Έχεις αναρωτηθεί ποτέ αν όντως η σιωπή είναι χρυσός; ’Η μήπως, κατά περίπτωση, είναι χρησιμότερο κι αποτελεσματικότερο να σπας τη σιωπή σου; Τι αντανακλά η σιωπή σου; Δύναμη ή αδυναμία; Παραιτείσαι σωπαίνοντας ή προσπαθείς εξηγώντας; Όταν πρόκειται για ασυμφωνία σκέψεων και πράξεων με το διπλανό σου, το φίλο σου, το ταίρι σου ή το συνεργάτη σου είναι προτιμότερο να μιλήσεις ή όχι τελικά;
Σιωπή. Πόσες φορές τη συζητήσαμε, πόσες φορές την αναλύσαμε, για να δούμε αν στην προκείμενη περίπτωση ήταν αληθινός θησαυρός. Τελικά σωπαίνοντας, προκαλούμε μπέρδεμα και αβεβαιότητα; Περιμένουμε αποτέλεσμα από τη σιωπή ή μήπως δε μας νοιάζει τι θ’ ακολουθήσει από ‘κει κι έπειτα; Σκέψου λιγάκι.
Όταν κάτι σ’ έχει ενοχλήσει, πότε διαλέγεις να το ράψεις και πότε ν’ ανοίξεις τους ασκούς του αιόλου και να εξηγήσεις γιατί σ’ ενόχλησε αυτό το κάτι; Όταν ο άνθρωπος που ‘χεις απέναντί σου ή και δίπλα σου, γνωρίζει τις επιθυμίες σου και τους φραγμούς σου, όταν πριν τη σιωπή σου έκανες κρότο για να εξηγήσεις τι σε πληγώνει και τι σε λυγίζει, τότε έρχεται η ώρα να διαλέξεις αν θέλεις να σιωπήσεις ή να εξηγήσεις ακόμα μια φορά.
Τι προκαλεί τη σιωπή σου; Ίσως η κούραση της επανάληψης του «τα ‘χω ξαναπεί» ή η αίσθηση της αδιαφορίας, η οποία σου λέει πως δεν έχει κανένα νόημα να εξηγείς πια. Προσοχή όμως. Κουράζεσαι διττά όταν επεξηγείς στο ίδιο πρόσωπο το ίδιο πράγμα που έκανε πολλάκις και σ’ ενόχλησε κι όχι όταν πολλά πρόσωπα μέχρι σήμερα σου ‘χουν προκαλέσει το ίδιο συναίσθημα από μια φορά ο καθένας τους. Έχει σημασία αν η σιωπή σου προκαλείται από πολλά ή από ένα πρόσωπο.
Την κούραση των χρόνων σου να τη δουλεύεις μέσα σου, γιατί η ζωή σου φέρνει νέους ανθρώπους καθημερινά κι αν αξίζει να τους μυήσεις και να τους εντάξεις στη ζωή σου, να τους εξηγείς πάντα στην αρχή. Θέλεις να σε μάθουν, να σε γνωρίσουν, να ξέρουν ποιος είσαι, τι μισείς και τι αγαπάς. Αν πάλι δε σε νοιάζει, σώπασε. Μην τους πεις το γιατί σου. Εσύ επιλέγεις ποιον θ’ αφήσεις και ποιον θα κρατήσεις, με απάθεια ή προσπάθεια, αντίστοιχα.
Όταν όμως επιθυμείς να προσπαθήσεις για κάτι ή για κάποιον, όση κούραση κι αν σε βαραίνει από τα χιλιοειπωμένα σου λόγια, διαλέγεις να εξηγήσεις και πάλι. Μιλάς, γιατί πιστεύεις ότι εξηγώντας θα λυθεί το πρόβλημα. Πότε σταματάς; Όταν δεν πιστεύεις πια.
Αν έχεις νιώσει έστω και μία φορά, ετεροχρονισμένα, πως μετάνιωσες που δε μίλησες τότε μ’ εκείνον τον άνθρωπο, για να του εξηγήσεις το γιατί σου, σημαίνει πως η σιωπή σου σε βασάνισε χωρίς να το αντιληφθείς. Αν απ’ την άλλη η σιωπή σου συνεπάγεται με πράξεις, υπάρχει περίπτωση να μην κατανοηθούν έτσι όπως θα ‘θελες.
Γιατί καλώς ή κακώς, αν κάναμε ό,τι λέγαμε ή λέγαμε ό,τι κάναμε κι είχαμε το σθένος να τα τηρούμε όλα αυτά, τότε όλοι οι άνθρωποι θα γινόμασταν διάφανοι. Θα μπορούσες να δεις μέσα μας. Να γνωρίζεις αν ταιριάζεις ή απέχεις. Θα ήσουν ένας πανέμορφος κι αληθινός καθρέφτης, που η αντανάκλασή του θα ‘λεγε την ιστορία σου, όχι με το στόμα, παρά μόνο με τα μάτια. Και τα μάτια θα ‘ναι πάντοτε σιωπηλά. Δε μας μίλησαν ποτέ κι όμως μας είπαν τόσα κι άλλα τόσα. Άνοιξε τα ματάκια σου διάπλατα κι άσε τον ήλιο ν’ ακουμπήσει το διάφανο καθρέφτη σου.
Επιμέλεια Κειμένου Στέλλας Αστυρακάκη: Ιωάννα Κακούρη