Θέλω να μου γράψεις ένα γράμμα και να το στείλεις στο σπίτι μου. Δε θέλω να μου το δώσεις στο χέρι. Να γυρίσω μια μέρα και να βρω ένα φάκελο στην είσοδο να με περιμένει. Δε θέλω να έχει αποστολέα. Μόνο παραλήπτη. Και μην ανησυχείς, θα καταλάβω αμέσως πως είσαι εσύ. Θέλω απλά να νιώσω την έξαψη του άγνωστου. Αυτή που ένιωθα παιδί όταν ανακάλυπτα τον κόσμο.
Θέλω να μπω στο σπίτι μου, ν’ ανοίξω το φάκελο προσεκτικά κι ευλαβικά. Ίσως κι απότομα ή άτσαλα. Δε φημίζομαι για την υπομονή μου. Θέλω να πάρω μια στιγμή ν’ αφουγκραστώ. Να αναπνεύσω βαθιά για να κατευνάσω τους παλμούς μου απ’ την έξαψη. Ναι, έξαψη μου δημιουργούν αυτές οι στιγμές που ανυπομονώ.
Θέλω να το ανοίξω με την ησυχία μου, να το διαβάσω όσες φορές θέλω και να νιώσω ό,τι θέλω, χωρίς να με περιορίζει η παρουσία σου. Να φέρω πέντε σβούρες το φάκελο στα χέρια μου, ν’ αναρωτηθώ για τον αποστολέα στιγμιαία. Να αγγίξω το χαρτί, να φοβηθώ τις γωνίες του, μη με τραυματίσουν άθελά τους. Να το διαβάσω μια φορά. Κι ύστερα μια δεύτερη και μια τρίτη. Ίσως και μια τέταρτη. Να ξαναδιαβάσω τ’ αγαπημένα μου σημεία. Να γελάσω, να νευριάσω, ν’ απορήσω.
Θέλω να δω το γραφικό σου χαρακτήρα. Δε με νοιάζει αν θα δυσκολευτώ να διαβάσω τις λέξεις σου. Με νοιάζει μόνο που θα έχω κάτι φτιαγμένο απ’ την ψυχή και τα χέρια σου. Θέλω να σε γνωρίσω μέσα απ’ τα γραπτά σου. Δε χρειάζεται να είσαι συγγραφέας, ούτε κανένας ποιητής. Λίγο με νοιάζει αν το ‘χεις. Το μόνο που με νοιάζει είναι να αισθανθώ τη μυρωδιά σου στο χαρτί, ν’ αναγνωρίσω τις εκφράσεις που χρησιμοποιείς. Να γεμίσω εικόνες, αποκτήματα του μυαλού σου κι αποτελέσματα του χεριού σου.
Δε χρειάζεται να είναι ερωτικό το γράμμα σου. Δεν έχω ανάγκη ούτε από εξομολογήσεις ερωτικές, ούτε από αναλύσεις πόθου, έρωτα κι υποσχέσεις ατελείωτης αγάπης. Μου αρκεί και μια ξερή καταγραφή της μέρας σου. Τι ώρα ξύπνησες, τι έφαγες για πρωινό –έφαγες άραγε; Ποιο δρόμο πήρες για να πας στη δουλειά, πότε μίλησες με τους δικούς σου στο τηλέφωνο και τι σου έκανε εντύπωση στο δρόμο. Το περιεχόμενο μπορεί να έχει ό,τι φανταστείς κι εγώ πάλι θα το λατρέψω.
Θα το κουβαλάω μαζί μου, μαζί με μια φωτογραφία σου για να με στοιχειώνει. Για να μου θυμίζει πάντα ότι μαζί σου μοιράστηκα κάτι βαθύ κι αναλλοίωτο. Βλέπεις, θέλει κότσια για να βάλεις ένα μέρος της ψυχής σου σε κάτι και στη συνέχεια να το δώσεις αλλού. Σημαίνει πως νοιάστηκες, αφιέρωσες χρόνο κι έδωσες χώρο σε κάποιον στη ζωή σου. Κι αυτό είναι το μεγαλύτερο και το ακριβότερο δώρο από μόνο του.
Θέλω να το διαβάσω τόσες φορές που πλέον οι άκρες του θα φθαρούν. Κι εγώ θα θυμάμαι πώς προκλήθηκε κάθε σημάδι φθοράς. Ένα σκίσιμο από ‘δω, ένα τσαλάκωμα από ‘κει. Όλα θα έχουν την ημερομηνία και το λόγο τους. Να το διαβάσω μέχρι να το μάθω απ’ έξω. Μέχρι η μνήμη μου να προλαβαίνει τα λόγια μου. Ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι θα αποστηθίσω μια μέρα απ’ την καθημερινότητά σου.