Ανέκαθεν θαύμαζα τη φωνή σε έναν άνθρωπο. Τη δύναμη που κατέχει για να επικοινωνεί, να μοιράζεται επιθυμίες, ανάγκες, απωθημένα. Την ικανότητα να λέει «σ’ αγαπώ», «μου λείπεις», «σε έχω ανάγκη», αλλά και «φύγε», «μου κάνεις κακό». Αυτό το μοναδικό χάρισμα που μόνο ο άνθρωπος έχει το προνόμιο να γνωρίζει, να χρησιμοποιεί και που όμως δεν το εκμεταλλεύεται όσο θα έπρεπε ή έστω όσο θα μπορούσε. Αυτό όμως δεν είναι της στιγμής.
Ξέρεις, μια φωνή έχει πολλά χαρίσματα και μπορεί να σου προξενήσει πολλά συναισθήματα. Μπορεί να σε κάνει θεό ή και δαίμονα από τη μια στιγμή στην άλλη. Μπορεί να κάνει την καρδιά σου να ανεβάσει παλμούς εκτός του φυσιολογικού και να κάνει το κορμί σου να τρέμει σύγκορμο. Όταν μάλιστα πρόκειται και για μια φωνή γνώριμη κι αγαπημένη, τότε μιλάμε για ναρκωτικό βαρύ, απ’ αυτά που σε εθίζουν απ’ την πρώτη κιόλας τζούρα. Οι πρώτες νότες, οι πρώτοι ήχοι λέξεων, οι πρώτες φράσεις. Όλα όσα χαράζονται μέσα σου κι ενώνουν σιγά-σιγά κομμάτια σου που δεν πίστευες ποτέ πως θα ενωθούν ξανά. Τα λόγια γίνονται φωτιά κι οι ρωγμές απ’ το γυαλί απαλύνονται, ώσπου η επιφάνεια να γίνει λεία ξανά.
Μπορεί, όμως, να σε χαντακώσει με την ίδια ευκολία. Αυτή η ρουφιάνα που τσακίζει κόκαλα κι ας μην τα έχει, γίνεται εκτελεστικό όργανο και σε θυσιάζει σ’ ένα βωμό με το έτσι θέλω. Σε λυγίζει, σε κάνει να αμφισβητείς επί παντός επιστητού και μπορεί να σε οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στην παράνοια.
Μη σε παραξενεύει. Το άκουσμα της φωνής του ανθρώπου σου μπορεί να τα προκαλέσει όλα αυτά, αν του το επιτρέψεις. Άσε στην άκρη το τρέμουλο στα πόδια και στομάχια που ξερνάνε πεταλούδες. Τώρα σου μιλάω για το επόμενο στάδιο, αυτό της επαφής. Όχι της σωματικής, μην μπερδευτείς, της ψυχικής. Αυτό που δεν τολμούν πολλοί πια, παρά μόνο μερικοί τρελοί, σαν εμένα κι εσένα.
Και θα μου πεις γιατί στα λέω όλα αυτά. Χάνομαι στις σκέψεις μου καμιά φορά και δεν ξέρω από πού να ξεκινήσω να ξετυλίγω το κουβάρι στο κεφάλι μου. Αλλά θα προσπαθήσω για σένα, γι’ αυτό άσε με να μονολογήσω λίγο ακόμα. Έχει δύναμη μια φωνή, που λες, γι’ αυτό να μην την υποτιμάς. Μια φωνή οφείλεις να τη σέβεσαι και να της χαρίζεις ένα θρόνο κάπου ψηλά μέσα σου. Όπως κάνω κι εγώ με τη δική σου.
Έχεις υποχρέωση να την προσέχεις, όταν σου κάνει τη χάρη να ακουστεί κι εσύ πρέπει να στέκεις προσηλωμένος με ευλάβεια στο άκουσμά της. Ναι, χάρη σου κάνει ένας άνθρωπος να σου ανοίγει την ψυχή του και να στην παρουσιάζει με λέξεις. Ούτε είναι εύκολο πράγμα ούτε υποχρεωμένος είναι να το κάνει. Ούτε που ξέρω βέβαια πότε μας έγινε δύσκολο να μιλάμε για όσα έχουμε μέσα μας. Πότε το κρύψαμε και κάναμε τον κόσμο μας φρούριο απόρθητο στους πάντες; Πότε ξεκινήσαμε να φοβόμαστε όσους επιχειρούν να πλησιάσουν λίγο παραπάνω; Άλλη κουβέντα όμως κι αυτή, πάλι χάσμα στις σκέψεις μου.
Μια φωνή μπορεί να σε συναρπάσει, αν της δώσεις την ευκαιρία. Μπορεί να σου μιλήσει για κόσμους που δεν έχεις γνωρίσει ποτέ και για άλλους που σου είναι ανησυχητικά γνώριμοι. Έχει τη δύναμη να σε μεταφέρει στην πραγματικότητα ενός άλλου ανθρώπου, να σε παρασύρει σε μονοπάτια ενός άλλου μυαλού και να σε συστήσει σ’ ένα διαφορετικό κόσμο. Μπορεί όμως και να σε τριγυρίσει σε γνώριμους δρόμους, δρόμους που έχεις περπατήσει πολλές φορές πριν. Να σου θυμίσει καταστάσεις, ανθρώπους και πραγματικότητες τόσο δικές σου που η ομοιότητα θα σε τρομάξει.
Γι’ αυτό σου λέω ότι έχει δύναμη μια φωνή. Ειδικά η δική σου φωνή, με σκαλώνει. Μην απορείς, λοιπόν, αν καμιά φορά κάθομαι και σε χαζεύω όταν μιλάς. Μη θυμώνεις αν δεν απαντάω, είναι που ταξιδεύω. Είναι που νιώθω και θεός και δαίμονας με τα λόγια σου και μη με παρεξηγήσεις, αλλά λίγο το γουστάρω. Να μου μιλάς λοιπόν. Μη σταματήσεις να μου μιλάς.