Όσο είμαστε μικροί ανυπομονούμε να μεγαλώσουμε για να πάρουμε τη ζωή στα χεριά μας και να γνωρίσουμε τον κόσμο μέσα από εμπειρίες κι έρωτες, με όλα τ’ άσχημα και τα ωραία που θα ‘ρθουν.

Μεγαλώνοντας, όμως, αρχίζουμε ν’ αναπολούμε τα παιδικά, αθώα μας χρόνια. Η ανεμελιά της παιδικής ηλικίας μας λείπει. Φεύγουμε μακριά απ’ το σπίτι μας είτε για σπουδές είτε για να ξεκινήσουμε μία καινούρια ζωή. Κάνουμε ταξίδια και γνωρίζουμε νέους τόπους και χώρες πιο συναρπαστικά ίσως απ’ τον τόπο που μεγαλώσαμε. Όμως, πάντα κάτι μέσα μας θέλει να επιστρέφει στα πρώτα δρομάκια που περπατήσαμε.

Στα πάρκα και στις αυλές που κάναμε τα πρώτα παιχνίδια με τους πρώτους μας φίλους. Εκεί που για πρώτη φορά σκίσαμε τα γόνατά μας, πέφτοντας απ’ το ποδήλατο ή παίζοντας μπάλα και φάγαμε κυριολεκτικά τα μούτρα μας. Εκεί που νιώσαμε τα πρώτα καρδιοχτύπια και γευτήκαμε την πρώτη μας χυλόπιτα ή κάναμε τους πρώτους μας καβγάδες. Στο στενό που ανταλλάξαμε το πρώτο μας φιλί και δώσαμε την πρώτη υπόσχεση αγάπης.

Η γειτονιά που μεγαλώσαμε είναι κομμάτι του εαυτού μας, γι’ αυτό και την κουβαλάμε πάντα μέσα μας. Είναι μέρος της ταυτότητάς μας κι αυτού που είμαστε, γι’ αυτό και μας τραβάει σαν μαγνήτης. Δε θα την ανταλλάζαμε ούτε για ένα διαμέρισμα στο Champs Elysee του Παρισιού. Γιατί η φτωχογειτονιά μας, τα χωράφια κι οι παλιοί δρόμοι που κάναμε τα πρώτα μας παιχνίδια, είναι αυτή που κρατάει τις πιο γλυκές κι αθώες μας αναμνήσεις.

Είναι αλήθεια, όταν ήμασταν παιδιά τα πάντα μας έμοιαζαν μαγικά. Τα δέντρα, τα ποτάμια, οι πεταλούδες, τα πουλιά, το ποδήλατό μας. Τα πάντα μπορούσαν ν’ αποκτήσουν πνοή και να γίνουν μέρος του παιχνιδιού μας, της ζωής μας. Κάπου μεγαλώνοντας ξεχνάμε αυτή τη μαγεία. Κάπου τη χάνουμε, όμως εκεί είναι που χάνουμε κι ένα μεγάλο κομμάτι του εαυτού μας. Εκεί είναι που ψάχνουμε ν’ αναπληρώσουμε το κενό και δεν ξέρουμε πώς. Αν γυρίσουμε την πλάτη στην παιδική μας ηλικία και στην αγάπη της οικογένειας, τότε είμαστε μισοί ως άνθρωποι.

Όπου κι αν ταξιδέψουμε, όσα όμορφα μέρη κι αν δούμε πάντα θα θέλουμε να γυρνάμε έστω και για λίγο στη γειτονιά που μεγαλώσαμε. Πάντα εκεί θα βρίσκουμε την απόλυτη ηρεμία και θα σκεφτόμαστε πιο καθαρά. Θα νιώθουμε ασφαλείς και δυνατοί. Εκεί θα συγχωρούμε έναν-έναν όσους μας πλήγωσαν και θα συμφιλιώνουμε με τον κόσμο και τον εαυτό μας.

Ο αέρας της γειτονιάς μας είναι πάντα αλλιώτικος και καθαρότερος. Εκεί βρίσκουμε τους ίδιους ανθρώπους, ενήλικες ή γέρους πια, να μας χαιρετάνε με τον ίδιο τρόπο που μας χαιρετούσαν όταν ήμασταν παιδιά, λες και τίποτα δεν άλλαξε στα ενδιάμεσα χρόνια που πέρασαν. Λες και μείναμε ίδιοι, λες κι ο χρόνος δεν πέρασε από πάνω μας.

Η γειτονιά που μεγαλώσαμε είναι πάντα η πιο ωραία γιατί εκεί μάθαμε ν’ αγαπάμε. Στα παγκάκια της χαράξαμε τ’ όνομά μας και στα δέντρα της τα όνειρά μας. Σ’ αυτήν μπορούμε για λίγο να κρυφτούμε απ’ τον κόσμο και να φορτίσουμε τις μπαταρίες του μυαλού μας.

Η γειτονιά μας είναι στον κόσμο η πιο ωραία, γιατί είναι η δική μας γειτονιά και σ’ αυτήν κάναμε τα πρώτα μας βήματα κι αν είμαστε αρκετά τυχεροί θα κάνουμε και τα τελευταία.

 

Συντάκτης: Πράξια Αρέστη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη