Κάποια πράγματα είναι να μη μαθευτούν ποτέ. Είναι να μείνουν εκεί που ανήκουν. Στους ανθρώπους που ανήκουν. Να τους κάνουν παρέα όταν είναι μόνοι. Να τους φυλάνε όταν κοιμούνται. Να υψώνουν τείχη, να εμποδίζουν συναισθήματα. Να δημιουργούν ιδανικές καταστάσεις που έρχονται να γκρεμιστούν από την ίδια την πραγματικότητα.
Κάποια πράγματα δεν προορίζονται για κανέναν άλλον εκτός από εκείνον που τα καμουφλάρει. Που τα αφήνει να ζουν κάτω από προϋποθέσεις. Που τα καταχωνιάζει και τα συμπιέζει, μέχρι να γίνουν μια αχνή γραμμή που θα φαίνεται με δυσκολία. Που αντί να εκραγούν από την πολύ πίεση, να καταφέρουν να εξαφανιστούν.
Κάποια πράγματα δεν προορίζονται να μοιραστούν. Δεν προορίζονται για εκείνον. Αυτός θα είναι πάντα κάτι άπιαστο, κάτι ιδανικά ιδανικό κι εκείνη θα είναι πάντα κάτι απόλυτα απόλυτο στην όποια σχέση τους. Κανείς δε θα απαιτεί, ούτε θα γκρινιάζει. Δε θα ασκούν καμία επιρροή ο ένας στη ζωή του άλλου. Θα ‘ναι δυο ξένοι μέσα στην πιο γνώριμη πραγματικότητα. Γιατί δεν ξέρουν.
Δεν ξέρουν ότι τα ανέκφραστα μένουν για πάντα. Ούτε καμουφλάρονται, ούτε εξαφανίζονται. Μόνο σημάδια και ψίχουλα αφήνουν. Σημάδια επιβεβαίωσης, ψίχουλα ικανοποίησης. Μένουν πίσω από τις πράξεις τους για να θυμίζουν εκείνες τις προϋποθέσεις. Φτιάχνουν μονοπάτια, δίνουν αφορμές, δημιουργούν ενδόμυχες απαιτήσεις, κινούν νήματα καρδιάς και μυαλού, συναισθήματος και λογικής.
Κάποια πράγματα είναι αδοκίμαστα. Ίσως πρέπει να μείνουν έτσι, ίσως να γίνουν ευκαιρίες. Ευκαιρίες για εκείνον να ακολουθήσει τα ψίχουλα που αυτή αφήνει πίσω της. Ευκαιρίες για εκείνη να τον περιμένει. Γιατί είναι κάποια πράγματα που δεν μπαίνουν σε καλούπια. Ούτε συμβιβάζονται, ούτε υπακούν. Μόνο υποτάσσονται. Σε εκείνον. Σε εκείνη.
Κάποια πράγματα έχουν τη δυνατότητα να υπηρετούν μόνο δύο. Να προτρέπουν αγκαλιές, να λιμοκτονούν για φιλιά και χάδια. Να εκλιπαρούν για λόγια που εκφράζονται μέσα από μεθυσμένα μυαλά, από μεθυσμένα στόματα. Μεθυσμένα από συναίσθημα τις ώρες που ο ήλιος βρίσκεται στην πιο ψηλή του θέση.
Όμως κάποια πράγματα, όντας καταδικασμένα, παραμένουν στους ιδιοκτήτες τους. Κρύβονται πίσω από χαμόγελα και βλέμματα και τυπικές σχέσεις. Σ’ αυτά που θα έπρεπε να λέγονται, έχουν βάλει φίμωτρο. Και αυτά, σαν πιστοί υπηρέτες, σκύβουν το κεφάλι και βάζουν άλλους στις ζωές τους.
Αυτά τα ανέκφραστα ξέρουν ότι προορίζονται μόνο για δύο. Για εκείνους τους δυο. Μπορεί να προσπαθήσουν να εκφραστούν από στόματα και πράξεις άλλων, όχι εκείνων των αρχικών. Αλλά θα αποτύχουν. Και θα γυρίσουν πάλι πίσω. Θα επιλέξουν να βασανίζονται μέσα σ’ εκείνη τη γνώριμη πραγματικότητα, παρά να γίνουν προδότες και εύκολη λεία σε αυτούς που δεν έχουν μάθει στα δύσκολα.
Γιατί κανείς από τους δυο δεν έχει μάθει στα εύκολα. Ούτε εκείνος, ούτε εκείνη. Και γι’ αυτό ευθύνονται αυτοί και τα ανέκφραστά τους. Που περιμένουν την ώρα και τη στιγμή που θα κάνουν το μπαμ και θα σκάσουν μες τα μούτρα τους, που μέχρι τότε είχαν υπηρετήσει τόσο καλά το σκοπό τους. Αυτόν της δήθεν εξαφάνισης.
Αλλά θα το ξέρουν, έτσι δεν είναι; Θα ξέρουν μέχρι τότε. Ότι τα ανείπωτα, τα ανέκφραστα, δεν μπορούν να εξαφανιστούν. Μπορεί να τα νομίζουν πεθαμένα, ναι. Μπορεί να γίνουν η αχνή γραμμή που θα φαίνεται με δυσκολία γιατί θα έχουν κουραστεί να περιμένουν μες τη λήθη τους. Αλλά αυτή η γραμμή θα ζει κάπου εκεί. Κάπου μέσα τους θα είναι.
Αυτά τα πράγματα, αυτά τα ανέκφραστα, δεν μπορούν να γίνουν αναπλήρωση για τίποτα. Δεν μπορούν να καλύψουν κενά, δεν μπορούν να ράψουν πληγές. Μόνο ένωση λαχταράνε. Ένωση ανθρώπων, ένωση ψυχών, σωμάτων. Γι’ αυτό δεν μπορούν να καμουφλάρονται. Ούτε να ξεχνιούνται, ούτε να εξαφανίζονται.
Σε κάποια πράγματα δε χωράνε εξηγήσεις, δε χωράνε «γιατί». Κάποια πράγματα είναι τόσο σίγουρα που είναι φτιαγμένα να λαμβάνουν μία και μόνο απάντηση: Δεν έχει γιατί. Εσύ είσαι εγώ κι εγώ είμαι εσύ κι αυτό από μόνο του μπορεί να απαντήσει όλα τα «γιατί» του κόσμου.
Επιμέλεια Κειμένου Μαριάννας Συμεωνίδη: Κατερίνα Κεχαγιά