Δεν ξέρω το γιατί, δε μου είπες και δε θα τολμήσω να ρωτήσω, μα ξαναγύρισες. Ξαναγύρισες κι είμαστε καλά, καλύτερα από την πρώτη φορά, χειρότερα από όταν ήμαστε χώρια. Καλύτερα γιατί προσπαθούμε κι οι δυο, χειρότερα γιατί σ’ αγαπώ ακόμα, πιο πολύ από πριν.
Ξαναγύρισες γιατί τελικά αποδείχθηκες καλύτερος ιχνηλάτης από τον Κοντορεβυθούλη. Τα δικά σου σημάδια δεν ήταν με ψίχουλα ούτε με χαλίκια, είχες διαλέξει από τότε πού θα έκρυβες τα αυγά σου και σαν προσεκτικό και υπομονετικό ερπετό απλά περίμενες να εκκολαφθούν.
Ξαναγύρισες για να μου θυμίσεις ότι για μένα είχες δηλητηριάσει πρώτος το ποτήρι, ενώ εγώ στο είχα κρύψει στο κρασί. Δε θα άλλαζε τίποτα, όποιος κι αν έπινε πρώτος. Ο εγωισμός είναι παιχνίδι δυαδικού συστήματος, πάντα θα έχει δύο νικητές και δύο ηττημένους.
Ξαναγύρισες γιατί ήξερες να με διαβάζεις από όπου κι αν με κοιτούσες ακόμα κι όταν δε με έβλεπες, σαν άριστος γνώστης της καρκινικής γραφής. Έτσι κι εγώ, σαν επιμελής μαθήτρια, δεν άφησα τίποτα στη φαντασία, δεν έκανα ξεκαθάρισμα, δεν περιμένω κάθαρση.
Και μεγάλωσες σωστά το ψέμα σου, με τέτοιο τρόπο αγνώριστο, αλήθεια, να μην μπορώ να το διαχωρίσω απ’ την υπόσχεση. Ξέρω καλά πως ακόμα κι αν δε σε κρατήσω, πάλι θα σε θέλω πίσω, πάλι θα αργήσεις να φύγεις τόσο που θα καταρρεύσω στα μισά της αφαίμαξης. Το τέλος μπορεί να μην είναι καλό, η πορεία μπορεί να αποβεί δύσβατη και εμείς να ξαναμείνουμε μόνοι, αλλά για τώρα είμαστε και οι δυο εκεί. Είμαστε σ’ αυτό που υποσχεθήκαμε ο ένας στον άλλο για τον εαυτό του, είμαστε σ’ ό,τι χάσαμε τόσο καιρό χώρια και μπορεί να μην ξανάρθει.
Ξαναγύρισες πριν αρχίσω να καταπίνω αίμα και να αναπνέω σίδερο. Κι όλο αυτό το διάστημα, ήμουν αποφασισμένη να μη σου συγχωρήσω ποτέ τίποτα, ακόμη κι αν ο δρόμος μπροστά μου ήταν ορθάνοιχτος, πάλι εσένα θα κατηγορούσα. Δεν έγινα έρμαιο κανενός, ήξερα από νωρίς τι έπρεπε να κάνω και τώρα που είσαι πάλι στη βάση, μπήκαν νέοι όροι, πιο συντροφικοί, πιο «μαζί».
Αν σοβαρολογείς για μας, τότε πρέπει να γίνεις κάτι περισσότερο απ’ αυτό που χάριζες δεξιά κι αριστερά, πρώτον γιατί δε ζητάω ποτέ χάρες και δεύτερον, γιατί δε θα με βρεις ούτε δεξιά ούτε αριστερά σου, μόνο ευθεία κι απέναντι σου. Κι ο χρόνος κυλούσε άνανδρα και άηχα, αλλά εγώ ήμουν υποχρεωμένη να σταθώ γενναία και να του μάθω να φωνάζει ότι όλοι για ένα «σ’αγαπώ» δραπετεύουμε, για να το βάλουμε φυλακή πριν μας βάλει φωτιά.
Ξαναγύρισες κι έτσι αλλάξαμε ρότα και δεν πάνε όλα κατά διαόλου. Aλλά φοβάμαι να πω και κατ’ ευχήν. Ξαναγύρισες και τα σεντόνια μου μοσχοβολάνε λεβάντα και βανίλια. Ξαναγύρισες για να μου θυμίσεις ότι ο έρωτας είναι αυτοφοβικός εν τη γενέσει του. Φοβάσαι όχι τον άλλο, αλλά τον εαυτό σου κι όλα αυτά που είσαι ικανός να κάνεις για χάρη του.
Ξαναγύρισες για να μου θυμίσεις ότι τα φιλιά σου δεν είχαν στεγνώσει ακόμα από πάνω μου και η γη τελικά γυρίζει με φρενήρη ταχύτητα, τόσο που αν σταματήσει θα εκτοξευθούμε όλοι μαζί ο καθένας σε διαφορετικό σημείο, αλλά εσύ κι εγώ θα καταλήξουμε μαζί, μόνο μαζί.
Ξαναγύρισες και δε θα πω τίποτα, φτάνει που ξαναγύρισες.
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή