοι μαζεμένοι σε μια απομακρυσμένη παραλία χωρίς τίποτα γύρω μας τα είπε όλα. Με τους υπόλοιπους να έχουν απομακρυνθεί εκείνος το πήρε απόφαση και μου το εξομολογήθηκε. Δεν πήγαινε άλλο ή θα το έλεγε ή θα διαλυόμασταν σαν παρέα είπε.

Έξι μήνες με ήξερε και τους δύο το πάλευε μέσα του μέχρι να το πάρει απόφαση αφού δεν είχε καταλάβει πως εγώ τον είχα ερωτευτεί από την αρχή της γνωριμίας μας, ήταν ο πρώτος μου έρωτας, όμως ποτέ δεν έδειξα ξεκάθαρα κάτι γιατί πίστευα κι εγώ πως αν με ήθελε θα το είχε πει. Ακόμα θυμάμαι τη μέρα που τον γνώρισα, δεν ήταν τα πράσινα μάτια του ούτε το υπέροχο χαμόγελο του αλλά αυτό το βλέμμα που με καθήλωσε από την πρώτη στιγμή, είχε μια παιδική αθωότητα και ταυτόχρονα μια θλίψη που μόνο λίγοι μπορούσαν να δουν. Είχε μια μοναδική γοητεία που με έκανε μην μπορώ να πάρω το βλέμμα μου από πάνω του.

Το αυγουστιάτικο φεγγάρι σχεδόν ολόγιομο φώτιζε τα γαλαζοπράσινα νερά της θάλασσας, η φωτιά να σιγοκαίει και στο ράδιο να παίζει ένα από τα αγαπημένα μου τραγούδια. Εκείνο το βράδυ άκουσα τα ομορφότερα λόγια στη ζωή μου, ο Μάνος ήταν ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να μου συμβεί τότε. Ήταν προφανές πως κάποια στιγμή θα καταλήγαμε μαζί, όλοι το πίστευαν εκτός από εκείνον, έτσι μόλις μου είπε «Σε θέλω» ένιωσα τη γη να χάνεται. Δεν ήταν ο τρόπος του ή η ατμόσφαιρα που έκαναν τα πάντα να μοιάζουν ιδανικά αλλά αυτή η μαγεία που υπήρχε τη νύχτα εκείνη.

Μου εξομολογήθηκε πως του είχα κάνει εντύπωση από την αρχή της γνωριμίας μας αλλά άργησε να καταλάβει τα αισθήματα του για εμένα, του άρεσε που είχα το δικό μου στυλ και πως ποτέ δεν πήγαινα με τα πρέπει των άλλων αλλά με τα θέλω της καρδιάς μου, που πάντα έλεγα τι σκεφτόμουν χωρίς να νοιάζομαι για τις συνέπειες και που όλα τα αντιμετώπιζα με το μοναδικό μου χιούμορ. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα ήρθε το πρώτο μας φιλί και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα. Όσα ακολούθησαν ήταν όλα τόσο υπέροχα και οι συνθήκες τόσο ιδανικές λες και η νύχτα είχε κάνει κρυφή συμφωνία μαζί μας. Βουτήξαμε στη θάλασσα στο πρώτο μας νυχτερινό μπάνιο και στη συνέχεια εκεί όπου οι αγκαλιές έδωσαν την θέση τους στα ομορφότερα λόγια που μπορεί να πει ένας ερωτευμένος, λόγια που θα ζήλευαν πολλοί και στα πιο αληθινά φιλιά που έχει δώσει ποτέ κανείς, φιλιά που κόβουν την ανάσα. Ξαπλωμένοι στην άμμο κοιτούσαμε τον ουρανό με τα αστέρια να είναι πιο λαμπερά από ποτέ σαν να περίμεναν κάτι και κάπου εκεί ανάμεσα σε κεριά αναμμένα και παθιασμένα φιλιά ήρθε η ολοκλήρωση της ερωτικής αυτής βραδιάς με τα κορμιά μας να γίνονται ένα.

