Επαναστάτες του τίποτα, ψάχνουμε συνεχώς τρόπο να βολευτούμε κάπου. Σε μια δουλειά, σε μια σχέση, σ’ ένα περιβάλλον, σε μια πραγματικότητα που, αν μας γεμίζει έστω και λίγο, φουσκώνουμε σαν παγόνια απ’ την περηφάνια μας. Αρκεστήκαμε στο τίποτα -ή έστω και στο μέτριο- ξεχνώντας πως κάποτε ζητούσαμε τα πάντα. Στυλώναμε τα πόδια κάτω, φωνάζοντας και κλαίγοντας, σκαρφιζόμενοι ό,τι χωράει ο ανθρώπινος νους για να διεκδικήσουμε αυτό που θέλαμε.
Συνηθίσαμε να ζούμε για τα λεφτά, να δουλεύουμε γι’ αυτά, να ξυπνάμε και να κοιμόμαστε σκεπτόμενοι αυτά, αντί να τα σκορπάμε με κάθε ευκαιρία σε όσα μας γεμίζουν το είναι. Και θα μου πεις πολλά εδώ. Πως υπάρχουν υποχρεώσεις, πως μεγαλώσαμε για να σκορπάμε το χρήμα τόσο ανεύθυνα -ή πως ήρθε η ώρα να το κάνουμε. Πως δεν ξέρουμε τι μας γεμίζει και πού χρόνος να το ανακαλύψουμε; Πως είμαστε αχάριστοι για να σκορπάμε αυτά που άλλοι ίσως μόνο ονειρεύονται. Και θα συμφωνήσω με όλα. Και στην τελική, ποια είμαι εγώ για να σου πω τι θα κάνεις με τον κόπο σου; Καψ’ τα, άμα θες ή αν προτιμάς, κρύφ’ τα σε ένα ντουλάπι ή κάτω από κάνα στρώμα.
Θυμόμαστε την ανθρωπιά μας κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα, με κάθε κύμα προσφύγων, με κάθε καινούργια είδηση που μόλις ξεπήδησε και μας τάραξε λίγο το φαινομενικό μας ήθος και τη συμπόνια μας. Μα έλα που την ξεχνάμε κάθε μέρα που ανοίγουμε τα μάτια μας και λίγο σιχτιρίζουμε που αναγκαζόμαστε να σηκωθούμε απ’ το αναπαυτικό μας στρώμα και να πάμε οπουδήποτε αλλού. Γιατί βλέπεις, δεν έχουμε μάθει να κοπιάζουμε λίγο παραπάνω.
Συνεχίζουμε -λίγο μαλακισμένα αν θες τη γνώμη μου- να διαιωνίζουμε τη νοοτροπία του «δίνω το ελάχιστο της προσπάθειας για το μέγιστο του αποτελέσματος». Και καλά κάνουμε, φαινομενικά. Όπως λένε και το χωριό μου, work smart not hard. Φαινομενικά, γιατί στην πραγματικότητα αν δεν τριφτείς με κάτι, αν δεν ιδρώσεις και λίγο για να το κάνεις δικό σου, λίγο το εκτιμάς. Στην προσπάθειά μας λοιπόν να δείξουμε κάτι και να κρύψουμε κάτι άλλο, παρασυρθήκαμε.
Και κάπου εκεί το χάσαμε, γαμώτο. Κάπου ανάμεσα σε ύπνο και ξύπνιο, ξεχάσαμε να ζούμε. Ξεχάσαμε όλα όσα κάποτε θεωρούσαμε σημαντικά για μας. Αυτά που θα γέμιζαν τη ζωή μας από στιγμές που μας κόβουν τα πόδια. Κι όμως, σχεδόν κανείς δε θα παραδεχτεί πως κάπου το ‘χασε. Κάπου χαθήκαμε ανάμεσα σε ρουτίνα κι υποχρεώσεις και ξεχάσαμε όλα τα άλλα. Όχι γιατί το θέλαμε, μα καμιά φορά σε παρασέρνει η ριμάδα η ρουτίνα και δε σκέφτεσαι τα πράγματα δεύτερη και τρίτη φορά, αν είσαι τυχερός και προλάβεις να τα φιλτράρεις έστω και μια πρώτη.
Βαλθήκαμε να ψάχνουμε την ευτυχία στα πολλά. Σε όσα πιστεύουμε πως μας γεμίζουν, σε ‘κείνα που, μέσα στις ψευδαισθήσεις, θεωρήσαμε ευτυχία και τα βαφτίσαμε όνειρα. Γι’ αυτό και δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε το χαμόγελο πίσω απ’ τα πρόσωπα ανθρώπων που δεν έχουν τίποτα, τουλάχιστον μπροστά στα δικά μας μάτια. Γιατί ο εγκέφαλός μας αδυνατεί να συλλήψει πως δε χρειάζονται και τόσα πολλά. Τουλάχιστον όχι τόσα όσα τους μάθαμε να αποζητούν. Κι αν μαθαίνεις κάτι για τους ανθρώπους που πιστεύεις πως δεν έχουν τίποτα, είναι πως στην πραγματικότητα έχουν όλα όσα ψάχνεις και πιθανόν να μη βρεις ποτέ.