Ήσασταν μαζί καιρό –όσο ορίζει ο καθένας το «πολύ»– και περνούσατε καλά, μέχρι που τα προβλήματα άρχισαν να εμφανίζονται, κάπως ξενερώσατε κι αποφασίσατε να βάλετε ένα τέλος. Τα συναισθήματα, έστω κάποτε, υπήρξαν έντονα κι έτσι αρνηθήκατε να πιστέψετε πως το φινάλε ήταν οριστικό, ενώ τα τελευταία λόγια που ανταλλάξατε ήταν «να προσέχεις γιατί σ’ αγαπάω», αν κι η συνέχεια σε έκανε να αμφιβάλλεις αν ήταν αλήθεια.
Από τότε, αν κι υπήρξαν χιλιάδες αφορμές για να δει αν είσαι καλά, αδιαφόρησε. Ο σεβασμός κι η εκτίμηση που λειτουργούσαν ως βάση για τη σχέση σας, πλέον αντικρούονται την τωρινή αδιαφορία του άλλου, σαν να μην υπήρξες ποτέ στη ζωή του. Απ’ τις πρώτες κινήσεις που έκανε μετά το χωρισμό σας ήταν να σε μπλοκάρει από όλα τα social media του, υπάρχουν όμως οι κοινές παρέες κι έτσι κάπως μαθαίνεις πού και πού τα νέα του.
Ο καιρός περνάει, οι φίλοι δεν τον συζητούν κι εσύ δεν ξέρεις πια τι κάνει και πού βρίσκεται, μέχρι που ξαφνικά τον βλέπεις στο δρόμο. Προσπαθείς να ηρεμήσεις, παίρνεις βαθιές ανάσες, χωρίς αποτέλεσμα φυσικά, πανικοβάλλεσαι. Συνεχίζεις, ωστόσο, να προχωράς με αυτοπεποίθηση και με ένα χαμόγελο μέχρι τα αφτιά. Σκέφτεσαι «σίγουρα θα μου μιλήσει» και φτάνεις ακριβώς δίπλα του. Τα βλέμματά σας συναντιούνται στιγμιαία, αλλά κανείς δεν επιχειρεί να μιλήσει. Εκείνος προχωρά αδιάφορος, συνεχίζοντας την πορεία του ενώ εσύ μένεις εκεί, προσπαθώντας να συνειδητοποιήσεις τι έγινε μόλις και γιατί δε μιλήσατε.
Σχεδόν αυτόματα σκάνε στο μυαλό κάποιοι στίχοι από ένα παλιό τραγούδι: «Όταν σε είδα ξανά, δε σου ‘πα γεια γιατί το πρώτο είναι εύκολο, το δεύτερο πονά. Τ’ άφησα, είπα άλλη φορά, τη νύχτα όμως μ’ έπνιγε, ήσουν τόσο κοντά». Παρόλο που τόσο καιρό περίμενες να δεις αυτόν τον άνθρωπο ή τουλάχιστον να μάθεις νέα του, την κατάλληλη στιγμή δείλιασες. Ίσως φταίει το γεγονός πως τον είδες ξαφνικά, ίσως το ότι για σένα σημαίνει ακόμη πολλά. Ωστόσο, το γεγονός ότι δεν του μίλησες δε θα το συγχωρέσεις στον εαυτό σου.
Ύστερα απ’ το σκηνικό, πήρες αμέσως τηλέφωνο το φιλαράκι σου κι άρχισες να αναλύεις με λεπτομέρειες τι έγινε. Αφού ξεψαχνίσατε το συμβάν από όλες τις πιθανές πλευρές, αποφασίσατε από κοινού πως ήρθε ο καιρός να προχωρήσεις παρακάτω. Το δικό σου θέμα όμως πλέον δεν είναι τόσο ότι δε μαθαίνεις νέα του άλλου, αλλά ότι σε αντιμετώπισε σαν να ‘στε ξένοι και δεν ένιωσε την ανάγκη να σου μιλήσει.
Όποιες κι αν ήταν οι καταστάσεις που οδήγησαν στο τέλος κι υπό όποιες συνθήκες κι αν προκύψει αυτή η συνάντηση, όταν βλέπεις έναν πρώην στο δρόμο, χαιρετάς έστω και για το τυπικό της υπόθεσης. Ένα «γεια» αρκεί για να μη φανείς αγενής και παράλληλα είναι η ευκαιρία να ανοίξεις μια συζήτηση, αν αυτό θες. Ίσως εκείνη τη στιγμή να μας φαίνεται δύσκολο, όμως μετά μάλλον θα το μετανιώσεις αν δεν το κάνεις. Εξάλλου, τι ψυχή έχει μωρέ ένα «γεια»;
Η αδιαφορία χρησιμοποιείται ως μέσο εκδίκησης ή απλά αποδεικνύει πως ακόμη τρέφεις αισθήματα για τον άλλον. Στο ένα σενάριο, αγνοώντας κάποιον δείχνεις άμεσα πως πλέον δε νοιάζεσαι για εκείνον κι ότι έχεις προχωρήσει, δείχνεις όμως συνάμα κακία και μικροψυχία, που δε σε τιμά. Στο άλλο σενάριο, η αδιαφορία αυτή ίσως οφείλεται σε αμηχανία κι ερμηνεύεται σαν αδυναμία σου να διαχειριστείς όλα αυτά τα έντονα συναισθήματα, με αποτέλεσμα να διαλέγεις την αδράνεια για να μην εκτεθείς παραπάνω.
Κάθε μέρα συναντιόμαστε κι ανταλλάσσουμε κουβέντες με πολύ κόσμο. Είτε είναι απλοί γνωστοί μας είτε άγνωστοι που έτυχε να περάσουν από δίπλα μας, να μας πατήσουν ή να τους σπρώξουμε, ένα χαμόγελο και μια κουβέντα θα τα προσφέρουμε. Η ευγένεια είναι το όπλο μας, απέναντι σε όλους κι ειδικά σε εκείνους τους αγνώστους που κάποτε ήταν πολύ γνωστοί μας.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη