Μπαίνεις σε έναν χώρο με ένα μάτσο καινούρια πρόσωπα. Άγνωστες φάτσες, άγνωστοι χαρακτήρες, άγνωστο παρελθόν, παρόν. Σκέφτεσαι «πρέπει να δικτυωθώ, πρέπει να γνωρίσω κόσμο» και σκανάροντας τον κάθε ένα, εντοπίζεις και πλησιάζεις το πιο φαινομενικά φιλικό άτομο του ίδιου φύλου με του λόγου σου.
Ξεκινάς κουβέντα, αρχίζεις με τα τυπικά για να μάθεις από πού βαστάει η σκούφια της και μέσα σε ένα δεκάλεπτο έχεις μάθει μέχρι και για τον γκόμενο που είχε στο γυμνάσιο.
Σου εξομολογείται πώς της έχουν φερθεί οι σχέσεις της μέχρι τώρα και αφού έχεις εξιστορήσει κι εσύ αναλυτικά τον πόνο σου θα καταλήξετε να μοιραστείτε ένα «είναι όλοι τους μαλάκες!».
Κι εδώ δεν τίθεται θέμα ανεξήγητης εμπιστοσύνης προς το πρόσωπό σου, όχι ούτε κατά διάνοια. Απλά, ειδικά αν μιλάμε για πρώτη γνωριμία γυναικών, όταν βλέπεις ότι η κουβέντα δεν τραβάει, πετάς το δόλωμα των «γκομενικών» και ξαφνικά βρίσκεσαι με μια καινούρια κολλητή. Η οποία «κολλητή», αγανακτισμένη από τις αερολογίες του κάθε πρώην, βρήκε σε εσένα το άλλο της μισό και έναν ώμο για να κλάψει.
Και το πιθανότερο είναι να μην την ξαναδείς ποτέ, έστω κι αν μοιραστήκατε τα προσωπικά σας από την εποχή του Νεάντερνταλ. Άντε, αν είσαι τυχερή μπορεί και να κανονίσετε καφέ για να τα πείτε αναλυτικότερα αλλά τις περισσότερες φορές η γνωριμία και οι συνήθειες των πρώην μένουν στο σπίτι που έγινε το πάρτι, στο λεωφορείο που σε πήγαινε στον τόπο σου, στο τραπέζι του γάμου της ξαδέρφης σου και πάει λέγοντας.
Ποτέ δεν κατάλαβα πώς γίνεται να αραδιάζεις τόσο προσωπικές στιγμές σε ένα άτομο που ξέρεις μόλις λίγα λεπτά. Βέβαια υπάρχει και η περίπτωση να ανοίγεσαι όταν θα έχεις γνωρίσει καλύτερα τον άλλον και να επιλέξεις να τηρήσεις σιγήν ιχθύος παρά να προσπαθήσεις να γίνεις αρεστός μέσω των γκομενικών σου στον οποιονδήποτε.
Αν και τις περισσότερες φορές, η επιλογή σου να μην συζητήσεις πέραν των τυπικών ίσως σε κάνει να φανείς απρόθυμος για νέες γνωριμίες, εσωστρεφής χαρακτήρας, μονόχνοτος και χίλια δυο άλλα που ενδεχομένως να μην ισχύουν αλλά στα προσάπτουν όπως και να ‘χει.
Και τελικά αν είσαι από τους ανθρώπους που θέλουν να συζητούν τα προσωπικά τους μόνο με τους κολλητούς/κολλητές καταλήγεις να κάθεσαι μόνος, ξεχασμένος σε μια γωνιά ενώ παρακολουθείς τις τελευταίες διαπροσωπικές εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα στη διπλανή νεοσύστατη γυναικοπαρέα, στη διπλανή θέση, στο διπλανό τραπέζι.
Άβυσσος το μυαλό της γυναίκας, θα πω. Δημιουργούμε τους δικούς μας κώδικες επικοινωνίας για να μπορούμε να συνεννοούμαστε μεταξύ μας και κάνουμε στην άκρη όποια δεν τους ακολουθεί. Που αυτοί οι κώδικες περιέχουν και τον φάκελο των «γκομενικών» που πολύ εύκολα αραδιάζουμε η μία στην άλλη με το «καλημέρα σας».
Το αν θα προτιμήσεις να ανοιχτείς σε κάποιον ή όχι είναι καθαρά δική σου υπόθεση. Κανείς δε σε πιέζει να κάνεις εκτενή εξιστόρηση των συμβάντων που ενδεχομένως σε σημάδεψαν, στον κάθε τυχαίο. Και κυρίως κανείς δε σε πιέζει να φορτώσεις το μυαλό σου με τις άχρηστες γκομενικές πληροφορίες της μέρας από την κοπέλα που γνώρισες στο πάρτι του φίλου της κολλητής.
Ο κάθε ένας λειτουργεί διαφορετικά ανάλογα με τη φάση της ζωής του στην οποία βρίσκεται. Ή, στην προκειμένη περίπτωση, ανάλογα με το πόσο εμπνέεται από άγνωστο κόσμο να εναποθέσει τον ψυχισμό του στο βωμό των νέων γνωριμιών.
Όπως και να ‘χει, συνταγή πετυχημένης γνωριμίας δεν υπάρχει. Συνήθως λες ότι ταιριάζεις με κάποιον όταν συμβαδίζετε βιωματικά, εγκεφαλικά, επικοινωνιακά.
Το ότι βγάζεις στη φόρα ό,τι γκομενικό σου έχει προκύψει έως τώρα με την ελπίδα ο άνθρωπος απέναντί σου να ταυτιστεί με σένα, δε σημαίνει ότι αυτόματα γίνατε αδέρφια κι από ‘δω και στο εξής θα πορευτείτε στη ζωή ως αχτύπητο δίδυμο. Βέβαια ας μην είμαι απόλυτη. Κάποιοι τυχεροί μπορεί να πετύχουν το τζακ ποτ της νέας γνωριμίας και μέσω της κατάθεσης της ερωτικής τους ζωής στον συνομιλητή τους να βρουν το φίλο που έψαχναν μια ζωή.
Πείτε το τύχη, timing, ευθυγράμμιση πλανητών, δε ξέρω. Κάποιες φορές συμβαίνει, κάποιες όχι.
«Άγνωσται αι βουλαί του Κυρίου».