Για εμένα ήταν η πρώτη μου φορά αν και ήμουν 21 χρονών και εκείνος στα 25 και πολύ πιο έμπειρος. Ήταν τόσο γλυκός, τρυφερός και ερωτικός μαζί μου σωστός κύριος, ήταν η απόλυτη ολοκλήρωση, με έκανε να νιώσω γυναικά με όλη την σημασία της λέξης αυτής. Ποτέ δεν με έκανε να νιώσω άβολα επειδή δεν είχα εμπειρία. Εκείνο το μοιραίο βράδυ του δόθηκα ολοκληρωτικά ψυχή και σώμα χωρίς καμία αντίσταση. Ήταν ένας έρωτας διαφορετικός τόσο ονειρικός λες και σταμάτησε ο χρόνος εκεί σε εκείνο τη νύχτα, λες και δεν θα ξαναζούσαμε τίποτα από ότι είχαμε ζήσει εκείνο το καλοκαίρι. Δεν υπήρχε κανείς και τίποτα που θα μπορούσε να διακόψει αυτή την μαγική ατμόσφαιρα. Ό,τι και να γινόταν ήταν δικός μου εκείνος, εγώ και το απέραντο της θάλασσας.

Ο Μάνος ήταν ο ένας και μοναδικός, έπρεπε να συναντηθούμε και να ήμαστε μαζί, γιατί το να κάνω πραγματικότητα τις κρυφές μου επιθυμίες και όλα όσα περίμενα τόσο καιρό με τον πρώτο μου έρωτα πιστεύω ήταν το καλύτερο δώρο για εμένα, δεν περίμενα άδικα και το αποτέλεσμα με δικαίωσε και με το παραπάνω, είχαμε χημεία και αυτό φαινόταν από την πρώτη μέρα που γνωριστήκαμε, μα πάνω από όλα κουβαλούσαμε την ίδια τρέλα.

Ο ήλιος ξεπρόβαλε δειλά δειλά, οι πρώτες ηλιαχτίδες επέμεναν να ανοίξουμε τα μάτια μας, το ξημέρωμα μας είχε βρει να κοιμόμαστε αγκαλιά. Με τον Μάνο είδα τον ήλιο να ξεπροβάλλει σαν να ήταν η πρώτη φορά που αντίκριζα την ανατολή, και αυτός ήταν τόσο όμορφος με αυτή την αλμύρα της θάλασσας στα ξανθά του μαλλιά και στο σώμα του που δεν θα μπορούσα να του αντισταθώ σε τίποτα. Κάπου εκεί αναγκαστήκαμε να τα μαζέψουμε όλα τόσο γρήγορα καθώς γίναμε αντιληπτοί από κάποιους αστυνομικούς που περιπολούσαν εκείνη την ώρα και αφού μας έκαναν έναν τυπικό έλεγχο στο τέλος μας άφησαν να φύγουμε με εμένα να έχω γίνει κατακόκκινη από ντροπή.

Στην Κέρκυρα καθίσαμε 15 μέρες και όλα ήταν σαν όνειρο, ένα όνειρο από εκείνα που δεν θες να ξυπνήσεις ποτέ, που εύχεσαι να μείνεις για πάντα σ’ αυτό το όνειρο χωρίς να σου αποσπάσει τίποτα και κανένας την προσοχή. Τα πρωινά τα περνούσαμε σε διάφορες παραλίες του νησιού κάνοντας μπάνιο, βόλτες στην ακροθαλασσιά, βαρκάδες και ηλιοθεραπεία ως αργά το απόγευμα όπου και το περνούσαμε σε κάποιο από τα κεντρικά μπαράκια άλλοτε πιο ήσυχα στα πιο απόμερα και άλλοτε σε πιο πολυσύχναστα μέρη με σφηνάκια και κοκτέιλ να έχουν την τιμητική τους. Οι νύχτες όμως ήταν κυρίως μόνο για εμάς τους δύο και ήταν οι πιο ερωτικές, οι πιο παθιασμένες και οι πιο ξελογιάστρες. Τα πάντα έμοιαζαν ιδανικά για να περάσουμε ένα αξέχαστο καλοκαίρι και όποια άλλη συνέχεια θα είχαμε μετά καθώς ήταν αρχές Ιουλίου και είχαμε όλο τον καιρό μπροστά μας.

