Χιλιάδες φορές έχουμε αναρωτηθεί γιατί μια ερωτική σχέση στέφεται με απόλυτη αποτυχία κι ίσως ορισμένες να πεισμώνουμε τόσο που να μην μπορούμε να δούμε καθαρά, πέρα από τη μύτη μας και τον θυματοποιημένο ψυχισμό μας. Σαν ένα στοίχημα με τον ίδιο μας τον εαυτό πως κάποια στιγμή θα πετύχει γιατί τα κάνουμε όλα ολόσωστα -ο κόσμος να χαλάσει, όπως και να έχει, με όποιον άνθρωπο συναντήσουμε. Ένας κύκλος γεμάτος με τις ίδιες συνήθειες, με το ίδιο μοτίβο, επαναλαμβανόμενο, ένας φαύλος κύκλος που περιμένουμε να γίνει τετράγωνο.
Για πολλά χρόνια μένουμε μετέωροι, μισοί, άδειοι νομίζοντας και φτιάχνοντας τα χειρότερα σενάρια ταινίας με τον λόγο που συμβαίνει αυτό το ερωτικό αταίριαστο. Καθώς οι γύρω μας προχωράνε τις ζωές κι αλλάζοντας σχέσεις, είναι ακόμα πιο δύσκολο να μην μπούμε στη διαδικασία σύγκρισης, ανοίγοντας έναν βούρκο με εντελώς παράλογες, άδικες κι ανυπόστατες σκέψεις προς στους εαυτούς μας, οι οποίες με τον καιρό γιγαντώνονται. Τι έχουμε τραβήξει κι εμείς; Που νιώθουμε πως θέλουμε να δώσουμε και να μας δώσουν, ν’ αγαπήσουμε και ν’ αγαπηθούμε, να υπάρξει τέλοσπάντων μια σχετική ηρεμία στη ζωή μας, χωρίς τον φόβο ποιος θα φύγει πρώτος και ποιος θα πληγωθεί λιγότερο.
Σαφώς και φταίμε, νομίζοντας πως με τον ίδιο τρόπο κάθε φορά θα πετύχουμε άλλα αποτελέσματα, λες και πάμε να φτιάξουμε σουφλέ και πρέπει τα γραμμάρια της ζάχαρης να μην ξεφεύγουν ούτε λίγο. Κι είναι κωμικό πως το αναγνωρίζουμε πως χρειάζεται η διαφοροποίηση, κι έτσι υποσχόμαστε κάθε φορά πως με τον επόμενο άνθρωπο δε θα κάνουμε τα ίδια, γιατί σιγά-σιγά αρχίζουμε και καταλαβαίνουμε πως η ρημάδα η τύχη δε μας έβαλε ποτέ στο μάτι, αλλά εμείς τα κάνουμε σαλάτα. Κάτι θέλει διόρθωση, βελτίωση, ίσως έναν διαφορετικό χειρισμό.
Μια, δυο, τρεις, δέκα, άντε σαράντα, λοιπόν, αρχίζεις κι αντιλαμβάνεσαι πως κάτι θέλει ρύθμιση. Η υπερβολή ίσως να χρειάζεται ελάττωση, το ίδιο και η προβολή των ανασφαλειών σε ψυχισμούς άλλων, δείχνοντας στον απέναντι πως είναι επιλογή μας, χωρίς όμως να μας καθορίζει, ούτε κι εμείς εκείνον. Κι άλλοι ερωτεύτηκαν, μα δεν τρελάθηκαν.
Ξέρουμε όλοι πως η θεωρία με την πράξη έχουν διαφορά, σαφέστατα. Πώς όταν νιώθουμε κάποιοι από εμάς θέλουμε να το φωνάξουμε, να βγούμε στα λιβάδια μέσα στην βροχή· είμαστε και ρομαντικοί, πώς να το κάνουμε. Πως είναι δύσκολο να πας σιγά-σιγά και με ευθύνη στην πλάτη, αφού αν τα δώσεις όλα γρήγορα, μετά απλώς περιμένεις. Όπως λένε, όμως, βήμα-βήμα χτίζεται κάτι. Έτσι λοιπόν και σ’ αυτή την περίπτωση, πρέπει να ρίξουμε τους τόνους μας για να έχουμε ένα θεμιτό αποτέλεσμα. Θ’ αλλάξουμε για ν’ αρέσουμε; Όχι. Απλώς θα πάρουμε την ευθύνη του εαυτού μας και θα μάθουμε την τέχνη του σταδιακού.
Ναι, οι άνθρωποι ερωτευόμαστε χωρίς καν να γνωρίζουμε τον άλλον, όμως ας το δούμε από την άλλη πλευρά: εμάς άραγε θα μας άρεσε να μας ερωτευτούν χωρίς να μας γνωρίζουν; Ίσως κάποιοι βρήκαμε το ταίρι μας πιο εύκολα από κάποιον άλλον. Ίσως πάλι να είμαστε και βολεμένοι στη συνήθειά μας. Κάποιοι περάσαμε πολλά μέχρι να βρούμε έναν άνθρωπο κι άλλοι ακόμη παλεύουμε να δούμε τι πάει λάθος. Όπως και να έχει, είναι σημαντικό να μάθουμε να περιμένουμε κι αν τύχει να ρίξουμε κι ένα τρέξιμο, να μην το ρίχνουμε στους άλλους που δεν έτρεξαν όσο εμείς κι έμειναν πίσω. Δική μας η καρδιά, δική μας κι η απόφαση.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου