Οι ζωές μας είναι μακριές, καλοσχηματισμένες πορείες απρόοπτων γεγονότων. Άλλων ευχάριστων, άλλων δυσάρεστων. Άλλων χρονοβόρων, άλλων με ημερομηνία λήξης. Τα προκαλούμε με κάποιον τρόπο, χωρίς να ξέρουμε πώς μπορούν να εξελιχθούν. Κάπως σαν τις γνωριμίες μας.
Βάζουμε ανθρώπους στις στιγμές μας χωρίς να ξέρουμε αν θα μείνουν να τις κάνουν μήνες ή και χρόνια. Ίσως με κάποιες μαντεψιές, ίσως με κάποια σιγουριά. Ποτέ όμως με το 100% του εαυτού μας. Γιατί άνθρωποι είναι αυτοί, απρόβλεπτοι. Όμως αυτή δεν είναι η ομορφιά τους; Αυτή η μη προβλεπτικότητα;
Οι ζωές μας είναι μακριά, καλοσχηματισμένα ταξίδια με εισιτήρια επιστροφής. Να φύγουμε απ’ τη βάση μας, να γνωρίσουμε άλλα μέρη, άλλο κόσμο, να αλλάξουμε παραστάσεις, να ανανεωθούμε. Και να γυρίσουμε πάλι στην ίδια βάση. Που είτε είναι μέρος είτε είναι άνθρωπος.
Όμως ας επικεντρωθούμε στις διαδρομές. Πόσα απρόοπτα γεγονότα έχουν συμβεί κατά τη διάρκειά τους; Πόσες απρόοπτες γνωριμίες έχουμε κάνει σ’ όλα εκείνα τα ταξίδια; Πόσους ανθρώπους έχουμε βάλει σ’ εκείνες τις περιορισμένες μας στιγμές χωρίς να ξέρουμε αν ποτέ μας θα τους ξαναδούμε;
Γνωριμίες και γνωριμίες. Σε λεωφορεία, αεροπλάνα, καράβια, τρένα. Σε διαδρομές και διαδρομές. Σε ταξίδια και ταξίδια. Με ανθρώπους πρόθυμους να μοιραστούν τις ώρες τους, με ανθρώπους κοιμισμένους στο διπλανό κάθισμα, με ανθρώπους απορροφημένους πάνω απ’ τις οθόνες τους. Πάντα όμως μ ‘εκείνους. Τους απρόβλεπτους, τους παράξενα όμορφους ανθρώπους.
Κάθε ταξίδι έχει τέτοιους. Όχι πάντα ενδιαφέροντες, όχι πάντα ιντριγκαδόρικους. Πάντα ανθρώπους. Που συμβάλλουν στο απρόοπτο του ταξιδιού σου. Σ’ εκείνο το χαμόγελο της κυρίας που μπέρδεψε τη θέση της με τη δική σου, σ’ εκείνο το βλέμμα του παππού απέναντι όταν ενοχλούσες με το γέλιο σου, σ’ εκείνο το κλάμα του μωρού δυο καθίσματα πίσω επειδή πεινούσε.
Οι άνθρωποι των ταξιδιών σου είναι αυτοί. Είτε πρωταγωνιστές είτε κομπάρσοι. Για λίγο. Μέχρι να φτάσεις στον προορισμό σου και να χαρείς που θα τους αφήσεις πίσω, ή να στεναχωρηθείς γιατί μέσα σ’ αυτούς ήταν κι εκείνος ο άνθρωπος-στιγμής που σου άνοιξε την καρδιά του ολόκληρη και σ’ έκανε για λίγο πρωταγωνιστή της δικής του ιστορίας.
Γνωριμίες και γνωριμίες. Που σπάνια ξανασυναντάς. Που λένε ένα «Όταν έρθω στην πόλη σου θα σου στείλω να πάμε για καφέ» και ζήτημα αν θα θυμούνται ότι υπήρξες μέσα σ’ εκείνη τη διαδρομή τους. Που σε μαθαίνουν για λίγο, που σου μιλάνε ή απλά σε κοιτούν, να γεμίσουν κάπως το χρόνο τους μέχρι να φτάσουν στην ανανέωση ή τη βάση τους.
Να γεμίσεις κι εσύ λίγο το χρόνο σου, να τους παρακολουθήσεις, να δεις πώς αντιδρούν στην απογείωση ή την προσγείωση του αεροπλάνου, να δεις τη χαρά ή τη λύπη τους μόλις το καράβι δέσει στο λιμάνι, να καταλάβεις τη λαχτάρα ή την απογοήτευσή τους σε κάθε στάση σε σταθμό τρένου.
Να μην έχεις δεδομένες τις δικές σου αντιδράσεις, να μαθαίνεις πώς λειτουργεί ο κόσμος πέρα από ‘σένα, να μαντεύεις τις ιστορίες πίσω απ’ τους ανθρώπους κι αν είσαι τυχερός, να μαθαίνεις τις ιστορίες πίσω απ’ τους ανθρώπους. Από ‘κείνους, των ταξιδιών σου.
Οι ζωές μας είναι απρόοπτες, καλοσχηματισμένες πορείες ανθρώπων. Ποτέ να μην μπορούμε να τις κουμαντάρουμε, ποτέ να μην τις έχουμε για δεδομένες. Πορείες που μερικές φορές διασταυρώνονται και μερικές φορές ξεχνιούνται για να κάνουν χώρο για άλλες πιο σημαντικές.
Οι πορείες των ταξιδιών μας λοιπόν είναι από ‘κείνες που ξεχνιούνται. Που τις είχαμε έντονες καθ’ όλη τη διαδρομή μας μα μόλις φτάσαμε στη βάση μας, τις αφήσαμε πίσω μαζί με εκείνους που τις αποτελούσαν. Που εκείνους τους ονομάσαμε «ανθρώπους στιγμής» και τους βάλαμε μαζί με όλους τους υπόλοιπους στην κατηγορία των απροόπτων.
Επιμέλεια Κειμένου Μαριάννας Συμεωνίδη: Πωλίνα Πανέρη