Όταν γυρίσαμε στην βάση μας τα πάντα γύρω μου φαινόταν διαφορετικά, από τους φίλους μας ως και τους περαστικούς στο δρόμο, ακόμα και η πόλη σαν ξαφνικά κάτι να άλλαξε. Οι βόλτες μας συνεχίστηκαν δίπλα στο ποτάμι, στο παλιό κάστρο και στα σοκάκια της πόλης αυτή τη φορά, αυτόν τον Αύγουστο στην σχεδόν έρημη από κόσμο πόλη θα τον θυμάμαι για καιρό γιατί ίσως να ήταν η πρώτη φορά που δεν με ένοιαζε τίποτα άλλο απ’ το να περάσω όσο καλύτερα μπορούσα με τον αγαπημένο μου.

Οι νύχτες στο σπίτι του Μάνου ήταν σκέτη πρόκληση γιατί όσο περνούσε ο καιρός οι καρδιές μας έγιναν ένα, είχαμε βρει τα κουμπιά μας και αυτά που μας έδεναν όλο και περισσότερο ήταν κάθε μέρα και κάτι παραπάνω. Ήταν σαν μια συμφωνία αγάπης και έρωτα που όλοι περίμεναν την εξέλιξη της ιστορίας αυτής, μια ιστορία σαν αυτές στα παραμύθια με μυθικά μέρη, νεράιδες και μαγικές στιγμές που κάνεις δεν μπορεί να φανταστεί πως θα τα ζήσει στη ζωή του.

Κάπως έτσι μας βρήκε ο χειμώνας, ευτυχώς ακολούθησαν κι άλλα καλοκαίρια κι άλλοι χειμώνες γιατί όπως και να το δει κανείς ό,τι μένει είναι κάποιες φωτογραφίες και πάρα πολλές αναμνήσεις είτε ευχάριστες είτε δυσάρεστες, έτσι κι εγώ πάντα θα θυμάμαι εκείνο το πρώτο μας καλοκαίρι που μου άλλαξε τη ζωή. Ήταν ό,τι καλύτερο αν και με τον Μάνο δεν είμαστε πλέον μαζί, θα έχει πάντα μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά κι αν μπορούσα θα έδινα τα πάντα για να ζήσω πάλι εκείνο το καλοκαίρι και όλα όσα ακολούθησαν ακριβώς όπως τότε ξανά και ξανά. Αυτή η σχέση κράτησε σχεδόν τέσσερα χρόνια αλλά δυστυχώς δεν ήταν μοιραίο να κρατήσει για πάντα ένας τόσο ξεχωριστός και μοναδικός για εμένα έρωτας. Δεν έχει σημασία που δεν τα καταφέραμε εμείς οι δυο μαζί, για εμένα θα είναι πάντα ο πρώτος μου έρωτας. Σε ευχαριστώ για όλα Μάνο μου.

 

Το παρόν κείμενο αποτελεί υποψηφιότητα για το διαγωνισμό διηγήματος με θέμα «Το πιο ερωτικό μου καλοκαίρι» που διοργανώνουν το pillowfights.gr και το travel agency 18-24.gr. 

Ψήφισε με like+share την ερωτική ιστορία της Μαρίας και χάρισέ της ένα ταξίδι για δύο, σε Σκιάθο, Σκόπελο ή Πάρο!