Διακοπές: Μια λέξη που μας γεμίζει συναισθήματα χαράς και ξενοιασιάς, θεωρητικά. Στο άκουσμά της σκεφτόμαστε ήδη να είμαστε σε μια παραλία, ξαπλωμένοι σε μια αιώρα και ν’ ακούμε το τακα τουκα από τις ρακέτες -ιδανικά όχι, αλλά λέμε τώρα- και το κύμα. Κι εδώ έρχεται άλλη μια λέξη που συνδέεται με τις διακοπές και θα μας κάνει να βιώσουμε ένα ακόμα συναίσθημα: Κάμπινγκ. Ποτέ ξανά, θα πω εγώ κι ακολουθεί το γιατί.
Ίσως είμαστε λάτρεις του κάμπινγκ κι αυτή η χαλαρότητα κι η απλότητα είναι ακριβώς αυτό που μας ταιριάζει, ίσως βέβαια κάποια στιγμή στη ζωή μας να είχαμε αυτή την εμπειρία, που μας έμεινε αξέχαστη για τους λάθος λόγους, προφανώς. Συνήθως εκεί, γύρω στα 18 με 20, στις πρώτες μας διακοπές, με τις αφραγκιές που μας έδερναν, (λίγο από τα λεφτά που ξόδεψαν οι δικοί μας για τα φροντιστήρια, να περάσουμε πανελλήνιες, λίγο για να μας έρθουν λίγο φθηνότερα οι διακοπές και να διαρκέσουν και παραπάνω), επιλέξαμε το κάμπινγκ. Κι ήταν η πρώτη μας φορά, οπότε δε γνωρίζαμε τι ακριβώς μας περίμενε.
Πρώτη φορά κάμπινγκ λοιπόν και το σκηνικό πάει κάπως έτσι:
Τα τζιτζίκια έχουν πάρει φωτιά και δεν το βουλώνουν τα γλυκούλια μέρα-νύχτα. Το υπέροχο αυτό κατά τ’ άλλα κάμπινγκ είναι μέσα σε ένα υπέροχο δάσος γεμάτο πευκοβελόνες και ρετσίνι στα δέντρα, έντομα ιπτάμενα και μη, περπατάνε πάνω μας σαν να πηγαίνουν για πικ-νικ. Το βράδυ σου πίνουν το αίμα με το καλαμάκι μιας και κάνουν κι αυτά διακοπές- τα ερωτεύσιμα κουνούπια. Τα απωθητικά και τα σπρέι γίνονται οι κολόνιες μας και οι καλύτεροί μας φίλοι, μέσα σε μια σκηνή 2Χ2 που νιώθεις ότι θα πάθεις άσθμα ή ασφυξία, όσο οι διπλανοί παίζουν με τις κιθάρες τους για 20 φορά το “να μ’αγαπάς”.
Ελεύθερο ή μη, μια σκηνή πρέπει να τη στήσουμε μόνοι μας, κι επειδή υπήρξαμε αφελείς βεβαίως-βεβαίως, σκεφτήκαμε μέσα στην αφέλειά μας πως εντάξει, πόσο δύσκολο να ‘ναι; 2 ώρες αργότερα βρίσκονται στο χωμάτινο έδαφος κάτι σιδεράκια κι η σκηνή στέκει σαν πατημένο ροδάκινο μπροστά μας. Δεν είναι ότι δεν είμαστε έξυπνοι, είναι απλώς ότι είμαστε άμπαλοι, κι αυτό συνεπάγεται ότι δεν έχουμε πάρει ούτε τρόμπα να φουσκώσουμε τα στρώματα που θα εναποθέσουμε τα κορμιά μας το βράδυ- αχ να ‘ναι καλά η παρέα δίπλα.
Ένα άλλο ζήτημα υψίστης σημασίας είναι το μπάνιο και η τουαλέτα. Στο ελεύθερο, όπως όλοι καταλαβαίνουμε, είναι όλα ελεύθερα παντού με τη φύση για τουαλέτα κι αν είμαστε τυχεροί, άντε να ‘χει ένα λάστιχο για μπάνιο. Στα οργανωμένα, από την άλλη έχεις να ζήσεις τον τρόμο της κοινόχρηστης ντουζιέρας που κάνεις το μπανάκι σου παρέα με τις τρίχες άλλων 100 ανθρώπων -το λιγότερο. Επίσης, θα το πω: Αν δεν έχεις δοκιμάσει να ντυθείς μέσα σε σκηνή που βράζει από τη ζέστη δεν ξέρεις τι πάει να πει απελπισία. Άσε που μέχρι να πας στη σκηνή έχουν γεμίσει τα πόδια χώματα και τα κουβαλάς κι αυτά μέσα, εκτός κι αν περπατάς σαν χελώνα.
Το πιο ωραίο όμως στο κάμπινγκ είναι το πρωινό μας ξύπνημα. Γιατί προσφέρει πριβέ σάουνα από τις 8 που αρχίζει ο ήλιος ο ζεστός να εμφανίζεται για τα καλά και πεθαίνεις από τον ιδρώτα πριν ακόμα ανοίξει το μάτι. Η ατμόσφαιρα μέσα στην σκηνή με τον ήλιο από πάνω, είναι λίγο καλύτερη από τα καζάνια της κόλασης. Τουλάχιστον ευχαριστιόμαστε τη μέρα μας, αφού αναγκαζόμαστε να σηκωθούμε· με τις κότες και μέσα στα νεύρα κι ιδρωμένοι, αλλά σηκωνόμαστε.
Αν τώρα θέλουμε σιδερωμένα ρούχα, ίσια μαλλιά, skin care 12 βημάτων και γενικότερα την άνεσή μας στον ύπνο μας ή στον χώρο μας, τότε η καλύτερη λύση ειλικρινά δεν είναι το κάμπινγκ. Καθώς το μόνο που έχει να σου προσφέρει είναι νεύρα κι αβολοσύνη. Βασικά δεν έχει να σου προσφέρει τίποτα εκτός -για να μην είμαστε υπερβολικοί- από τη θάλασσα όλη μέρα, που δεν είναι καν του κάμπινγκ! Οπότε αγαπητοί, ποτέ ξανά κάμπινγκ. Τι να κάνουμε, δεν είναι για όλους.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου