Κάποτε κάποιος μου είχε πει πως η φιλία είναι ανώτερη του έρωτα· τον κοίταξα καχύποπτα. Βέβαια, όταν υπάρχουν στον κανόνα εξαιρέσεις, νομίζω πως εκ του αποτελέσματος μόνο μπορούμε να βγάλουμε συμπέρασμα. Μπορεί να μην έτυχε σ’ εμάς ή πολύ απλά να μην έκατσε μια φιλία που μετατράπηκε σε έρωτα κι έτσι να βγάλαμε τη θεωρία μας. Αν τώρα πάλι μπλέχτηκαν στην πορεία τα ερωτικά με τα φιλικά, άνθρωποι είμαστε, συναισθήματα αλλάζουμε, άρα και κατ’ επέκταση, θεωρίες βγάζουμε. Είναι όμως και κάποιες φιλίες που αν γινόταν έρωτας θα έχαναν όλη τη μαγεία τους και τη σημαντικότητά τους. Γιατί, όντως τελικά, υπήρξαν κάτι πολύ ανώτερο απ’ αυτό.
Θυμάμαι, ήμουν δεν ήμουν 5 ετών, στο νηπιαγωγείο τότε, όμως είχα ήδη φίλο μου, τον γείτονά μου. Κάθε πρωί συναντιόμασταν στον δρόμο κι ανταλλάζαμε σφραγίδες και τάπες, μέχρι να μπούμε στην τάξη. Όταν δεν είχαμε δραστηριότητες εξωσχολικές, περνάγαμε τις μέρες μας παρέα, πότε στο ένα σπίτι πότε στο άλλο, διαβάζοντας, παίζοντας και βλέποντας παιδικά. Κάθε Σαββατοκύριακο, άνοιγα τα παράθυρα να δω εάν έχει ξυπνήσει έτσι ώστε να κατέβουμε κάτω, ή αν έβρεχε τρέχαμε και καθόμασταν στην πυλωτή. Ένας αδερφός που δεν είχα, έμελλε να με συντροφεύει για όλη μου τη ζωή.
Μαθαίναμε πολλά ο ένας από τον άλλον· του άρεσαν οι κατασκευές κι εμένα η ενόργανη γυμναστική- καμία σύνδεση κι όμως εμείς τη βρίσκαμε. Δε θα ξεχάσω ποτέ που του έμαθα να κάνει ρόδα και κατακόρυφο κι ήταν λες και μετέφερα κάποια αρχαία σοφία. Πολλοί μας νόμιζαν γι’ αδέρφια και κοιταζόμασταν και σκάγαμε στα γέλια με την ίδια ερώτηση για πολλοστή φορά. Η αλήθεια είναι πως τσαντιζόμασταν σαν αυτά, κι έτσι πετάγαμε τα μαξιλάρια ο ένας στην μούρη του αλλουνού, μέχρι να ξαπλωθούμε κάτω από την κούραση και να το ξεχάσουμε.
Στο γυμνάσιο τα πράγματα άλλαξαν. Καινούργιες παρέες, εφηβεία, περισσότερο διάβασμα, όμως ακόμα και τότε, βρήκαμε μουσικές και ταινίες κι αλλάξανε οι συναντήσεις μας περιεχόμενο, χωρίς να απομακρυνθούμε. Και μαζί μ’ αυτή την αλλαγή, ξεκίνησαν και τα πρώτα σκιρτήματα, όταν εγώ καψουρεύτηκα έναν φίλο από την κοινή παρέα. Σ’ εκείνον πάλι δεν άρεσε καμία κοπέλα, ή τουλάχιστον δε μου το είχε πει τότε.
Φτάνοντας το καλοκαίρι υπήρχε στο πλάνο η κατασκήνωση, όπου γνωρίσαμε κι άλλο κόσμο, χωρίς να ξεχνάμε ποτέ ο ένας τον άλλον. Η συνέχεια στο λύκειο ήταν νομίζω η καλύτερη εποχή. Είχαμε αρχίσει να βγαίνουμε για καφέ, να παίζουμε bowling και να πηγαίνουμε σινεμά τσούρμο παρέα. Τότε είχε γνωρίσει την Ελένη κι εγώ τον Παύλο· πολλές φορές δίναμε συμβουλές ο ένας στον άλλον- ό,τι δηλαδή νομίζαμε πως γνωρίζουμε τότε. Η τελευταία χρονιά κι η πιο αγχωτική λόγω των πανελληνίων, ήταν κι η πιο καθοριστική. Όνειρό μας η Θεσσαλονίκη: εγώ σπουδάζοντας κτηνίατρος κι εκείνος οικονομικά, με όνειρο ένα δυαράκι, ξενύχτια και ποτά.
Όμως η ζωή μάς τα έφερε αλλιώς, καθώς εγώ πέρασα Καρδίτσα. Πότε εκείνος Καρδίτσα, πότε εγώ Θεσσαλονίκη πότε κι οι δύο μαζί Αθήνα για να δούμε τους δικούς μας. Δεν ήμασταν γειτονάκια πια. Άλλες γνωριμίες εκεί, άλλες φιλίες, καινούργια σκιρτήματα. Κάπως έτσι πέρασαν περίπου 5 χρόνια, οι σχολές τελείωσαν κι έπρεπε να δούμε τι θα κάνουμε ο καθένας με τη ζωή του. Είχε ήδη κάνει την πρακτική του στη Θεσσαλονίκη κι ήθελε να μείνει εκεί, μαζί με την κοπέλα του. Εγώ από την άλλη, γύρισα στην Αθήνα. Όμως, η φιλία που αποκτάς μ’ ένα -από πάντα- γειτονάκι δε χαλάει όταν μπουν ανάμεσά σας 504 χιλιόμετρα. Έτσι, επισφραγίσαμε αυτή τη φιλία με το να τον παντρέψω και ν’ αποκτήσω και μια καινούργια φίλη, τη γυναίκα του.
Πόση ευτυχία μπορείς να νιώσεις για τον άνθρωπο που έχεις δει να μεγαλώνει πλάι σου; Πιο πολύ κι από τον ίδιο σου τον εαυτό. Πόσοι ήταν εκείνοι που αμφισβήτησαν τη φιλία μας ή θεώρησαν πως έπρεπε να καταλήξουμε ζευγάρι! Κι αν με ρωτάτε κι εσείς αν ερωτευτήκαμε ή έστω κάποιο βράδυ ήρθαμε πιο κοντά, θα σας πω πως δεν είδαμε ερωτικά ο ένας τον άλλον. Μην είστε άπιστοι Θωμάδες, ντε!
Γυρνώντας τον χρόνο πίσω μόνο τυχερή νιώθω που είχα κι έχω έναν άνθρωπο που με ξέρει τόσο κι έχουμε περάσει όλη μας τη ζωή μαζί. Ήρθαν πολλές φορές οι δυσκολίες, οι τσακωμοί, η απόσταση, όμως είχαμε καταλάβει πως μετά από κάποια ηλικία, φιλία είναι να είσαι δίπλα κι ας είσαι μακριά. Και τελικά, χτίσαμε κάτι μοναδικό, εμπιστευόμενοι τη ζωή, που πάντα ξέρει καλύτερα γιατί μάς έφερε κυριολεκτικά απέναντι, μα τελικά δίπλα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου