Πρόσφατα ξεκίνησα με μία φίλη μια συζήτηση που έπρεπε να είχαμε κάνει από καιρό, όμως δεν ήξερα πώς να της μιλήσω χωρίς να την πληγώσω και χωρίς να την απομακρύνω από ‘μένα. Ήθελα να τη βοηθήσω να λύσει το πρόβλημά της, αν κι η ίδια δε φαινόταν να το παραδέχεται ούτε καν στον εαυτό της.
Η όλη ιστορία έχει ως εξής: η Α (έτσι θα λέω τη φίλη μου από δω και πέρα), έζησε στα φοιτητικά της χρόνια ένα μεγάλο έρωτα, ο οποίος τελικά έληξε άδοξα. Υπήρξαν μετέπειτα κάποια πάρε-δώσε μεταξύ τους που με τον καιρό, όμως, αραίωναν. Κι όλα αυτά τα χρόνια –πλησιάζει τα 30 πια– δεν κατάφερε να κάνει άλλη σοβαρή σχέση, αν και δεν της λείπει απολύτως τίποτα. Αντίθετα, πολλές θα ζήλευαν την ομορφιά της, τη δουλειά της, το σπίτι της.
Το θέμα αυτό με προβλημάτιζε πάρα πολύ, προφανώς όχι γιατί είναι κακό να είναι ένας άνθρωπος μόνος, αλλά είναι κακό το να προσπαθεί απεγνωσμένα να βρει τον έρωτα και να κάνει συνεχώς το ένα λάθος πίσω απ’ το άλλο. Πολλές φορές να επαναλαμβάνει και τα ίδια. Την έβλεπα να απογοητεύεται, να φθείρεται ψυχολογικά και να χάνει τον εαυτό της, γιατί όλα σε κάποιο στάδιο κατέληγαν να περιστρέφονται γύρω από ένα και μόνο πράγμα: να βρει το άλλο της μισό.
Δεν είναι καθόλου κακό να ονειρεύεσαι πως κάποια στιγμή θα γνωρίσεις τον άνθρωπο με τον οποίο θα μπορείς να μοιραστείς τη ζωή σου, αυτόν που θα κάνεις οικογένεια. Είναι όμως, θεωρώ, κακό να κάνεις απεγνωσμένες και σπασμωδικές κινήσεις για να φθάσεις αυτό το όνειρο, που στο κάτω-κάτω δεν εξαρτάται απόλυτα από ‘σένα.
Το να βρεις τον έρωτα είναι κάτι που έρχεται από μόνο του, χωρίς να το σκαλίζεις ιδιαίτερα. Απλά μια μέρα συμβαίνει. Μπορεί να συμβεί –και συνήθως έτσι γίνεται– στα πιο απρόσμενα μέρη, τη στιγμή που δεν το περιμένεις καθόλου.
Και κατέληξα στο ότι όσο πιο πολύ ψάχνεις τον έρωτα, τόσο πιο εύκολα τον χάνεις και χάνεις μαζί και τον εαυτό σου. Φτάνεις στο σημείο να ζεις, όχι για να περνάς καλά, αλλά για να βρεις κάτι που στην ουσία ίσως να μην υπάρχει καν για να το βρεις.
Έτσι, έκανα στη φίλη μου την εξής ερώτηση: «Μήπως ν’ αρχίσεις να ζεις λες και δε θα βρεις ποτέ τον έρωτα στη ζωή σου;»
Ίσως ακούγεται άσχημο, να λες σε κάποιον ότι δε θα βρει ποτέ τον έρωτα. Όμως, στην περίπτωσή του έχω αρχίσει να πιστεύω ότι τα πράγματα λειτουργούν ανάποδα. Εκεί που σταματάς να τον ψάχνεις απελπισμένα, εκείνη ακριβώς τη στιγμή σου εμφανίζεται.
Και δεν πιστεύω ότι αυτό είναι τυχαίο. Γιατί όταν σταματάς να ζεις για κάτι ή κάποιον που στην ουσία δεν υπάρχει, αρχίζεις να ζεις για τον εαυτό σου. Απολαμβάνεις το χρόνο που περνάς μόνος, μαθαίνεις καλύτερα τις επιθυμίες σου, ωριμάζεις και κτίζεις χαρακτήρα κι είσαι έτσι πιο έτοιμος να γνωρίσεις τον κατάλληλο άνθρωπο, χωρίς να πληγώνεσαι και ν’ απογοητεύεσαι συνεχώς από τις λάθος συναναστροφές.
Πώς γίνεται αυτό; Είναι απλό! Αρχίζεις να συχνάζεις και πάλι σε μέρη που αγαπάς, με ανθρώπους που θες να περνάς το χρόνο σου· άσχετα αν εκεί δεν υπάρχει πιθανότητα να βρεις κάποιον. Σταματάς να κάνεις σεξ με την πρώτη τυχαία γνωριμία, ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή θα σ’ ερωτευτεί και θα τον ερωτευτείς, σταματάς να σκορπάς τον εαυτό σου.
Σε σέβεσαι, σε στολίζεις και σε φροντίζεις, κι όλα για εσένα κι όχι για το πιθανό πρόσωπο που ίσως γνωρίσεις σε κάποια έξοδο. Βγαίνεις για να διασκεδάσεις, να χορέψεις, να χαζέψεις με τους φίλους σου και όχι για να ψαχτείς. Αποβάλλεις το άγχος που σου προκαλεί η ηλικία, οι σχέσεις ή οι γάμοι των φίλων σου κι οι πιέσεις της οικογένειας.
Κι όταν ξεχάσεις τον έρωτα με την έννοια της υποχρέωσης και σταματήσεις να τον κυνηγάς απεγνωσμένα, αυτός θα σε θυμηθεί και θα ‘ρθει να σε βρει στα καλύτερά σου. Όταν τον απομυθοποιήσεις, θα ‘ρθει για να σου αποδείξει ότι είναι ακόμη καλύτερος απ’ όσο τον φαντάστηκες. Όταν αδιαφορήσεις γι’ αυτόν, τότε θα εμφανιστεί μπροστά σου από το πουθενά και πραγματικά θα σε εκπλήξει.
Γιατί το καλύτερο είδος έρωτα είναι αυτό που γεννιέται μεταξύ δύο ανθρώπων που έμαθαν να ζουν χωρίς αυτόν.
Επιμέλεια Κειμένου Πράξιας Αρέστη: Πωλίνα Πανέρη