Εκ των πραγμάτων, δεν μπορούμε να ‘μαστε συμπαθείς σε όλους. Ακόμα κι αν το επιχειρήσεις, ακόμα κι αν αλλάζεις σαν χαμαιλέοντας κάθε φορά που βρίσκεσαι σε διαφορετικό περιβάλλον με άλλα άτομα, όλο και κάποιος θα βρεθεί να σε στραβοκοιτάξει ή να δείξει ότι δε σε γουστάρει.
Είναι κάτι που μπορεί να ενοχλήσει. Είμαστε άνθρωποι με ανασφάλειες και μας αρέσει να γινόμαστε αποδεχτοί απ’ το σύνολο, να μας αγαπάνε ή ακόμα και να μας θαυμάζουν. Η απόρριψη ή η δηκτική συμπεριφορά από κάποιους προς εμάς μας στεναχωρεί και μας προβληματίζει.
Αυτό το φαινόμενο παρατηρείται σε κάθε ηλικία και σχεδόν σε κάθε κοινωνική συναναστροφή. Στην παρέα είναι κάποιο άτομο που όποτε σε δει, θα στην πει. Δεν είναι δικός σου φίλος, είναι φίλος φίλου ή γνωστός, και λες και περιμένει πότε θα σκάσεις μύτη για να βρει κάτι να σχολιάσει και να σε φέρει σε δύσκολη θέση. Θα σου πει για το ντύσιμό σου, θα σου πει για μια αποτυχία που έμαθε ότι είχες κι αν δε βρει τίποτα άλλο, απλά θα πετάξει ένα «τι μούτρα είναι αυτά!», χαλώντας σου ευθύς τη διάθεση.
Παρόμοια σκηνικά διαδραματίζονται και σε οικογενειακές συναθροίσεις. Πιάνεις το βλέμμα μιας ξαδέρφης να σε σκανάρει και μετά να σου γυρνά την πλάτη, χωρίς να σε χαιρετίσει καν, ακούς το σχόλιο μιας θείας ότι έχεις πάρει κιλά ή ότι έχεις χάσει υπερβολικά πολλά και φαίνεσαι σαν να ‘χεις αρρωστήσει ή την τάχα καλοπροαίρετη συμβουλή ενός μακρινού ξαδέρφου για το πότε θα αγοράσεις επιτέλους το δικό σου διαμέρισμα για να κάνεις κάτι σοβαρό στη ζωή σου.
Αν υποθέσουμε ότι σε κάθε περίπτωση απ’ τις πιο πάνω, η λύση είναι να μην παρίστασαι σ’ αυτές τις μαζώξεις, στη δουλειά τι θα κάνεις; Θα σταματήσεις να δουλεύεις ή κάθε φορά που θα βρίσκεσαι αντιμέτωπος με τέτοιου είδους συμπεριφορές θα πρέπει να ψάχνεις στις αγγελίες για νέα εργασία;
Ενώ, λοιπόν, οι περισσότεροι συνάδελφοι είναι εξαιρετικά ευγενικοί και συνεργάσιμοι, υπάρχει εκείνος ο ένας ή οι δύο που δε θέλουν να σε βλέπουν μπροστά τους. Το κάνουν ξεκάθαρο ότι τους είναι δυσάρεστη η συνεργασία μαζί σου, σε αγνοούν επιδεικτικά σε συζητήσεις για τη δουλειά, στη λένε με το παραμικρό και δε χάνουν ευκαιρία να υπογραμμίσουν σε ανωτέρους λάθη στα οποία μπορεί να υποπέσεις.
Τι κάνεις όταν έχεις ν’ αντιμετωπίσεις μία τέτοια κατάσταση; Είναι σοφότερο να την αγνοήσεις και να προσποιηθείς ότι δεν τρέχει τίποτα; Μήπως πρέπει ν’ αντιδράσεις για να καταλάβουν ότι δεν τα σηκώνεις αυτά; Ή να κάνεις μία ειλικρινή συζήτηση με το άτομο που σε αντιπαθεί και να το λύσετε μια κι έξω;
Το πρώτο που χρειάζεται να σκεφτείς είναι τι προκαλεί αυτό το σκηνικό. Είναι ανταγωνισμός, ζήλια, κόμπλεξ, ντροπαλότητα ή κάποια παρεξήγηση που αγνοείς; Αφού, λοιπόν, τα βάλεις κάτω κι υπολογίσεις περίπου την πηγή του κακού, μπορείς να δράσεις ανάλογα. Αν είναι θέμα παρεξήγησης, το καλύτερο θα ήταν να συζητήσεις με τον άλλον και να λυθεί ό,τι ίσως τον ενοχλεί. Αν, όμως, ισχύει κάποιο απ’ τα άλλα, το να κουβεντιάσετε και να προσπαθήσεις να εξομαλύνεις την κατάσταση, θα αποδειχτεί μάλλον χάσιμο χρόνου.
Θα πρέπει να θωρακίσεις τον εαυτό σου προστατεύοντάς τον από αυτές τις ενοχλητικές συμπεριφορές, ούτως ώστε να μη σε παίρνει από κάτω όταν συμβαίνουν.
Ο ένας τρόπος είναι να αποφασίσεις και να το βάλεις καλά στο κεφάλι σου ότι δε σε νοιάζει τι λέει ο καθένας ή πώς συμπεριφέρεται. Το πρόβλημα είναι καθαρά δικό τους και δεν πρόκειται να γίνεις δέκτης της αγένειας και της μικρότητάς τους. Κάθε φορά που θα συμβαίνει κάτι, απλά θα προσποιείσαι ότι δεν κατάλαβες τίποτα και θα τους αγνοείς επιδεικτικά. Το σημαντικό είναι μετά να μη σκέφτεσαι καν το γεγονός, να το προσπερνάς σαν να μη σε αφορά. Στην αρχή θα ‘ναι δύσκολο, αλλά στην πορεία θα το εφαρμόζεις πιο εύκολα και θα δεις ότι θα σταματήσει να σε απασχολεί. Δε σε συμπαθούν, ας μη σε συμπαθούν!
Ο άλλος τρόπος είναι να το πεις μες στα μούτρα τους. Γιατί ναι μεν είναι δικαίωμα του καθενός να μη συμπαθεί τους πάντες, αλλά η στοιχειώδης ευγένεια είναι υποχρέωσή μας. Έτσι, στα ξαφνικά απλά πες «ποιο είναι το πρόβλημά σου;» και θα δεις την έκπληξη να ζωγραφίζεται στο βλέμμα τους -δεν περιμένουν να αντιδράσεις. Ή σε μια ενοχλητική πρόταση απάντησε ανάλογα. Δε χρειάζεται ούτε να καβγαδίσεις ούτε καν να υψώσεις τον τόνο της φωνής σου. Βάλε τα όριά σου κι άσ’ τους να ψάχνονται.
Είναι στη φύση κάποιοι να μας συμπαθούν και κάποιοι όχι και, βέβαια, ισχύει και το ανάποδο. Το δεχόμαστε απλά και προχωράμε. Το ζητούμενο είναι να μην υπάρχει αγένεια ή να βγαίνει κακία, επειδή κάποιος δεν είναι συμπαθής για τον οποιοδήποτε λόγο.
Στην τελική, σ’ όποιον αρέσουμε! Οι υπόλοιποι, ας κεραστούν ένα σφηνάκι ξίδι.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη