Μπήκες στη ζωή μου κάνοντας μεγάλο θόρυβο. Τάραξες τα μέσα μου, τα γέμισες με συναισθήματα κι ελπίδες για έναν έρωτα αληθινό. Μου έδωσες έντονες στιγμές, μεγάλες χαρές και λύπες. Κλάματα και γέλια. Είπες λέξεις που δε θα ξεχνούσα ποτέ, λέξεις που βγήκαν απ’ το στόμα σου για να μείνουν τελικά στον αέρα, υποσχέσεις που ξέχασες να τηρήσεις. Κι άλλες τόσες που περίμενα να πεις, μα δεν κατάφερες ποτέ να ξεστομίσεις.
Και μέσα σ’ όλα που περάσαμε, είπαμε και λόγια μεγάλα αλλά και λόγια σκληρά που έμειναν καρφωμένα στον εγκέφαλό μου και με γεμίζουν ακόμη και σήμερα με ανασφάλειες. Μέχρι που μια μέρα έφυγες έτσι απλά και σώπασες για πάντα, αφήνοντας ερωτήματα να αιωρούνται κι ανείπωτα αισθήματα να με κυνηγούν τα βράδια σαν ανήσυχα φαντάσματα. Έλεγες όσα έλεγες πάνω στο θυμό σου ή κατά βάθος τα εννοούσες; Κανείς δεν είναι εδώ για να μου απαντήσει.
Κι ανάμεσα σ’ όσα δεν είπες, δυο λέξεις δε θα μπορέσω ποτέ να ξεπεράσω. Δυο λέξεις που περίμενα κάθε λεπτό ν’ ακούσω απ’ τα χείλη σου κι ας κούφαινα μετά. Δυο λέξεις που ποτέ δεν κατάφερες να πεις, το «σ’ αγαπώ». Και δεν είναι ότι ήθελα να τ’ ακούσω έστω και μία φορά να το λες ή μάλλον να το παραδέχεσαι, είναι που ήθελα να τ’ ακούω με κάθε ευκαιρία.
Τα είχα ανάγκη τα «σ’ αγαπώ» σου. Τα έχω ακόμη, γι’ αυτό και με στοιχειώνουν κάθε βράδυ με το που κλείνουν τα φώτα και πέφτω στο κρεβάτι για να κοιμηθώ, αγκαλιά με τη σκιά σου που φοράει τ’ άρωμά σου και με τραβάει στα σκοτάδια της μνήμης.
Πόσο θα ‘θελα να ‘ρθεις για λίγο ή έστω ν’ απαντήσεις σ’ ένα απ’ τα θυμωμένα μου μηνύματα και να μου πεις ότι κάποτε τουλάχιστον μ’ αγάπησες. Δεν περιμένω να μ’ έχεις αγαπήσει όπως εγώ αγαπάω εσένα, γιατί η δική μου αγάπη αγγίζει τα όρια της παράνοιας, όμως, αυτά τα «σ’ αγαπώ» μου τα χρωστάς. Είναι δικά μου και τα κράτησες για σένα, όμως, τα θέλω. Είναι τα μόνα που θα ‘χω τώρα που μ’ άφησες και τα μόνα που θα μου δώσουν δύναμη να συνεχίσω.
Είναι μόνο δυο λέξεις θα μου πεις, ποιος τις χρειάζεται, θα μου πεις, όμως, για μένα είναι αυτές που θα κλείσουν το δικό μας κεφάλαιο. Είναι αυτές που θα διώξουν τα φαντάσματα του παρελθόντος. Αυτές που θα σβήσουν τις ανασφάλειες και τα ερωτηματικά.
Για μένα το αν μ’ αγάπησες μετράει περισσότερο από καθετί. Γιατί σημαίνει πώς όλα μεταξύ μας ήταν αληθινά. Σημαίνει ότι δεν έχασα το χρόνο μου μαζί σου, ότι δεν ήμουν τόσο ηλίθια που σ’ εμπιστεύτηκα και σου ‘δώσα τόσα, μαζί και τον εαυτό μου. Σημαίνει ότι δεν έκλαιγα άδικα όλες αυτές τις νύχτες.
Θα μου κάνεις, λοιπόν, τη χάρη να μου δώσεις τα «σ’ αγαπώ» που μου χρωστάς; Κι ύστερα πάλι, αν θες, σβήσε με απ’ το χάρτη της καρδιάς σου και των κοινωνικών σου δικτύων. Πες μου ότι έστω και λίγο μ’ αγάπησες και διώξε τα στοιχειά του παρελθόντος που με κρατάνε κολλημένη σ’ αυτό που είχαμε και δε μ’ αφήνουν να ερωτευτώ ξανά.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη