Καταρχάς να ξεκινήσω ζητώντας ένα μεγάλο συγγνώμη απ’ τη μαμά μου κι απ’ όσες μανάδες πρόκειται να διαβάσουν τις επόμενες γραμμές και χρειαστεί να κουμπώσουν δυο-τρία λεξοτανίλ, προτού καταφέρουν να μιλήσουν στα παιδιά τους ξανά. Επίσης, να αναφέρω ότι κάθε ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις είναι εντελώς συμπτωματική και ουδεμία ευθύνη φέρουμε για τυχόν ταυτίσεις με πραγματικά γεγονότα.
Έχοντας πει αυτά, αναρωτήσου πόσα είναι αυτά τα πράγματα που έχεις κάνει και δεν πρέπει με τίποτα, σε καμία περίπτωση και για κανένα λόγο να μάθει ποτέ η μάνα σου. Όχι γιατί δεν την εμπιστεύεσαι, αλλά γιατί κάποια θέματα είναι καλύτερο να μη θίγονται μπροστά της για τη δική της ψυχική υγεία και για τη δική σου ηρεμία. Δεν ξέρεις πού να εστιάσεις απ’ όλα όσα έχεις κάνει, ατιμούτσικο, ε; Μπράβο, σε πάω πολύ ήδη!
Ας ξεκινήσουμε με τα πιο ανώδυνα –φαινομενικά, για μας. Τις τρέλες που σε πιάνουν κατά καιρούς και κάνεις πράγματα ανεξήγητα στα μάτια της μάνας σου. Τα τατουάζ σου που η μανούλα σου η γλυκιά δεν καταλαβαίνει ότι πλέον δε χρειάζεται να είσαι κατάδικος για να ασκήσεις την τέχνη της δερματοστιξίας πάνω σου. Για τις τρύπες που έχεις ανοίξει στο σώμα σου που αν είσαι γυναίκα και υπερβαίνει τις δυο βασικές στ’ αυτιά, θα πέσει το ταβάνι να μας πλακώσει κι αν είσαι άντρας ίσως φτάσουμε και στο σημείο να αναρωτηθούμε όλοι στο οικογενειακό συμβούλιο για τον ανδρισμό σου.
Και στα λίγο πιο επώδυνα για μια μάνα. Τα πρώτα σου τσιγάρα. Εκεί, γύρω στο γυμνάσιο, που ξεκίνησαν οι πρώτες εκδρομές χωρίς τους γονείς σου, κάποιος απ΄την παρέα είχε τη φαεινή ιδέα να πάρουν ένα πακέτο τσιγάρα για να το παίξετε μάγκες όλοι μαζί. Έκανες τις πρώτες σου τζούρες, χωρίς φυσικά να κατεβάζεις τον καπνό, γιατί κανείς δε σου έδειξε κι εσύ ντρεπόσουν να ρωτήσεις φυσικά. Και λίγο αργότερα, ηλικίες δε θα θίξω για ευνόητους λόγους, κάποιοι φίλοι σου σου έδωσαν ένα τσιγάρο λίγο πιο διαφορετικό απ’ όσα είχες συνηθίσει μέχρι τώρα. Στριμμένο στο χέρι επιδέξια, με λίγο σκληρό χαρτί στη θέση του φίλτρου και με μια περίεργη έντονη γεύση και μυρωδιά που λίγο σε ζάλισε. Και μετά ήθελες να φας ό,τι υπήρχε πάνω στη γη, αλμυρό ή γλυκό, ξινό ή πικρό. Και για να μη νομίσει η μάνα σου, η καημένη, ότι σε έριξαν στα βαριά ναρκωτικά και πως θα καταλήξεις πρεζάκι να ζητάς ένα ευρώ για να φας μια τυρόπιτα, καλό είναι να μη μάθει τίποτα.
Τα μεθύσια σου είναι ακόμη κάτι που είναι καλό να μην ξέρει. Τις φορές που μέθυσες μικρός κατάφερες και το μπάλωσες μένοντας να κοιμηθείς στο σπίτι κανενός φίλου. Γιατί ξέρεις τι σημαίνει να γυρίσεις σπίτι μεθυσμένος. Τι; Δεν ξέρεις; Έλα τώρα… Μια μάνα θα σε περιμένει σπίτι ξάγρυπνη κι αφού σου κάνει κήρυγμα ότι αυτή δεν είναι ώρα για να μαζεύεσαι στο σπίτι σου, θα σε ρωτήσει γιατί βρωμοκοπάς αλκοόλ και καπνό, με ποιους ήσουν και λογικά – με τη λογική μιας μάνας πάντα για να μην μπερδευτούμε – η συζήτηση θα καταλήξει με ‘κείνη να αναρωτιέται τι έχει κάνει λάθος με σένα και να φύγει να ησυχάσει. Νόμος.
Ειδικά τα one night stand μην τα αναφέρεις καν σαν πιθανότητα. Γιατί αν κάνεις το λάθος και τα αναφέρεις δύο είναι τα τινά. Στη μια περίπτωση, η μάνα σου δε θα ξέρει τι είναι αυτό, οπότε άντε να μπεις στη διαδικασία να εξηγήσεις τα ανεξήγητα. Στη δεύτερη περίπτωση, ξέρει τι είναι – ή ξέρει στο περίπου τι είναι – και δεν είναι δυνατόν το δικό της το παιδί να κάνει τέτοια πράγματα, αυτά που κοροϊδεύει, τι θα πει η γειτονιά αν το μάθει και από πού να πάει να πέσει μ’ αυτό που της έτυχε με το διάολο που μεγαλώνει. Και πατάει κι ένα σταυροκόπημα στην καλύτερη ή ένα κλάμα στη χειρότερη.
Αυτά κι άλλα πολλά είναι μερικά απ’ τα πράγματα που καλό είναι να μη συζητάει κανείς με τη μάνα του. Όσο κι αν τις αγαπάμε, όσο κι αν τις εμπιστευόμαστε και τους λέμε τα πάντα, είναι μερικά μικρά-μικρά πραγματάκια που καλό είναι να μην τα ξέρουν για μας. Καλό είναι να τις αφήνουμε να πιστεύουν ότι ζούμε σαν τα καλά πλην τίμια αγγελούδια που εκείνες μεγάλωσαν. Σας αγαπάμε, μανάδες κι ας κάνουμε τρέλες.
ΥΓ Μάνα, μη μ’ αποκληρώσεις, θυμήσου, είμαι η πρώτη σου κόρη.