Το σενάριο γνωστό και συνηθισμένο, σε ταινίες, σε σειρές, αλλά και στην πραγματική ζωή: Ένας άντρας, γνωρίζει τη γυναίκα των ονείρων του, πιστεύει ότι αυτή είναι η μία και μοναδική, αλλά καταφέρνει στην πορεία να τα κάνει μαντάρα και να τη χάσει. Όλοι μας έχουμε ακούσει, ακόμα και βιώσει, παρόμοιες ιστορίες. Γιατί, όμως, ενώ κάνουμε τα πάντα για να την κερδίσουμε, όταν τελικά τα καταφέρουμε, δημιουργούμε εκείνες τις καταστάσεις που θα οδηγήσουν στο να τη χάσουμε μετά;
Μια εξήγηση είναι ότι δεν αντιλαμβανόμαστε την αλλαγή με υγιή τρόπο. Αγαπώντας τον άλλον και δεχόμενος αγάπη αποκτάς την ψευδαίσθηση πως αυτό θα συμβαίνει για πάντα, θα είναι εδώ για εμάς, δε θα αλλάξει, άσχετα όμως αν εμείς δεν έχουμε καμία σχέση με τον άντρα που είχε γνωρίσει. Για να κατακτήσουμε μια γυναίκα, ή κι έναν άνθρωπο πηγαίνοντάς το πιο γενικά, πολλές φορές γινόμαστε κάποιος άλλος, από αυτόν που είμαστε στην πραγματικότητα. Μεταμφιεζόμαστε, στον πιο ρομαντικό, ευαίσθητο κι άψογο εαυτό μας, χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι αν δεν είμαστε ο νορμάλ εαυτός μας με την ευαισθησία και τον ειλικρινή του συναισθηματισμό, αυτό θα βγει κάποια στιγμή στην επιφάνεια ως στρες και πίεση.
Ταυτόχρονα, συμπαρασυρόμαστε πολλές φορές από τον κύκλο μας ή από αυτά που μας μάθαιναν οι παππούδες κι οι πατεράδες μας βουτηγμένοι στην τοξικότητα της πατριαρχίας, γαλουχώντας μας με τη λογική ότι ο άντρας είναι κυνηγός. Άρα, το να είμαστε σε μια σχέση σοβαρή, σ’ έναν γάμο, μας δίνει ταυτόχρονα το δικαίωμα να πιστεύουμε, δηλητηριασμένοι κι εντελώς ενδόμυχα, πως «εγώ, ο άντρας, μπορώ (ή και πρέπει) να παίζω, να φλερτάρω ή ακόμα και να απατώ τη σύντροφό μου». «Δε γίνεται να σταματήσω να κυνηγάω, να σταματήσω να φλερτάρω.» Φυσικά στον αντίποδα, αν αυτό το κάνει μια γυναίκα, αμέσως οι ισχυρισμοί κι οι ονομασίες που θα της δοθούν, θα είναι οι χειρότεροι κι οι αισχρότεροι όλων. Είναι αυτή η άρρωστη μορφή ικανοποίησης που θέλει έναν πατέρα να αισθάνεται περήφανος σε περίπτωση που μάθει ότι ο γιος του έχει δυο ή και τρεις. Αυτό το στερεότυπο που οδηγεί ως και στο να του δώσει εύσημα! «Μπράβο αγόρι μου, θα του πει, έτσι σε θέλω».
Μεγαλωμένοι σε μια κοινωνία που το να είμαστε συναισθηματικοί θεωρεί πως είναι ελάττωμα, το «σ’ αγαπώ» βγαίνει δύσκολα από το στόμα ενός άντρα κι αρκετές φορές, δεν το εννοούμε κιόλας- ή τουλάχιστον δεν είμαστε σίγουροι αν ξέρουμε ν’ αγαπάμε ελεύθερα. Το είπαμε, επειδή μας το είπανε και θεωρήσαμε πως έτσι έπρεπε να γίνει. Να μην αφεθούμε όμως, περισσότερο και μας κρεμάσουν και κουδούνια!
Έπειτα, στην παραδοσιακή μητριαρχική οικογένεια της Ελλάδας, πάντα υπήρχε η γλυκιά μας μανούλα, που φρόντιζε να τα έχουμε όλα στο πιάτο, όλα έτοιμα, να «μας αγαπάει όπως κανείς άλλος» ζωντανεύοντας ένα-ένα όλα τα Φροϊδικά συμπλέγματα μέσα μας. Πιστεύω πως όλοι έχουμε παραδείγματα να φέρουμε στη μνήμη μας, αυτή τη στιγμή. Μεγαλώσαμε σαν άντρες, αλλά όχι ως άντρες, με λανθασμένα πρότυπα, λανθασμένες αντιλήψεις, περί των σχέσεων, περί γάμου, περί συμβίωσης. Αποδεκτό είναι να φωνάζει ένας άντρας, να ξενοκοιτάξει ένας άντρας, μέχρι πρότινος ήταν αποδεκτό να σηκώνει μέχρι και χέρι. Κι αν αυτά σας ακούγονται παλιακά και ξεπερασμένα, δεν έχετε παρά να ανοίξετε μια συζήτηση σε οποιαδήποτε κωμόπολη της Ελλάδας -για να μην πω Αθήνα και σας σοκάρω- ακούγοντας όλα αυτά που μοιάζουν να βγήκαν από ταινίες του 60, το 2023.
Δεν έχουμε εκπαιδευτεί στο συναίσθημα της αγάπης, του σεβασμού, της έκθεσης. Κατανοώντας όλα αυτά τα προβλήματα, όλα αυτά τα στερεότυπα, που είναι αποτελέσματα από παθογένειες πολλών ετών στα θέματα σχέσεων και αγάπης, συνεχίζουμε να καταβάλουμε μεγάλη προσπάθεια. Και χρειάζεται όντως να δουλέψουμε κι άλλο και το ίδιο να κάνουμε και με τα παιδιά μας, από μικρή ηλικία, από το σχολείο. Θέλω να πιστεύω ότι τα τελευταία χρόνια έχει αλλάξει η κατάσταση αυτή, αλλά έχουμε πολύ δρόμο ακόμη μπροστά μας μέχρι να φτάσουμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Που ουσιαστικά είναι να μη φοβόμαστε ν’ αγαπάμε. Έπειτα, να δώσουμε προτεραιότητα στις σχέσεις μας, ιδίως τις φερόμενες ως σοβαρές, ώστε ως ζευγάρι κι όχι μεμονωμένα, να ανταπεξέλθουμε στις προκλήσεις της ζωής.
Η προσπάθεια, πρέπει να είναι συνεχής -δε θα το κρύψω- και χρειάζεται να πούμε τις αλήθειες μας, μέσα από την κουβέντα, τη συζήτηση και την αλληλοεκτίμηση. Να ξεπεράσουμε τα παλαιωμένα στερεότυπα, να συγχωρήσουμε τους γονείς μας, να θεραπευτούμε από τους φόβους μας, τις ανασφάλειές μας και να ωριμάσουμε συναισθηματικά. Να μάθουμε να επικοινωνούμε, αποτελεσματικά και με ειλικρίνεια. Να σεβόμαστε τη σύντροφό μας, τον άνθρωπό μας. Έτσι, ίσως καταφέρουμε, εφόσον γνωρίσουμε τη μία και μοναδική, τη γυναίκα των ονείρων μας, να μην τη χάσουμε.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου