Κάθεσαι αμέριμνος στον καναπέ και πίνεις τον καφέ σου, διαβάζεις ένα βιβλίο ή βλέπεις κάποια ταινία ώσπου κάτι αρχίζει να κουδουνίζει εκνευριστικά ασταμάτητα πάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού. Ο ήχος της μιας ειδοποίησης ούτε καν προλαβαίνει να ολοκληρωθεί γιατί διακόπτεται απ’ την επόμενη απανωτή ειδοποίηση κι όλη αυτή η βαβούρα δε λέει με τίποτα να σταματήσει, συνεχίζει ακμαία για κάνα τρίλεπτο. Λες τι στο καλό; Ξέσπασε 3ος Παγκόσμιος και δεν το κατάλαβα; Ανησυχείς πρώτα απ’ όλα κι η σκέψη σου πάει στο κακό. Γιατί κάποιος σε ψάχνει, συγκεκριμένα κάποιος σε ψάχνει απεγνωσμένα. Να μη φρικάρεις;
Πετάγεσαι όρθιος σαν να σ’ ακούμπησε ρεύμα 100 Αμπέρ για να διαπιστώσεις ότι δεν τρέχει τίποτα απολύτως απ’ αυτά που σχηματίστηκαν μέσα στο μυαλό σου, αλλά πολύ απλά ένας φίλος σου, ο φίλος σου, ο γνωστός άγνωστος που ο καθείς μας έχει, είπε να κάνει μια αναδρομή σε όσα posts και φωτογραφίες δε σου είχε πατήσει like, μέσα στα 2 είτε στα 3, είτε στα 5, είτε στα 55 χρόνια που σε ξέρει. Όσο μεγαλύτερο το αρχείο σου, τόσο περισσότερο την έβαψες.
Οι ειδοποιήσεις φυσικά δεν έχουν σταματήσει, οι δονήσεις τώρα που έχεις στο κινητό στο χέρι σου φτάνουν στον εγκέφαλο σου ακόμα πιο γρήγορα κι άμεσα, με αποτέλεσμα να τσιτώνουν τα νεύρα σου στο δευτερόλεπτο. Προσπαθείς απεγνωσμένα να φτάσεις όσο πιο γρήγορα μπορείς στο παράθυρο με το όνομα του για να του στείλεις, παλεύοντας με ένα βουνό από pop up ειδοποιήσεις που αναφύονται στο δρόμο σου.
Μετά από άλλο τόσο σπάσιμο νεύρο, καταφέρνεις να του στείλεις έστω ένα ερωτηματικό. Έστω. Για να σταματήσει προσωρινά, όχι τίποτα άλλο. Και φυσικά η απάντηση του δεν είναι άλλη απ’ τη σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι, την αναμενόμενη, που σε στέλνει ένα βήμα πριν την ανθρωποκτονία εν βρασμώ ψυχικής ορμής του 299 του Ποινικού Κώδικα: «Χαχαχαχα». Γελάει κιόλας ο ηλίθιος!
Κι εκεί που λες πως δεν μπορεί να υπάρξει κάτι χειρότερο, ότι σε έχει τσιτώσει όσο δεν πάει αυτός ο άνθρωπος, έρχονται να σε πικάρουν ακόμα περισσότερο οι συνέπειες όλων αυτών των likes του. Πατώντας like σε παλιά posts και φωτογραφίες, αυτά έχουν εμφανιστεί στην αρχική σελίδα, με αποτέλεσμα; Να τα έχουν δει ξανά πλέον όλοι. Πράγματα που ίσως θες να ξεχάσεις ότι τα ανέβασες, αλλά έχεις ξεχάσει να διαγράψεις είτε πράγματα που ναι μεν θέλεις να έχεις για να θυμάσαι το παρελθόν σου, αλλά ακριβώς επειδή ανήκουν στο παρελθόν σου, συνοδεύονται και από μια ελαφρότητα σκέψης και ξέρεις τώρα, τι μυαλά κουβαλούσες τότε, δε χρειάζεται να βγαίνουν στη φόρα τώρα που σοβάρεψες.
Αν παρατραβήξει το αστείο, μπορεί κιόλας να έχεις σχόλια στα posts σου αυτά είτε από τον ηλίθιο φίλο σου είτε κι από άλλους ηλίθιους φίλους, είτε από ηλίθιους κοινούς φίλους σας με τον ηλίθιο φίλο σου. «Ρε πας καλά;» του λες. «Έλα μωρέ, για να γελάσουμε» σου απαντάει. Με ποιον ακριβώς τρόπο σκέφτεσαι από μέσα σου γεμάτος νεύρα, νεύρα τα οποία έχουν προκύψει απ’ τη λαχτάρα που πήρες όταν βομβαρδιζόσουν.
Νεύρα που προσπαθούσες να του πεις να κόψει τις μαλακίες και είτε δεν μπορούσες να φτάσεις στο μήνυμα γιατί κόλλαγε το κινητό σου και μπλόκαρε όλο το σύστημα είτε γιατί παρά το μήνυμα –το απειλητικό μήνυμα πιο συγκεκριμένα– οι ειδοποιήσεις δεν έλεγαν να σταματήσουν.
Έλα που όμως μόλις δεις όλες σου τις αναμνήσεις να ξεπροβάλλουν μαζεμένες μπροστά σου, όσο καλές, όσο κακές, όσο ντροπιαστικές κι αν είναι, δεν μπορείς με τίποτα να συγκρατήσεις το γέλιο και το χαμόγελό σου. Αυτή είναι όλη σου η ζωή. Κι ο ηλίθιος φίλος είναι πιθανότατα ο καλύτερος σου φίλος.
Τόσο διαρκούν τα νεύρα. Μέχρι να τα θυμηθείς όλα. Όσο ρεζίλι και να σε κάνει, τον λατρεύεις. Όσο και να σε κοψοχολιάζει, δεν μπορείς με τίποτα να του κρατήσεις κακία. Και τον 3ο Παγκόσμιο, μαζί θα τον περάσετε.
Επιμέλεια Κειμένου Σοφίας Γαρμπή: Πωλίνα Πανέρη