Κανείς δεν τις έχει σε υπόληψη, μόνο για την υπηρεσία που προσφέρουν. Κανείς δεν αναρωτιέται αν τυρρανώνται, αν βασανίζονται. Οι πιο πολλοί πιστεύουν πως είναι επιλογή τους το επάγγελμα που ασκούν και πως δεν αξίζει να δίνεται σε αυτά τα νοτισμένα από υπερωρίες σεξ κορμιά ούτε μια σταγόνα σημασίας.

Ποιος ασχολείται με τις πόρνες; Τις χλευάζουν και τις περιθωριοποιούν. Δεν έχω ακούσει κανέναν να μη μιλά υποτιμητικά για αυτές. Θεωρούνται «βρώμικες» και ανήθικες, παιδιά ενός κατώτερου θεού.

Ξεχνούν όμως πως προσφέρουν κοινωνικό έργο κι ας κουνάνε χλευαστικά το κεφάλι όσοι το ακούν. Πολλούς γλυτώνουν από μοναξιά που οδηγεί στην κατάθλιψη, από αισθήματα χαμηλής αυτοεκτίμησης, από χρόνια ψυχολογικά προβλήματα, από μιζέρια και δυστυχία. Πηγαίνουν εκεί και ξεχνούν λίγο τον πόνο τους, ξαναβρίσκουν τη χαμένη τους αυτοπεποίθηση, ξανανιώνουν και πολλές φορές έχουν να τα πουν με έναν άνθρωπο.

Δεν είναι αντικείμενα πόθου. Έχουν κι αυτές προσωπικότητα, είναι άνθρωποι με συναισθήματα και πάθη όπως όλοι μας. Aγαπούν και νοιάζονται. Γι’ αυτές το σεξ είναι κυρίως το επάγγελμά τους, αλλά αυτό δε σημαίνει πως δεν αισθάνονται.

Έτσι ζούσε και η Νικόλ. Πόρνη από τα 18. Η ζωή της είναι καρφιτσωμένη σε ένα πίνακα στον τοίχο του δωματίου της. Ένα ροζ εσώρουχο τρύπιο, φωτογραφίες με άλλες πόρνες να καπνίζουν στο δρόμο και να γελάνε, μια μαλλιαρή γάτα στα πόδια της σε πολλές από αυτές.

Μα μια μεριά του τοίχου είναι όλη αφιερωμένη σε ένα πρόσωπο που ποτέ δε θα ξεχάσει. Τις κοιτάει και χαμογελάει. Πολλές φορές τις ξεσκονίζει και ύστερα φυσάει πάνω τον καπνό από το τσιγάρο της ως ένδειξη τιμής στην ανάμνηση.

Θυμάται σαν χτες τον Πέτρο, που μπήκε όπως όλοι οι πελάτες στο δωμάτιό της. Ήταν ένα αγόρι ψηλό και άχαρο. Δε μιλούσε πολύ. Ήταν συνεσταλμένος και έδειχνε στενοχωρημένος. Ο πατέρας του τον έφερνε γιατί είχε πατήσει τα 23 και έπρεπε να πάει με γυναίκα.

Τον μύησε στον κόσμο της και στα μυστικά της. Του έμαθε τον έρωτα. Τον φρόντιζε σαν παιδί της, σαν εραστή και σαν σύντροφο. Όχι γιατί τον λυπόταν. Μα γιατί έβλεπε αυτή την αθώα ψυχούλα μέσα του που της θύμιζε τον εαυτό της.

Εκείνος άθελά του την ερωτεύτηκε. Εδώ ξεκινάει το μαρτύριο.

Ποιος ερωτεύεται μια πόρνη;

Τον ερωτεύτηκε κι εκείνη. Στην αρχή κρύβονταν από όλους. Ζούσαν απόλυτα και κτητικά τον έρωτά τους.

Την έπαιρνε αγκαλιά όταν έκλαιγε κάποιες νύχτες. Της έδειξε πώς είναι η ζωή στον έξω κόσμο, γεμάτη περιπέτεια, γέλιο, βλέμματα πάθους, ένταση. Την έκανε να ξεχνάει τη δουλειά της. Θυμήθηκε μαζί του πως είναι να είναι γυναίκα, να νιώθει, να χτυπάει η καρδιά της δυνατά. Το σεξ μαζί του δεν ήταν απλά μια υποχρέωση, τη θεράπευε.

Εκείνος έμαθε από εκείνη τη σκληρότητα των ανθρώπων, έμαθε να νοιάζεται και να συμπονά όσους πριν του είχαν πει να αποφεύγει. Μαζί της έμαθε να είναι άντρας και να φέρεται. Της χρωστούσε γιατί του έδωσε νόημα στην άχαρη ζωή του. Δεν υπήρχε καλύτερη γυναίκα γι’ αυτόν από τη Νικόλ. Ήταν όλος του ο κόσμος.

 

Θύελλα ο έρωτάς τους, όπως πολλοί που έχουν γεννηθεί σε οίκους ανοχής.

Δε ζει μια πόρνη κάθε μέρα μια τέτοια ιστορία. Ούτε ένας συνεσταλμένος νεαρός βέβαια. Τα έδωσαν και τα πήραν όλα. 

Ένας έρωτας που δεν κοιτάει επιφανειακά τις καταστάσεις, δεν έχει ρατσισμό, δεν καταλαβαίνει διαφορές, δε βλέπει στερεότυπα. Τα βάζει με την κοινωνία για πολύ καιρό.

Οι μεγάλοι έρωτες έχουν να τα βάλουν με κατεστημένα, είναι ανήθικοι και ολοκληρωτικοί. Όμως τέτοιοι θυελλώδεις έρωτες αφήνουν ιστορία. Φανερώνουν την ανθρωπιά, αποδεικνύουν τη μαγεία.

Αξίζει λοιπόν να ζούμε έντονες καταστάσεις στη ζωή, έντονους έρωτες προτού κατασταλάξουμε για να υπάρχει αυτή η φωτιά μέσα στην καρδιά. Έτσι θα νιώθουμε ότι είμαστε άνθρωποι, δυνατοί και ικανοί να αλλάξουμε τον κόσμο.

Δεν έχει σημασία από που κατάγεσαι, ποιος είσαι, από που κρατάει η σκούφια σου. Όταν έχει ανάγκη να ζήσεις κάτι, να αλλάξεις κάτι, να δώσεις, να προσφέρεις, να αποκτήσεις, δεν έχει κανείς δικαίωμα να σου το παίρνει ή να στο απαγορεύει.  Όταν μιλάμε για ανθρώπινα καθαρά συναισθήματα, όταν μιλάμε για ανάγκη να ζήσεις και να απολαύσεις, έχεις το δικαίωμα να παλέψεις, δεν υπάρχουν απαγορευτικά.

Αυτό έχει σημασία επομένως, να ερωτεύεσαι με την καρδιά και όλο σου το είναι μέχρι να καείς.

 

Επιμέλεια Κειμένου: Σοφία Καλπαζίδου

 

Συντάκτης: Κατερίνα Σκόνδρα